United States or Eswatini ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τροφή του ήσαν μόνη τα χόρτα κι' αι οπώραι και προς τα ύψη στρέφων καθ' εαυτόν ελάλει, κι' εφάνησαν εμπρός του της Ηδονής αι κόραι παγίδας να του στήσουν με τα γυμνά των κάλλη, και των σαρκών το σφρίγος πολύ τον εσκανδάλιζε κι' εκείνη τον εφίλει κι' αυτή τον εγαργάλιζε.

Πηγαίνουσι δε όλαι, ή σχεδόν όλαι, εις . . τα εμπορικά! Εις του Βουγά και του Χουτοπούλου, εις του Κατελούζου και του Πατσιφά, και εις όλων των άλλων φιλομειδών και επιχαρίτων βαλαντιοσκόπων τας ελκυστικάς και πολυωνύμους παγίδας, όσας έχει στήσει ο συρμός εκατέρωθεν των μεγάλων εμπορικών αρτηριών της πρωτευούσης.

Την στιγμήν καθ' ην η θεια Μυγδαλίτσα, εγκαταλιπούσα τους ποιμένας, ανεχώρει διά την κωμόπολιν, από την κρυφήν μεγάλην ελπίδα της μη συλλογιζομένη ούτε τον νυκτερινών πόνον της οδού, διότι ήτο ακούραστος και υπομονητική γραία, ούτε των πειρακτικών πνευμάτων τας παγίδας, διότι, αφού ελάλησεν ο πετεινός, οι σκαλικατζάροι απεσύροντο εις τας οπάς των εντός των κούφιων κορμών και των βράχων, την στιγμήν εκείνην εσήμαινον εν τη μεσημβρινή της νήσου πολίχνη οι κώδωνες των ναών, διά την χαρμόσυνον ακολουθίαν των Χριστουγέννων.

Την ημέρα που είχε ορισθή για την τελετή, στον Πόρο του Κινδύνου, τα λειβάδια έλαμπαν μακρυά σκεπασμένα, και στολισμένα απ' άκρη σ' άκρη με της πλούσιες σκηνές των βαρώνων. Στο δάσος, ο Τριστάνος εκάλπαζε με την Ιζόλδη, κι' από φόβο παγίδας, είχε φορέσει την περικεφαλαία του και το θώρακά του. Ξαφνικά, και οι δύο φάνηκαν έξω από το δάσος και είδαν μακρυά, μέσα στους βαρώνους το Βασιληά Μάρκο.

Εκεί συνελήφθη εις τας παγίδας της Ηρωδιάδος, συζύγου του αδελφού του· και αντήμειψε την φιλοξενίαν ης έτυχεν απαγαγών την γυναίκα. Οι Ηρώδαι ήσαν εξ αρχής αιμομίκται. Η Ηρωδιάς θυγάτηρ ούσα του Αριστοβούλου, ήτο ου μόνον νύμφη, αλλ' ανεψιά του Αντίπα. Είχε γεννήσει ήδη εις τον σύζυγόν της κόρην, ήτις είχε μεγαλώσει.

ΜΗΝΑΣ. Αι υπηρεσίαι μου ήσαν πάντοτε εις την διάθεσίν σου. ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Με υπηρέτησες πιστώς, τι άλλο έχεις να είπης; Ευθυμείτε, κύριοι. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Πρόσεχε τας αμμώδεις αυτάς παγίδας, Λέπιδε, διότι θα βυθισθής. ΜΗΝΑΣ. Θέλεις να γίνης κύριος όλου του κόσμου; ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Τι λέγεις; ΜΗΝΑΣ. Θέλεις να γίνης κύριος ολοκλήρου του κόσμου; Σου το λέγω διά δευτέραν φοράν. ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Πώς είναι δυνατόν;

Φοβερά η μικρά πλατεία εκείνη διά τας νεάνιδας. Εκοντοστάθη το Ξενιώ. Ηκροάσθη. Ήτο ησυχία εις τα έξω τραπέζια. Ωπλίσθη. Εκαταίβασε την μανδήλα της ακόμα παρακάτω. Ετάχυνε το βήμα της. Και σκυφτή-σκυφτή, φέρουσα την λάγηνον επ' ώμων και βαστάζουσα το εκ λευκοσιδήρου άντλημα, κροτούν προδοτικώς, επροχώρει βιαστικά, να διέλθη τας παγίδας του Περιστεράκη. — Στην οργή κι' αυτός!

Η απ' αρχής αγαθή και άπλαστος φύσις της Γελτρούδης από αδυναμίαν και ηδυπάθειαν εμπλέκεται εις τας σατανικάς παγίδας του Κλαυδίου, και τόσον ασυνειδήτως ώστε δεν έρχεται εις συναίσθησιν της άθλιας ηθικής καταστάσεώς της ειμή όταν η συμπαθής και πυρωμένη γλώσσα του υιού της εξυπνά την κοιμωμένην συνείδησίν της και την φέρει, αν και πολύ αργά, εις την οδόν της μετανοίας.

Είδε που ερχότανε καταπάνω του ο ακόλουθος της Βασίλισσας και θέλησε να φύγη. Ο Περινίς τον εστύλωσε στο γκρεμό της παγίδας: «Σπιούνε που πρόδωσες τη Βασίλισσα, να φύγης μου θέλεις, αί; Κάθησε αυτού κοντά στον τάφο, που μοναχός σου έκαμες κι' όλα τον κόπο να σκάψης». Το ραβδί του στριφογύρισε στον αέρα βουίζοντας.