United States or Barbados ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ιδού! ο νεκροθάπτης βαθύν ανοίγει λάκκον και «δεν μου λες αλήθειαμου λέγει προπετώςγι' αυτό εδώ τι γράφει ο Σπένσερ και ο Βάκωνκι' εμένα τεταρταίος με πιάνει πυρετός. Τρελλούς ακούω νέους ποτήρια να βροντούν και όλοι κοκκινίζουν από το πίνε πίνε... «καλώς σας ηύρα» λέγω, κι' εκείνοι μ' απαντούν «μονάχος σύντροφός σου ο νεκροθάπτης είναι».

Εγώ επέστρεψα χαρούμενος και ο πυρετός μου είχε παύσει• ανάγγειλα δε εις όλους ότι μετ' ολίγον θ' αποθάνη ο Δημύλος• ήτο δε ο Δημύλος γείτονάς μας και ησθένει, ως ελέγετο. Μετ' ολίγον τωόντι ηκούσαμεν αναφωνητά• είχεν αποθάνει και τον εμοιρολόγουν. Τι το παράδοξον; είπεν ο Αντίγονος, εγώ γνωρίζω ένα ο οποίος μετά είκοσι ημέρας από της ταφής του ανέστη.

Αφού εκρύβην επί εβδομάδα εις κοινόν τινα ξενώνα, επήγα λάθρα μίαν πρωίαν να ενταμώσω τον φίλον μου Νικόλαον τον Μπούκην. Φευ! τι έμαθα; Η μικρά Κούλα, ήτις ήγε τώρα το ενδέκατον έτος της ηλικίας της, ήτο άρρωστη βαρειά. Είχε δέκα ημέρας στο κρεββάτι, κι' ο ιατρός είπεν ότι ήτο κακός πυρετός, ίσως τυφοειδούς φύσεως.

Αποκοιμήθηκα με την πίστη πως ποτέ δε θα λάβαινα την πείρα, αν είπε την αλήθεια ή όχι. Ο Σβεν αρρώστησε τόσο, που έπρεπε να τον φέρουμε στο κρεββάτι. Μα αν και γνωρίζαμε πως το πράμα είταν αρκετά σοβαρό, ο πυρετός ωστόσο είτανε τόσο μικρός, ώστε δε φοβηθήκαμε πραματικό κίντυνο.

Μόλις ο Αγαθούλης εγκαταστάθηκε σ' ένα ξένο δοχείο, τον έπιασε ελαφρός πυρετός από τους πολλούς κόπους.

Όταν η μητέρα μου γύρισε στο σπίτι, ήτο σαν τρελλή από ανησυχία κιαγανάχτηση. Σε μένα όμως δε φανέρωσε τίποτε, για να μη με ταράξη και χειροτερέψη την κατάστασή μου. Τα μάγια και τα γιατρικά του δασκάλου γίνηκαν· αλλ' ωφέλεια δε μούκαμαν καμμία. Ο πυρετός έγινε καθημερνός. Σηκωνόμουν, πήγαινα μάλιστα και λίγο έξω, αλλ' ήμουν φοβερά εξασθενημένος, όρεξη δεν είχα κιόλα μου φαινόταν άνοστα.

Ο πυρετός τον κατάτρωγε, οι λοξές ακτίνες από ασημί λεπτή σκόνη που έπεφταν από την κατεστραμμένη στέγη του φαίνονταν να σχηματίζουν άσπρες τρύπες επάνω στο μαύρο πάτωμα και οι χλωμές φιγούρες των εικόνων κοίταζαν όλες προς τα κάτω, έσκυβαν, ήταν έτοιμες να ξεκολλήσουν και να πέσουν. Η Μαγδαληνή προχωράει εμπρός, προβάλλει από το μαύρο της κάδρο στα όρια του άγνωστου.

Ύστερ' από λίγες μέρες μαφήκε κιο πυρετός, όχι από θαύμα, αλλά με το κινίνο. Ένας χριστιανός, ούτε γιατρός, ούτε μάγος, βρέθηκε κείπε να μου δίδουν κινίνο κάμποσες μέρες γραμμή. Σαν έγινα εντελώς καλά κείδε η μητέρα μου ότι άδικα είχε φοβηθή για την αρρώστεια μου, μου φανέρωσε την υποψία που τη βασάνισε και την έκαμε να φανή τόσο σκληρή στην άρρωστη.

Της ήλθε πυρετός. Έβλεπεν όλην την νύκτα νεκρούς και τάφους και βρυκόλακας εις τον τεταραγμένον ύπνον της. Η ιδία η θεία της τής εφαίνετο ότι είχεν αποθάνει, ότι εβρυκολάκιασε και ζητούσε να της πίη το αίμα. Εξύπνησε παγωμένη, και την κατέλαβε κάτι σπασμώδες και νευροπαθές. Είχε πάρε «φρίξιν», καθώς έλεγεν η μητέρα της.

Και πιούσα ύδωρ κατά κόρον ως διψασμένη, — αχ! πόσην δίψαν γεννά της ψυχής ο πυρετός! — ανεστέναξεν εκ βάθους και είπεν ως να ωμίλουν τα σπλάγχνα της: — Ό,τι κι' αν είνε, δεν το δίνω το σπίτι. Κατά την επιστροφήν των ουδένα συνήντησαν.