United States or Malta ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μόνον τότε σταματάει τον νου, τρομάζει τη συνείδησι και την κάνει να σκεφθή, πως βρίσκεται κάτι ανώτερο ψηλά που βλέπει αόρατο του καθενός το δίκηο. Ήμουν, θυμούμαι, άνεργος στην Πόλη. Δεν ξεύρω πώς μου ήρθε και αποφάσισα να κατεβώ στην Ύδρα να στεφανωθώ. Μα ημέρα με την ημέρα να εύρω καράβι γνώριμο, έφαγα τα λεφτά που είχα για τον γάμο.

Οι πόρτες, τα υποστυλώματα και το κάγκελο του μπαλκονιού ήταν φτιαγμένα από ξύλο λεπτοσκαλισμένο. Όλα όμως ήταν ετοιμόρροπα και το ξύλο σαρακοφαγωμένο, μαυρισμένο, λες και θα γινόταν σκόνη με το παραμικρό χτύπημα, σαν να το κομμάτιασε αόρατο τρυπάνι.

Αχτινοβολούσε όλος από χαρά και περηφάνεια. Τα χέρια του γροθοκοπούσαν τον αέρα, σα να πάλευε με αόρατο δαίμονα. — Υμνεί τη μητέρα του ή ρητορεύει; εψιθύρισε στ' αφτί του Γκενεβέζου ο Περαχώρας. — Είνε φυσικό του· αποκρίθηκε με τον ίδιον τρόπο εκείνος. Χρειάζεται, να σου ειπώ, λίγη ιλαρότητα. Το μυρολόγι της Ελπίδας μούσφιξε την καρδιά.

Το έχει το σκαρί μας ναι· το θέλει η φύσις μας να είμαστε πάντα μεγάλοι. Όπου και αν γυρίσης σε στεριές και θάλασσες, σε νότον και βοριά, σε ανατολή και δύσι θα το ιδής γραμμένο. Και γραμμένο όχι με ανθρώπινο κοντύλι αλλά με το ίδιο χέρι, το αόρατο και παντοδύναμο του Δημιουργού. Είμαστε άντρες σου λέγω! Να, κύταξ' εκεί· εκεί κάτω στην Ανατολή.

Τον καιρό αυτό μπόρεσα να παρακολουθήσω κάθε λεπτομέρεια κ' ένας λόγος ή ένα βλέμμα είχαν τη δύναμη να με κάμουν να τρέμω ίσια με το βάθος της ψυχής μου, γιατί γνώριζα τι σημασία είχαν. Την είδα να λιώνη εμπρός μου και μπρος στα παιδιά και να μιλή με κάτι αόρατο.

Η Κριτική δεν θα κρίνεται με κανένα ταπεινό κριτήριο μιμήσεως ή ομοιότητος, απαράλλακτα όπως και το έργο του ποιητή ή του γλύπτη. Ο κριτικός έχει την ίδια σχέση με το έργο της Τέχνης, που κρίνει, που έχει κι ο καλλιτέχνης με τον ορατό κόσμο της φόρμας και του χρώματος ή τον αόρατο του πάθους και της σκέψεως. Ούτε καν γυρεύει για την τελειοποίηση της τέχνης του τα λεπτότερα υλικά.

Οι ναύτες έσκυφταν αμέσως το κεφάλι κ' εσκορπούσαν κατακόκκινοι από ντροπή, σαν παρθένες άβγαλτες, με λυπητερό χαμόγελο στα χείλη και μ' ένα δάκρυ, ψιλόψιλό και αόρατο στην τριανταφυλλένια βρύση των ματιών τους.

Είμαι το δέντρο που ακολουθεί τη γραμμή της προσευχής όταν ανεβαίνει από ήσυχη ψυχή. Είμαι η λόγχη που κοκκίνησε στο αίμα της δύσης και φρουρεί το Αόρατο απ' την άρνηση και την ειρωνεία. Είμαι στης γιορτές του τοπείου το μαύρο ράσο που δεν τέλειωσεν ακόμα τη δοκιμασία του.

Αν είνε κανείς διά τον άλλον κόσμον και ψυχομαχή, εξορκίζουν με ευχάς και με θυμιάματα τον Μάγον, να μη τυχόν εμποδίση με την αόρατο παρουσίαν του τον μισοπεθαμένον, και δεν υπάγη κατευόδιον εις τον κάτω κόσμον.