United States or Mauritania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Να πάη στον Αγά και να πέση στα πόδια του; Ούτε θα τον άφηναν να μπη στο κονάκι του. Αλλά και πάλι η μπιστόλα θα του μιλούσε. Να βάλη άλλον να μεσιτέψη; Ποιόν; Αλλά κιαφού μπροστά στο Μόχογλου δέχτηκε ο ίδιος να γίνη Τούρκος, μαρτύρησε πίστη στο Μουχαμέτη. Και τώρα αν έμενε χριστιανός, ήτο ως να γύριζε από την τουρκική στη χριστιανική θρησκεία.

Και αν τυχόν ηπειλείτο ισοψηφία, και χωρικός τις έχων ψήφον εδείκνυτο σκληροτράχηλος και δεν ήθελε να τα γυρίση, τον έκλεπτον, τον ήρπαζον, τον απήγον, τον έκρυπτον εις ασφαλές μέρος, όπου έτρωγε και έπινεν εκτάκτως παχυνόμενος επί τρεις ή τέσσαρας ημέρας, εωσότου παρέλθουν αι εκλογαί. Είτα τον άφηναν ελεύθερον.

Άλλος θεατής της απομακρυνομένης λέμβου, εκτός της Νειόνυφης, δεν ήτο ειμή η Σειραϊνώ το Κουρτεσάκι. Ευθύς μετ' ολίγον ο Πάπος, φαγκρίζων και γελών ως προσωπίς αποκρηάτικη, κάτισχνος, μελαμψός και ηλιοψημένος, ήλθε πλησίον εκεί, άμα η λέμβος εμακρύνθη ως πενήντα οργυιές, κ' εκύτταζε τους ναυβάτας, Καθ' ην στιγμήν άφηναν τα κουπιά και ητοιμάζοντο να κάμουν πανιά προς το πέλαγος.

Η μάνα μου δε μούλεγε τίποτε· αλλ' η αδερφή μου, που δεν είχε πάψει, φαίνεται, να τη συμπαθά λίγο, μούπε πως η κατάστασή της ήτο πολύ άσχημη. Ο πυρετός κιο βήχας δεν την άφηναν νύκτα και μέρα και στην εκκλησία, που πήγαινε σπάνια, της ερχόντανε λιγομάρες κέφευγε στη μέση της λειτουργίας ή του σπερνού. Τώρα έβγαινε πολύ λιγοστά από το σπίτι.

Ικέτευσαν προ πάντων τα πλήρωμα της Παράλου, το οποίον απετελείτο μόνον από Αθηναίους ελευθέρους, οι οποίοι πάντοτε ανθίσταντο εις την ολιγαρχίαν και πριν ακόμη εγκατασταθή αύτη· οσάκις δε ο Λέων και ο Διομέδων έκαμναν εκδρομάς, τους άφηναν πλοίά τινα, διά να τους φυλάττουν.

Μα εκείνη τη στιγμή τον έπιασε κάποιος απ’ τον αγκώνα: ένας φίλος που τώρα ότι είχ’ έρθει κ' ήτον όλο χαρά που τον εύρισκε εδώ-ο Ντίνος-ένα παιδί γλυκό με δυο μάτια σαν ελίτσες που δεν άφηναν καθόλου ασπράδι στις άκρες, ψηλούτσικος, με μια μέση τόση δα, που περπατούσε ίσιος-ίσιος σα λαμπάδα. Δες πως γλάρωναν τα μάτια της απ’ την ευχαρίστηση.

Ας τον έκαναν μοναχοί τους, γιατί και έτσι να τον έκαναν και να νικούσαν, πάλι θα μας άφηναν αυτά τα ίδια μέρη, και θα τους λέγαμε και σπολλάτη. Ο πόλεμος ήταν περιττό ξόδιασμα χρημάτων και ανθρώπων, αν σκοπός του ήτανε να ευκολύνει τους Βουλγάρους να κάνουν τη Μεγάλη Βουλγαρία του Άγιου Στέφανου.

Μα και το ίδιο το παιδί δεν ξέρη τους γονιούς του, και όσω ήτανε παιδί, έπαιζε κ' εμεγάλωνε με της τροφές, που άφηναν τριγύρω στους βωμούς• μα όταν άνδρας γίνηκε, του δώσανε οι Δελφοί των θησαυρών τη φύλαξι, καιόλα επιστάτη τον διωρίσανε πιστόν, και στου θεού το ανάκτορο, στον τόπο αυτό, περνά ζωή σεμνή και τιμημένη.

Δεν έπρεπε να εκλέξουν ειμή ολίγους στρατηγούς έχοντας πάσαν πληρεξουσιότητα και να υποχρεωθούν προς αυτούς μεθ' όρκου ότι θα τους άφηναν να τους διοικούν όπως ήθελαν· τοιουτοτρόπως δε παν ό,τι έπρεπε να μείνη κρυπτόν θα έμενε κρυπτόν, και τα πάντα θα παρεσκευάζοντο μετά τάξεως και προθυμίας.

Αυτοί όμως που βρίσκονταν δώθε από το τοιχάκι δεν τον άφηναν ήσυχο να ατενίζει μια τέτοια ομορφιά. Εκείνος δεν έστρεφε πλέον το πρόσωπο προς αυτούς∙ μόνο μια μέρα ένα χέρι που ακούμπησε στον ώμο του και μια φωνή που τον καλούσε σιγά σιγά στο αυτί τον έκαναν να τιναχτεί. «Έφις! ΈφιςΤο πρόσωπο του Τζατσίντο, τα γλυκά του μάτια, υγρά από συμπόνια ήταν καρφωμένα επάνω του.