United States or Palau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' έπρεπε να φύγη διά να προφυλάξη τον εαυτόν του όπως φεύγει τις των διεφθαρμένων κοινωνιών, ζητών την αγνότητα επί υψηλών κ' ερημικών βράχων. . . Κ' ενώ ταύτα εσκέπτετο συνέψαλλε μετά της Μάρως, ασυνειδήτως το παλαιόν παιδικόν των τραγούδι: — Κάθικαθικλούλα, κάθετ' η Μαρούλα και κεντάει μαντήλι με χρυσό κοντύλι!

Διότι, αφού έχει διαφοράν, είναι καλλίτερον να του δώσωμεν ιδιαίτερον όνομα. &Διαφέρουν αι πράξεις αι εξ αμαθείας από τας εν αγνοία. — Φαίνεται δε ότι διαφέρει και η εξ αμαθείας πράξις από την εν αγνοία. Διότι ο μεθυσμένος ή ο οργιζόμενος δεν φαίνεται ότι πράττει από αμάθειαν, αλλά δι' έν από τα ελαττώματα τα οποία είπαμεν, πάλιν όμως όχι εν γνώσει του, αλλά ασυνειδήτως.

Και οι Βουνιχωρίται χωρικοί, αφελείς και αθώοι άνθρωποι, δεν ηδυνήθησαν ν' αντιστώσιν εις τον πειρασμόν κ' επί τέλους εγέλασαν ασυνειδήτως και αυτοί προ της συγκρίσεως την οποίαν ήθελε να κάμη ο γέρων. Ούτος όμως παρωξύνθη ακόμη περισσότερον διά τούτο.

Ναι, το καρυοφύλλι μου· είπεν εγωιστικώς ο γέρων. Ο ενωμοτάρχης εγέλασε θορυβωδώς διά το νέον άκουσμα και οι χωρικοί τον εμιμήθησαν ασυνειδήτως. Οι χωρικοί παρηκολούθουν απ' αρχής την φιλονεικίαν αυτήν του γέροντος και του ενωμοτάρχου.

Περιέρχεται ακόμη άπαξ την νησίδα. Ίσταται εις έκαστον σκόπελον, εις εκάστην πτυχήν βράχου ερευνών, ως εάν η λέμβος, ήτο αόρατόν τι σημείον. Αφηρημένος, επί τινάς στιγμάς, θεωρεί μίαν ύφαλον, μη ήτο η λέμβος του. Κατωτέρω, ασυνειδήτως, ίσταται και παρατηρεί ασκαρδαμυκτί καρκίνον, παίζοντα υπό τον αφρόν του κύματος. Ολισθαίνει παρακάτω, κινδυνεύων να πέση εις τον βαθύν πόντον.

Εν τω μεταξύ εκείνη είχε γείνει άφαντος από τον εξώστην, και μετ' ολίγας στιγμάς επρόβαλε, με το λευκόν κολόβιόν της στίλβον εις το φως της σελήνης, από την βορεινήν γωνίαν της οικίας, κατερχομένη εις τον αιγιαλόν. Ο νέος την είδε και ησθάνθη χαράν μετά φόβου. Έπραττε σχεδόν ασυνειδήτως. Δεν ήλπιζεν ότι θα ήτο ικανή να το κάμη. Εκείνη, μη αγαπώσα να εκφράση τους ενδομύχους λογισμούς της, είπεν·

Ορθόν κρατούσα ανά χείρας τον κάλαμον, την ακοήν τεταμένην εις ύψιστον έχουσα, αργά πατούσα διά να μη προξενήση κρότον και χάση μίαν στιγμήν τον σκοπόν της φλογέρας, προυχώρησεν ασυνειδήτως προς την σκιάδα, ελκυομένη υπό του ήχου. — Πάλι τη φλογέρα; εφώναξε κατακόκκινη προς τον Μήτρον, τον οποίον εύρε συνεσπειρωμένον όπισθεν ενός στύλου της σκιάδος.

Πολλά, σχεδόν τα πλείστα, των διηγημάτων του είνε, ιστορίαι ζώων• Είχε καταντήσει μισάνθρωπος και ζωόφιλος· ίσως διότι ασυνειδήτως ήλπιζεν ότι θα εύρισκεν εις τα κατώτερα όντα την αγάπην εκείνην, ης είχε τόσην ανάγκην και ην μάτην επεζήτησε παρά τοις ομοίοις του.

Η Σμάλτω τότε, έξαλλος, ήνοιγεν υπερμέτρως τους οφθαλμούς, έτεινε τα ώτα αχόρταστος και προσεπάθει να δεχθή εν εαυτή τους ήχους εκείνους όλους και βαθμηδόν βαθμηδόν ανεδίπλου το σώμα, επιθυμούσα να εναγκαλισθή ούτως ειπείν την φύσιν, να την ενστερνισθή, παραδιδομένη εις την επήρειάν της ασυνειδήτως, όπως παραδίδεται τις εις τον έρωτα.

Τότε είπον κατ' εμαυτόν: — Αίμα: κάποιον έγκλημα του ανθρώπου·ιδεώδες: κάποιον έγκλημα του Θεού Λέγει ακόμη το Φάσμα: — Είδες ποτέ άνθρωπον κρεμασμένον; — Όχι· τι σημαίνει κρεμασμένος άνθρωπος; — Έν ευτελές τεμάχιον σχοινιού επαναστατεί κατά της έλξεως της ύλης, ήτις φονεύει ασυνειδήτως έν τέκνον της, έλκουσα αυτό φιλοστόργως εις την αγκάλην της.