United States or Belize ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σ' εσάς που θέλα κάμετε τον κόπο ν' αναγνώστε, Και ή καλήν, ή αχαμνή, μια γνώμη θέλα δόστε, Το λέει αυτός που ιστορά, καθόλου δεν τον μέλλει· Ας κάμη την απόφασι καθένας, όπως θέλει. Καλό ειπή· κακό ειπή· τ' αρέση δεν τ' αρέση. 5 Ο στιχουργός δεν έχασε, μήτ' έχει να κερδαίση· Γιατί δεν αφηκράστηκε, παρά την όρεξί του. Και το κοντύλι του έπιακε για ξάχλιασι δική του.

Το έχει το σκαρί μας ναι· το θέλει η φύσις μας να είμαστε πάντα μεγάλοι. Όπου και αν γυρίσης σε στεριές και θάλασσες, σε νότον και βοριά, σε ανατολή και δύσι θα το ιδής γραμμένο. Και γραμμένο όχι με ανθρώπινο κοντύλι αλλά με το ίδιο χέρι, το αόρατο και παντοδύναμο του Δημιουργού. Είμαστε άντρες σου λέγω! Να, κύταξ' εκεί· εκεί κάτω στην Ανατολή.

Μον τι να κάμω της καρδιάς οπού περιορισμένη Κι από πληγή ανυπόφερτη βαριά μαχαιρομένη, Επρόσταξε το χέρι μου να πιάκη το κοντύλι, Για να σου ειπή τον πόνο της με μαραμένο αχείλι. Αυτή με κάνει στανικώς στη λαύρα της και ζάλη Να χάσω μέτρα λογισμού και γνώσι οχ το κεφάλι. Κι' εγώ, Κυρά, δεν ήθελα να μπω στον έρωτά σου· Δικό μου δεν είν' φταίξιμο, μον φταίγ' η ωμορφιά σου.

Για να γράψη κανείς ρομάντζο, καθώς και να βγη άξαφνα γλωσσολόγος, χρειάζεται πρώτα να προετοιμαστή, να μάθη, να ιδρώση. Άμα πιάση κανείς κοντύλι στο χέρι, θα πη πως τόκαμε απόφαση πια να βάλη τα δυνατά του όλα, όχι μισά μισά να τα φτειάνη κι όπως τύχη.

Το μεγάλο το κακό είνε που οι άλλοι οι Ρωμιοί που δεν πιάνουνε κοντύλι, δεν πιάνουνε μήτε βιβλίο στο χέρι τους! Δε μιλώ για κείνους που μελετούνε, μήτε για κείνους που το θαρρούνε χρέος τους να διαβάσουνε μερικά βιβλία, μάλιστα ξενικά, και τέλος μήτε για όσους τους αρέσει να διαβάζουν κάποτες για να σκοτώνουνε λίγον καιρό και μ' αυτόν τον τρόπο.

Γυρεύει αυτός λίγο νερό. 'Στη βρύσι η κόρη απλώνει, Παίρνει νερό 'ςτά χέρια της και του το πάει 'ςτο στόμα. Ο Ήλιος πίνει και γλυκά, 'ς τα μάτια την τηράει. Η κόρη ήταν μελαγχροινή, ήταν και μαυρομάτα, Είχε και φρύδια ολόμαυρα γραμμένα με κοντύλι, Είχε και ολόμαυρα μαλλιά, και φορεσιά είχε μαύρη. Ο Ήλιος πίνει και γλυκά 'ςτα μάτια την τηράει.

Καθίζει στο γραφείο, κι αμέσως γεννάει το κοντύλι του προσταγές, νόμους, σονέττα, δράματα, ιστορίες, παραμύθια. Είδος μηχανή που βγάζει σουζούκια. Μια και δοθή αφορμή στη μηχανή να γυρίση, κ' έρχεται η &Δόξα&, η θεά που τραβάει κατόπι της όλο αυτό το κοπάδι, φορτωμένη δάφνες και μεγαλεία. Μη βλέπης που πηγαίνει στο σπίτι του και ξαπλώνεται πεινασμένος.

Εκείνος όμως τάβγαζε πέρα και με μια δύναμη που μας δείχνει τύπο Ρωμιού όχι τωρινού, παρά του Ρωμιού που θα μας έρθη με τον καιρό. Ο τωρινός ο Ρωμιόςτον ξέρεις κι από μένα καλλίτερα· τόσο καλλίτερα, που καταντάει από λόγου σου να τον έχω κ' εγώ σπουδασμένο. — Δεν είνε κάστρο φιλολογικό που δε βάλθηκε να το πάρη, από τη στιγμή που έπιασε κοντύλι στο χέρι του.

Το δοξάρι για το βαμπάκι τηςβαμπάκι για φορεσιές κ' η κιθάρα για το τραγούδιτραγούδι για καϋμούς, για πόθους και για έρωτες. Τους άλλους τοίχους τους στολίζανε ζωγραφιές παλιές μα ολοζώντανες, σα να έφυγε τώρα το κοντύλι από πάνω τους. Η μια έδειχνε την Αρετούσα στη φυλακή να βρέχη με τα δάκρυά της το δαχτυλίδι του Ρωτόκριτου.

Εμείς, όσο ταπεινούς κι α μας βλέπειςμα Βασιλέας, μα Ζητιάνος είναι ομπροστά μας, όταν όμως είναι για μια Πίστη, σπαθιά και φωτιές και θεριά χαρά μας δίνουνε κι όχι φόβο. Ίσως είναι λίγο στολισμένος αυτός ο διάλογος από κοντύλι ρητορικό. Τα βέβαιο είναι όμως πως δεν τονέ στενοχώρησε πια ο Αυτοκράτορας το Βασίλειο. Έμεινε ήσυχος στην Καισάρεια ως το τέλος του. Ήσυχος μα όχι κι ανάπραγος.