Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025
Περιέρχεται ακόμη άπαξ την νησίδα. Ίσταται εις έκαστον σκόπελον, εις εκάστην πτυχήν βράχου ερευνών, ως εάν η λέμβος, ήτο αόρατόν τι σημείον. Αφηρημένος, επί τινάς στιγμάς, θεωρεί μίαν ύφαλον, μη ήτο η λέμβος του. Κατωτέρω, ασυνειδήτως, ίσταται και παρατηρεί ασκαρδαμυκτί καρκίνον, παίζοντα υπό τον αφρόν του κύματος. Ολισθαίνει παρακάτω, κινδυνεύων να πέση εις τον βαθύν πόντον.
Να μη είμαστε σε καμμιά σκάλα να της πας αύριο ένα πιατάκι κόλλυβα, που ξημερώνει, κατάλαβες, ψυχοσάββατο! . . . ένα κεράκι να της ανάψης, κατάλαβες . . . Η υπενθύμισις αύτη ήτο έλαιον εις την πυράν. Εξήναψεν ο πόνος του πάλιν. Δεν εβάσταξε πλέον. Επέρασε την σακκορράφαν του εις μίαν πτυχήν του ιστίου και εγερθείς μετέβη εις το μαγειρείον ν' ανάψη ένα τσιγάρο, ως είπεν.
Εσχηματίζετο εκεί οιονεί άντρον, αποτελούμεναν εκ χλόης, εκ κορμών και κισσού. Άντρον νύμφης, Δρυάδος των παλαιών χρόνων ή Ναϊάδος, ευρούσης ίσως καταφύγιον εκεί. Διά να κατέλθη τις εις την μικράν πτυχήν της γης, όπου ήτο η γούρνα του νερού, έπρεπε να έχη την τύχην διώκτριαν και τους πόδας της Φραγκογιαννούς, τους ανυποδήτους, τους σχισμένους κ' αιματωμένους από τας κνίδας και τας ακάνθας.
Τας έβλεπε φυλακωμένας, εις την φοβεράν πτυχήν του κρημνού, παρά τρίχα εις αυτό το χείλος της αβύσσου, και τας εκάλει εις μάτην, διά των καταληπτών εις εκείνας συνθηματικών μονοσυλλάβων· — Αι, αι! όι! Ψαρή! ω, χω, Στέρφα! Εις μάτην. Η Ψαρή και η Στέρφα είχαν καθήσει αδρανείς, ανάλγητοι, αναίσθητοι, και ουδ' απήντων διά βελασμού εις τας προσκλήσεις του βοσκού.
Την ώραν εκείνην είχε βασιλέψει ο ήλιος, και το φεγγάρι σχεδόν ολόγεμον ήρχισε να λάμπη χαμηλά, ως δύο καλαμιές υψηλότερα από τα βουνά της αντικρυνής νήσου. Ο βράχος ο δικός μου έτεινε προς βορράν, και πέραν από τον άλλον κάβον προς δυσμάς, αριστερά μου έβλεπα μίαν πτυχήν από την πορφύραν του ηλίου, που είχε βασιλέψει εκείνην την στιγμήν.
Αλλ' ήτο ως να έρριπτε προσανάμματα εις την σκέψιν ή την επιθυμίαν του νέου. Ο Αγάλλος απεχαιρέτησε την γραίαν, και κατήλθεν εις την πατρικήν οικίαν του, εις την χαμηλήν πτυχήν του εδάφους, ανάμεσα εις τον Χριστόν, την Παναγίαν την Πρέκλαν, και τον Άι-Νικόλαν, όπου ήσαν όλα τα αρχοντόσπιτα.
Όταν μία τοιαύτη πεποίθησις εισήλασεν εις την κρυφιωτέραν πτυχήν της ψυχής μου, έκαμα μίαν νέαν προσπάθειαν να εκβάλλω κραυγήν! και η δευτέρα αυτή προσπάθεια απέτυχε. Κραυγή αγωνίας, μία μακρά υλακή αγρία, συνεχής, αντήχησε διά μέσου του βασιλείου της υποχθονίας νυκτός. — Αι συ! Αι συ, τι λοιπόν; απήντησε μία τραχεία φωνή. — Τι διάβολο συμβαίνει; είπε μία δευτέρα.
Ο κυρ-Δημάκης, εισπεσών έν τινι ορμίσκω αβαθεί, όπου η θάλασσα ήτο ως λίμνη προς την εναντίαν της νησίδος πτυχήν, συνήντησεν εκεί μέγαν τινά πάγουρον, άγριον, βρυωμένον τετράγωνον, μελανόφαιον. Και μη έχων μεθ' εαυτού τον γάντζον, προσεπάθει διά της μαχαίρας, τόσην ώραν, να τον αποσπάση από του χάσματος, θεωρών εντροπήν του να τον αφήση. Κύπτων ίδρωσε. Τέλος ηγέρθη κατακόκκινος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν