Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025
Κένταγε κι’ ωριοκένταγε μεταξωτό μαντήλι, Που είταν ψιλό και διάφανο, σα φεγγαριού αχτίδα, Πούχε το χρώμα του χιονιού, του Ήλιου τη λαμπράδα, Μαντήλι μοσκομάντηλο, μαντήλι της αγάπης, Που θάδινε του Κωσταντή, του αρραβωνιαστικού της, Τη μέρα, που θα φόρεγαν τα τίμια τους στεφάνια, Και θα τους βλόγαε ο παπάς με το δεξί του χέρι, Μπρος το Βαγγέλιο το ιερό και μπρος στην Παναγία, Και στον αφέντη το Χριστό και σ’ όλους τους Αγίους.
Οι ναύτες έσκυφταν αμέσως το κεφάλι κ' εσκορπούσαν κατακόκκινοι από ντροπή, σαν παρθένες άβγαλτες, με λυπητερό χαμόγελο στα χείλη και μ' ένα δάκρυ, ψιλό — ψιλό και αόρατο στην τριανταφυλλένια βρύση των ματιών τους.
Στο θεματικό πάλε σύστημα του 7ου και του 8ου αιώνα θα βρούμε όλο το ενάντιο· πολιτική και στρατιωτική δοίκηση ανεκατεμένες, τις «Διοίκησες» καταργημένες, τον πραιτωριανό Έπαρχο μήτε ψιλό όνομα, και τις επαρχίες μεγαλήτερες. Ο δρόμος λοιπόν που πήρε ο Ιουστινιανός είταν ο δρόμος που τοίμαζε τον τόπο για τις μεγαλήτερες θεματικές αλλαγές.
Έλεγαν πως είτανε μάγος, γιατί είχε πάντοτε στην τζέπη του ένα γυαλί, μα την αλήθεια! ένα παράξενο γυαλί, χοντρό στη μέση και στις άκρες ψιλό, ξεστρογγυλωμένο με τέχνη, λαμπερό και πολυδουλεμένο. Ο μάγος με το γυαλί του προσπαθούσε να διή τους μικροπολίτες. Έβαζε το γυαλί και δος του κοίταζε όσο μπορούσε. Αχ! τι παράδοξο πράμα που ακουλούθησε τότες! Τι πρωτάκουστο ιστορικό!
Φέρνει απ τα νέφη τ' απαλά, τα δειλινά, τα βράδια τη λύπη την κρυφή, θλιμμένα κάποια εγγίζοντας ευγενικά ρημάδια ευγενικό λαλεί. Κλαίει ότι χάθηκε καλό κι ότι όμορφο έχει σβήσει, και τα χρυσά φτερά τινάζουν ότι δεν μπορεί μήτε η πνοή να γγίση γλυκά και αρμονικά. Περνά αποκεί που δεν περνά το πιο ψιλό το αέρι κι όπου ούτε της αυγής το στάλαγμα δεν κάθεται· ν' απαλοτρέμη ξέρει στα βάθη της ψυχής.
Ζήτησε τότες ο στρατηγός ο Υπάτιος, ανιψιός του Αναστασίου, να πέση στη θάλασσα και να γλυτώση κατά το Σλαβικό τρόπο, βουτώντας δηλαδή κάτω από τα νερά κι αναπνέοντας με ψιλό μασούρι. Δεν καλογνώριζε όμως την τέχνη, και πιάστηκε αιχμάλωτος. Μάζεψε μεγάλα πλούτη σ' αυτούς τους πολέμους ο Βιταλιανός, και κατάντησε είδος αυτοκράτορας της Μοισίας και της Σκυθίας.
Όταν θυμούμαι τον καιρό αυτό κι όλα όσα γίναν έπειτα, ξαφνίζουμαι με την ένταση που είχε πάρει η ψυχή μας τότε. Σα να πέρασε απάνω στον ουρανό μας ένα ψιλό μονάχα σύννεφο και σκορπίσθηκε έπειτα. Έτσι πηγαίναμε κ' ερχόμαστε δω κάθε βράδι ευτυχισμένοι και στις ομιλίες μας δεν υπήρχε ούτε το αλαφρότερο σημάδι θλίψης. Όλα όσα είχανε γίνει είτανε θαμένα πίσω μας.
Τούρχεται είδος βύθος, πιώτερο ξύπνος παρά ύπνος, κι αντίς όνειρα, πράματα και σκηνές που ταγνάντεψε ή τάκουσε ή τα υποψιάστηκε μες στο μερόνυχτο. Έβλεπε τον Πανάγο με τη Βασιλική μες στη νυφοκάμαρά της στα βραδινά τα σκοτάδια, κ' η γριά, η ξεμωραμμένη η μάννα της η κερά Μαριώ, να θαρρή πως είνε ο Μιχάλης! Και δος του μια περεχυσιά ψιλό ίδρο!
Και τα χοντρά και τα πρωτάκουστα γι' αφτούς που τους έλεγα, τους τάλεγα ήμερα κι απλά, σαν που θα τάλεγε κανένας σε μιαν εβρωπαϊκή Ακαδημία, έτσι, με τρόπο, μήτε πολύ πολύ σοβαρά, μα μήτε και πολύ πολύ στο ψιλό. Δημοσίεψε ωςτόσο τη μελέτη μου ο Σύλλογος , και θέλει δε θέλει, βρίσκεται τώρα η δημοτική πολιτογραφημένη στα ιερά βιβλία του Συλλόγου.
Δεν ήτον η θάλασσα που με εφόβιζεν απεκρίθη ο άγριος άνθρωπος χαμογελώντας· επειδή και είμαι αρκετός να σταθώ εις αυτήν διά πολλούς χρόνους χωρίς να κακοπάθω· μα εκείνο που πλέον με τυρανεί είνε η μεγάλη πείνα που έχω, με το να είναι έξη ώρες που δεν έφαγα· ετούτη είνε μία διορία πολλά μακρυνή διά έναν άνθρωπον ωσάν εμένα· ώστε κάμε μου την χάριν όσον ογλήγορα ημπορέσης διά να μου φέρης φαγητά να φάγω ότι δεν ημπορώ να υποφέρω μίαν νηστείαν τόσον μακρυνήν· και μη χαλεύης να φέρης φαγητά εξαίρετα, ότι εγώ τρώγω ό,τι εύρω, με το να μην έχω ψιλό στομάχι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν