United States or Armenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η απάντησις ήτο λακωνική, αλλ' είχε τι το καθησυχαστικόν ο τόνος του χωρικού και ο τρόπος δι' ού επρόφερε το όνομά μου μετά της φωνητικής του Κάππα αλλοιώσεως. Δεν εζήτησα πλειοτέρας εξηγήσεις, αλλά τα πάντα με έδιδον να εννοήσω ότι επλανάτο εισέτι ο φόβος των Τούρκων εις την ατμοσφαίραν της Χίου.

Αλλά το ατμόπλοιον παρήλθε προ αυτού και προσωρμίσθη, όπως εσκόπευε, εις την Βεβαί. Η μικρά συντροφιά από εδώ εβάδισε προς τον ανήφορον μέσα από τους λευκούς ηλιολούστους τοίχους οι οποίοι περιβάλλουν τας προ της ορεινής πόλεως Μοντρέ αμπέλους· συκαί την οικίαν του χωρικού σκιάζουν, δάφναι και κυπάρισσοι αυξάνουν εις τους κήπους.

Ήρκει τέλος να κάμω μαζή σου μικρόν τινα περίπατον εις την αγοράν και τας οδούς των Αθηνών, και να διασκεδάσωμεν ομού, θεωρούσαι αδιακρίτως εις τα βάθη των υπογείων οινοπωλείων, όπου θα εβλέπαμεν τον μελανόν επενδύτην προστριβόμενον οικείως εις την λιπαράν εφεστρίδα του χωρικού, το στίλβον υπόδημα πατούμενον εν φιλική διαχύσει υπό του λασπωμένου τσαρουχίου, και τους γλαφυρούς δακτύλους κομψού τινος υποψηφιδίου θωπεύοντας τον πιναρόν τράχηλον οινοβαρούς εκλογέως.

Και σε μια στιγμή ο χωρικός φώναξε με τρομάρα: — Παναγία μου! Παναγία μου! Η μαυροφόρα έγυρε στον γκρεμό κέπεσε στο χάος. Το αίμα του χωρικού πάγωσε· και τόσον παράλυσε το σώμα του από την τρομάρα, που όταν έτρεξε προς τα κάτω, τα πόδια τον δεν τον άκουαν. Στη σάστιση του νου του μια σκέψη συστρεφότανε: «Μα είνε το Βαγγελιό ή άλληΉτο το Βαγγελιό, ως την είχε γνωρίσει από μακριά.

Και εις τα περίχωρα της μεσημβρινής Γαλλίας συγκίνησις μεγάλη επήλθεν από την διάδοσιν ενός χωρικού, ο οποίος ισχυρίζετο ότι καθήμενος εις τον τάφον ενός αξιωματικού αντελήφθη απότομον κλονισμόν του εδάφους, ωσάν να εκτυπάτο κανείς από κάτω του. Κατά πρώτον ολίγην έδωσαν προσοχήν εις τα λόγια του ανθρώπου αυτού.

Ο γεροντότερος των τριών, ο ιδιοκτήτης και κυβερνήτης του συντριβέντος πλοίου, ωμίλει περί αναζητήσεως καλύβης τινός χωρικού, όπως εύρωσι πυρ και στέγην, κ' επαρηγόρει τον υιόν του λέγων: «ας είνε υγιεία, και θα κάμουμε άλλο τσερνίκι μεγαλείτερο». Αλλ' ο υιός του δεν εφαίνετο λυπούμενος τόσον διά το τσερνίκι, όσον δι' ένα ωραίον φλώκον, εκ λευκού πανίου καινουργή, τον οποίον ου προ πολλών ημερών με τας ιδίας του χείρας είχε ράψει, κ' εφαίνετο διατεθειμένος να βουτήση πίσω πάλιν εις την θάλασσαν, με την ελπίδα ν' ανεύρη τον φλώκον.

Θ' αντικαθίστα απλώς τον καλοθελητήν, θα ήλλαζε προστάτην και τύραννον, αλλά δεν θα εγλύτωνεν ούτε την άμπελον ούτε την οικίαν. Ο νέος καλοθελητής θα εφήρμοζεν απλώς το αυτό σύστημα, με την επί το χείρον διαφοράν, προς ζημίαν του χωρικού, ότι θα ησθάνετο ολιγώτερον προς αυτόν οίκτον. Τρίτος τρόπος θα ήτο να καταφύγη ο χωρικός εγκαίρως προς τον δικολάβον. Αλλ' ο δικολάβος είνε το χείριστον κακόν.

Το φως εισήλθεν άφθονον εντός του δωματίου, η αναπνοή του ιερέως μετέβαλε ρυθμόν, αλλ' όμως δεν έπαυσεν αντηχούσα, η δε παππαδιά στρέψασα την κεφαλήν προς το ανοιχθέν θυρόφυλλον, έθεσε τον δάκτυλον εις τα χείλη διά να επιβάλη σιωπήν εις τον ανοίξαντα. Εντός του φωτερού τετραγώνου, του σχηματισθέντος διά του ανοίγματος του άνω μέρους της θύρας, προέκυπτε το στήθος και η κεφαλή γέροντος χωρικού.

Γιος πτωχού κορινθίου χωρικού, μη επαρκούντος εις συντήρησιν συζύγου και τριών τέκνων, — αυτού και δύο κορασίδων, — είχεν εκμισθωθή αντί πεντήκοντα δραχμών ετησίως εις αθηναίον επιχειρηματίαν, όστις από πωλητού φωσφόρων μετέβαλλεν αυτόν εναλλάξ εις καθαριστήν υποδημάτων ή κομιστήν οψωνίων.

Ιδούσα η Αϊμά ότι απέτυχε το άκρως αφελές εκείνο μέσον, εσκέφθη να μεταβή εις τον οίκον του αγρότου, και να παρακαλέση την μητέρα των δύο οχληρών να περιορίση ολίγον τας κακάς έξεις των. Τω όντι μετά δύο ημέρας μετέβη εις την μικράν έπαυλιν. Η γυνή του χωρικού ήτο ανίκανος όλως να παιδεύση τους δύο μικρούς διαβόλους.