United States or Ireland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι η ηδονή συμβαδίζει με την ενέργειαν. Μερικά δε ευχαριστούν όσον είναι νέα, ύστερον δε όχι τόσον πολύ δι' αυτούς τους λόγους. Διότι εις την αρχήν προκαλείται ο νους. Και ενεργεί με έντασιν ως προς αυτά, καθώς εις την όρασιν όσοι βλέπουν ασκαρδαμυκτί, κατόπιν όμως δεν είναι ομοία η ενέργεια αλλά παρημελημένη. Διά τούτο και η ηδονή επισκιάζεται.

Κατ αρχάς ενόμισεν ότι ο όρθιος φοιτητής ήτο ο ιατρός, και ητοιμάζετο να προχωρήση προς αυτόν, σύρουσα τον τυφλόν. Αλλ' εσκέφθη ότι είναι πολύ νέος εκείνος δι' ιατρόν και εστράφη προς τον έπαρχον, όστις, με την εφημερίδα επί των γονάτων και τα ομματοϋάλια επί των ρωθώνων, την έβλεπεν ασκαρδαμυκτί με γυμνούς τους οφθαλμούς.

— Η ατιμία! ωλόλυξεν ο Θοδωράκης δεν ηξεύρεις τι λέγεις, . . . και κάμε μου την χάριν σε παρακαλώ . . . Είπε, και εβάδισεν απειλητικώς προς την Σοφίαν. Αλλ' η νεαρά γυνή, ωσεί μεταμορφωθείσα αίφνης, ωσεί στομωθείσα την ψυχήν διά των πικρών δακρύων άτινα έχυσαν τα όμματά της, ανέστη ορθία, και προσβλέπουσα τον σύζυγον αυτής ασκαρδαμυκτί, — Ναι! εφώνησεν, η ατιμία!

Έλα μέσα, παιδί μου. Τι θέλεις; Και εισήλθεν εντός της αυλής. Τον ηκολούθησα και έκλεισα όπισθέν μου την θύραν. ― Δεν με γνωρίζεις; ― Όχι. Ποίος είσαι; Είπα το όνομά μου. Ύψωσεν έκπληκτος τας χείρας, με παρετήρησεν επί τινας στιγμάς ασκαρδαμυκτί και αρπάσας με εκ της χειρός μ' εφίλησε και μ' έσυρεν εις το δωμάτιόν του.

Πού σκοτίζεσθε σεις δι' ένα τρελλοκόριτσο, καθώς μ' ωνομάζατε. — Είτα ατενίσασά με ασκαρδαμυκτί: — Κάμνει τάχα πως δεν το ήξευρε! ανεφώνησε. Και προχθές εις την εσπερίδα της κυρίας Μ. δεν με είδετε; — Πώς! είπον, ήσθε λοιπόν εκεί; — Αν ήμην! Και δεν ωμιλήσατε τόσην ώραν με τον πατέρα μου, και σας έδωκε το επισκεπτήριόν του, με την διεύθυνσίν μας, εις την Καλκούταν;

Ενόουν ότι ο Καίσαρ έπαυσε να αστεΐζεται και ότι η στιγμή ήτο πλήρης γεγονότων. Το πρόσωπον του Τιγγελίνου συνεσπάσθη ως το ρύγχος κυνός, ο οποίος είνε έτοιμος να δαγκάση. — Έκαυσα την Ρώμην . . . τη προσταγή σου, απήντησε. Και έμειναν προσβλέποντες αλλήλους ασκαρδαμυκτί. Ηκούετο ο βόμβος των μυιών εκ του ατρίου. — Τιγγελίνε, ηρώτησεν ο Νέρων, με αγαπάς; — Το ηξεύρεις, αυθέντα.

Υποτίθεται ότι ο Ληρ βλέπει ασκαρδαμυκτί το θρανίον, το οποίον εν τη παραφροσύνη αυτού εκλαμβάνει αντί της Γονερίλης· ο δε Έδγαρ αποτεινόμενος προς το ίνδαλμα λέγει: Βλέπε τον και συ ασκαρδαμυκτί, ως δύο παιδία, ότε αμιλλώνται παίζοντα τοιουτοτρόπως, ποίον θ' αναγκάση το άλλο να πρωτογελάση. Αναγκάζομαι και ενταύθα να παραλείψω οκτώ στίχους, περιέχοντας ονοματολόγιον παντοειδών κυνών.

Είνε δυνατόν να σκεφθή περί εμού ην εμαύρισαν τα ερωτικά φιλήματα του Φοίβου και ερρυτίδωσε βαθέως ο χρόνος; Επί της εποχής σου, ω ευρυμέτωπε Καίσαρ, ήμην αξία μονάρχου, ο δε μέγας Πομπήιος, μένων ακίνητος και τους οφθαλμούς αυτού επί του μετώπου μου προσηλών, έβλεπεν αυτό ασκαρδαμυκτί και απέθνησκεν ατενίζων εκείνην εξ ης ηρύετο την ζωήν. ΑΛΕΞΑΣ. Χαίρε, βασίλισσα της Αιγύπτου.

Περιέρχεται ακόμη άπαξ την νησίδα. Ίσταται εις έκαστον σκόπελον, εις εκάστην πτυχήν βράχου ερευνών, ως εάν η λέμβος, ήτο αόρατόν τι σημείον. Αφηρημένος, επί τινάς στιγμάς, θεωρεί μίαν ύφαλον, μη ήτο η λέμβος του. Κατωτέρω, ασυνειδήτως, ίσταται και παρατηρεί ασκαρδαμυκτί καρκίνον, παίζοντα υπό τον αφρόν του κύματος. Ολισθαίνει παρακάτω, κινδυνεύων να πέση εις τον βαθύν πόντον.

Όλα ταύτα τα εσκέπτετο ομού και συγκεχυμένα, βλέπων ασκαρδαμυκτί τον Κ. Πλατέαν και μη ευρίσκων τι ν' αποκριθή εις το απροσδόκητον ερώτημά του. Αλλ' εκείνος εξηκολούθησε σοβαρώς: — Άκουσε να σου ειπώ. Σου χρεωστώ την ζωήν, η ύπαρξίς μου σου ανήκει.