United States or Iraq ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήθελε να είπη το δράμα τούτο, το οποίον προ ολίγων ημερών μόνον είδεν, εις τον πνευματικόν, και δεν ηυκαίρησε την παραμονήν των Χριστουγέννων να υπάγη. Ήλπιζεν ότι θα είχε καιρόν το πρωί, εις τον Άγιον Ηλίαν, όπου εμελέτα να μεταβή, όπως εξομολογηθή κ' ελαφρύνη την συνείδησίν της.

Πολλά, σχεδόν τα πλείστα, των διηγημάτων του είνε, ιστορίαι ζώων• Είχε καταντήσει μισάνθρωπος και ζωόφιλος· ίσως διότι ασυνειδήτως ήλπιζεν ότι θα εύρισκεν εις τα κατώτερα όντα την αγάπην εκείνην, ης είχε τόσην ανάγκην και ην μάτην επεζήτησε παρά τοις ομοίοις του.

Τις θα έχαιρε ποτέ, εάν ηδύνατο να προΐδη ότι η παρούσα χαρά θα μετατραπή εις λύπην; Τις θα ηγάπα, εάν εγνώριζεν οποίους σπαραγμούς μέλλοντας υποκρύπτει η πηγή οπόθεν αναβρύει σήμερον η ευδαιμονία; Τις θα ήλπιζεν, εάν δεν έμενον κρυμμένα τα επερχόμενα δεινά; Ενόσω είναι ο άνθρωπος νέος, το στάδιον του αγνώστου απλούται ευρύτερον ενώπιον της τυφλότητός του, όσον δε πλειότερον απέχει το μέλλον, τόσον μεγαλειτέρα η εκ της αγνοίας του πηγάζουσα ευτυχία!

Εκ των ακροατών οι μεν ανοητότεροι εδάκρυον και εφώναζαν• Χάριν των Ελλήνων πρέπει να μείνης εις την ζωήν, δεν θέλομεν ν' αποθάνης. Οι δε ανδρικώτεροι εκραύγαζαν• Να εκτελέσης την απόφασίν σου. Τούτο ετάραξεν όχι ολίγον τον γέροντα, όστις ήλπιζεν ότι όλοι θα ήσαν υπέρ αυτού και δεν θα τον άφηναν να καή, αλλά και παρά την θέλησίν του θα τον ηνάγκαζαν να ζήση.

Διότι ήλπιζεν ότι ο εχθρικός στόλος δεν ήθελε διατηρήσει την τάξιν ως στρατός ξηράς, αλλ' ότι τα μεγάλα πλοία ήθελον συμπέσει προς άλληλα και ότι τα μικρά ήθελον προξενήσει ταραχήν· τέλος ήλπιζεν ότι, εάν ηγείρετο ο άνεμος, όστις συνήθως έπνεεν εκ του κόλπου περί την αυγήν, δεν ήθελεν αφήσει εις αυτούς ουδέ στιγμής ησυχίαν. Και προσδοκών τούτο περιέπλεεν.

Και συγκαλέσας τους Συρακουσίους είπεν εις αυτούς ότι έπρεπε να εξοπλίσουν όσα περισσότερα πλοία ηδύναντο και να αποπειραθούν ναυμαχίαν τινά, διότι ήλπιζεν ότι διά του μέσου τούτου η ωφέλεια εις τον πόλεμον τούτον ήθελεν είσθαι αξία του κινδύνου.

Ο Δημήτρης, επειδή απεκηρύσσετο παρά των ανθρώπων και κατετρύχετο παρά της εκκλησίας, ήρχισε σιγά σιγά ν' αναπτύσση και αυτός εν τη καρδία του μίσος καθ' όλων. Εν τη αλλοφροσύνη και τη μηδαμινότητί του, εθλίβετο ακόμη και διά την ανάστασιν του Ιησού, αφού αυτός ούτε ανάστασιν, όπως όλοι οι χριστιανοί, ούτε θάνατον καλά καλά ήλπιζεν.

Εθαύμαζαν πώς ενώ ήτο τοιούτος τους εξηπάτα με την γενειάδα του και την σοβαρότητα της μορφής του. Και ο Αρισταίνετος μου εφάνη ότι δεν παρέλειψε να τον καλέση από λησμοσύνην, αλλά διότι δεν ήλπιζεν ότι αν τον εκάλει θα κατεδέχετο να έλθη• διά τούτο ούτε καν απεπειράθη να τον καλέση.

Τούτο ήθελε να μάθη; Πώς είναι ο άνθρωπος ότε ψυχομαχεί, αλλ' η απόκρισις του χωρικού δεν τον εφώτισεν. Επεθύμει ν' ακούση περιγραφόμενον το θέαμα, το οποίον απετροπιάζετο προτού το ίδη. Ήλπιζεν ότι η εκ των προτέρων περιγραφή ήθελεν εξοικειώσει αυτόν προς ό,τι παιδιόθεν εφαντάζετο μετά φρίκης. Και επάλαιεν εντός της ψυχής του το ταπεινόν αίσθημα του φόβου προς το ευγενές αίσθημα του καθήκοντος.

Εκτός τούτων ήλπιζεν ότι η εκστρατεία αύτη έμελλε να ελευθερώση χωρίς πόλεμον και τας επαρχίας των Κραβάρων, Λιδωρικίου και Καρπενησίου, διότι επερικυκλώνοντο τρόπον τινά από τα Ελληνικά στρατεύματα. Όθεν αφήσας εις φύλαξιν της Βελίτζας τον Ρούκην, τον Νάκον Πανουργιάν και τον Χ. Περραιβόν, αυτός με όλον το λοιπόν στράτευμα εκίνησε την δεκάτην του Δεκεμβρίου.