Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Η Μάρω θα παρεκάλει επιμόνως την μητέρα της να της δώση τον Γιάννο να παίξη ολίγον, εκεί δε εις την αυλήν, θα της ήρπαζε κάτι ο Γιάννος κ' επιτηδείως μικρόν κατά μικρόν, θ' απεμακρύνοντο των βλεμμάτων της μητρός των. — Τόρα να σε ιδώ, να σε ιδώ πολύ, είπεν η Μάρω περιπαθώς. — Κ' εγώ.

Ήδη ο μπάρμπα-Κώστας έκλεισε τας πύλας του ναού. Η λιτανεία έστη προ αυτού εν τη μικρά πλατεία. Και ο Επιτάφιος έστη ωσαύτως, πλην κρατείται υψηλά πολύ από του εδάφους επιτηδείως, μη γείνη προπετής διαρπαγή των λαμπάδων ακαίρως. Οπίσω δε εις δύο γραμμάς ένθεν και ένθεν με τας λαμπάδας αναμμένας ίστανται εν σιγή οι άνδρες χωριστά και χωριστά αι γυναίκες. Το άσμα έπαυσεν.

Είχεν ελπίσει προς στιγμήν ο πτωχός ποιητής, ότι διανομείς τινες εφημερίδων, συνήθης πελάται της Μούσης του κατά τας παραμονάς της πρώτης του έτους, θα ήρχοντο και πάλιν να του ζητήσωσι τας αναποφεύκτους προς τους συνδρομητάς των στιχηράς προσφωνήσεις, και ότι θα ελάμβανεν ούτως ευκαιρίαν να υποδείξη εις αυτούς επιτηδείως, ότι αντί πινακίου γλυκυσμάτων, δι' ων ως επί το πλείστον ημείβοντο οι στίχοι του, γλυκυτέρα δι' αυτόν εφέτος θα ήτο η εις χρήμα αξία των, έστω και εν υποτιμήσσει.

Από τινος όμως καιρού έχασε την ευθυμίαν του. Ήδη ίστατο εκεί σιωπηλός, ρεμβός, μη προσέχων καθόλου εις την ομιλίαν των συντρόφων του, ούτε εις τον παμπόνηρον Μάιον, όστις του κλέπτει πάντοτε επιτηδείως τ' άνθη και τας άλλας καλλονάς, με τας οποίας παρουσιάζεται εις τον κόσμον.

12. »Και πρέπει να ενθυμούμεθα ότι μόλις απαλλαγέντες μεγάλης νόσου και πολέμου αναλαμβάνομεν τας δυνάμεις μας εις χρήματα και εις τον πληθυσμόν· ότι είναι δίκαιον να μεταχειρισθώμεν τα μέσα ταύτα μόνον διά τας ανάγκας μας, και όχι διά τους φυγάδας τούτους, οι οποίοι ζητούν επικουρίας και εις τους οποίους το να ψεύδεται κανείς επιτηδείως είναι χρήσιμον· μη έχοντες να καταβάλουν ειμή μόνον λόγους αφήνουν τον κίνδυνον εις τους άλλους· και εν περιπτώσει μεν επιτυχίας η ευγνωμοσύνη των δεν θα είναι ίση με την παρασχεθείσαν υπηρεσίαν, εν περιπτώσει δε αποτυχίας θα παρασύρουν εις την καταστροφήν τους φίλους των.

Ο άλλος πάλιν όλα αυτά ημπορεί να τα εκτελέση επιτηδείως και ταχέως, δεν ημπορεί όμως να ενδυθή με επιτηδειότητα ελευθέρου ανθρώπου, ουδέ εγνώρισε την αρμονίαν των λόγων, διά να εξυμνήση την αληθινήν ζωήν των θεών και των ανθρώπων που ευτυχούν. Θεόδωρος. Εάν, καλέ Σωκράτη, οι λόγοι σου έπειθαν όλους καθώς εμέ, θα επληθύνετο η ειρήνη εις τον κόσμον και θα ήτο μικροτέρα η δυστυχία. Σωκράτης.

Το βέβαιον όμως είνε ότι πλούσιος ιδιοκτήτης, επιθυμών ν' αποκτήση το έρημον εκείνο μέγαρον, διότι πράγματι ήτο επί της ωραιοτέρας τοποθεσίας, αλλά, πλεονέκτης εις άκρον, ίνα το αγοράση «για ένα κομμάτι ψωμί», διέδωκεν επιτηδείως τα περί των φαντασμάτων εις τον μικρότερον υιόν του, όστις εκοινολόγησεν, έπειτα, τας τρομεράς διηγήσεις προς άλλους παίδας, εις το σχολείον, και ούτως όλοι οι παίδες του χωρίου είχον ίδη πλέον «τα στοιχειά» του ερήμου εκείνου οίκου.

Η Ανάγκη είνε ο άξων, περί τον οποίον όλα μεταβάλλουσιν όψιν, ουδέποτε δε υπό το κράτος αυτής ηδυνήθη να εύρη ηχώ η Αλήθεια, και να μετρηθή η Αρετή διά του χρυσού μέτρου, το οποίον έρριψε μεν εξ αγαθότητος ο Θεός εκ του ουρανού, αλλ' ο επί της γης αντίπαλος αυτού αφήρεσεν επιτηδείως εκ των χειρών του ανθρώπου και έκοψε δι' αυτού νομίσματα.

Αλλά την τελευταίαν στιγμήν, καθ' ην παρετίθετο επί της τραπέζης το ψητόν, ο μπάρμπα-Δημήτρης έκρυψεν επιτηδείως τας δύο στάμνας του νερού οπού είχεν ακόμη γεμάταις, κ' επαρουσίασεν εις την τράπεζαν δύο άδειαις, λέγων ότι δυστυχώς είχε λησμονήσει να στείλη εγκαίρως εις του Χαιρημονά την βρύσιν να πάρη νερόν, και ήτον ανάγκη να υπάγη τώρα κάποιος.

Εδείκνυε σημεία στενοχωρίας, δυσθυμίας ενόσω ήτο διαρκώς πλησίον της συζύγου, μετεβάλλετο δ' αίφνης εις εύθυμον και διαχυτικόν, όταν, κατόπιν απουσίας, κατά το μάλλον και ήττον μακράς, επανήρχετο παρ' αυτή. Δεν εκρατήθη επί τέλους και μίαν των ημερών, εντός κλειστής αμάξης, επιτηδείως τον ηκολούθησε.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν