United States or Japan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Ζάχος συνωφρυώθη και δεν είπε τίποτε. Η Μαλάμω έσφιξε πάλιν αυτόν επί της καρδίας της, προσβλέπουσα με βλέμμα παρακλητικόν την Παναγίαν μικρού εικονισματίου, εις μίαν γωνίαν του οικίσκου ανηρτημένου και τον ώθησε προς την θύραν. — Μα για στάσου, στάσου! εφώναξεν αίφνης, μειδιώσα. — Τ' ένε; ηρώτησεν ο Ζάχος, ιστάμενος. — Δέσε καλά το πόσι σου, καϋμένε!

— Η ατιμία! ωλόλυξεν ο Θοδωράκης δεν ηξεύρεις τι λέγεις, . . . και κάμε μου την χάριν σε παρακαλώ . . . Είπε, και εβάδισεν απειλητικώς προς την Σοφίαν. Αλλ' η νεαρά γυνή, ωσεί μεταμορφωθείσα αίφνης, ωσεί στομωθείσα την ψυχήν διά των πικρών δακρύων άτινα έχυσαν τα όμματά της, ανέστη ορθία, και προσβλέπουσα τον σύζυγον αυτής ασκαρδαμυκτί, — Ναι! εφώνησεν, η ατιμία!

Και την ημέραν εκείνην το αυτό συνέβη, και το παράδοξον, ότι μόλις εσηκώθη η Περμάχου, ευχομένη «περαστικά» κατά το σύνηθες, και η ασθενής εστήλωσε τα ώτα, προσβλέπουσα διά της ημικλείστου μεινάσης θύρας προς τον εξώστην, καθ' ην διεύθυνσιν εξήλθον αι δύο γραίαι. Ήκουσε τους ψιθυρισμούς των, και η όψις της έγινε πελιδνοτέρα ή όσον ήτο. Διέκρινεν άρα την δύσηχον φράσιν της γραίας κακομάντιδος;

Ίνα δε αποδιώξη από της κεφαλής της πάσαν της σκιάδος ανάμνησιν, απέθηκε παρά το πλευρόν τον κάλαμον και λαβούσα από της ποδιάς της εστριμμένον μαλλίον, ήρχισε να τυλίσση αυτό περί την άτρακτον ενώ τα γαλιά έβοσκον ησύχως ανά τον αγρόν. Κ' εν τη ενασχολήσει της όμως εκείνη, έστρεφεν από καιρού εις καιρόν την κεφαλήν, προσβλέπουσα περιδεώς την σκιάδα, ως μέρος ύποπτον.