United States or Belize ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έκοψ' εκείνη τους καρπούς της συμβουλής μου, και αυτός διωγμένος, — διά να μη μακρολογήσωέβαλε αρχήν να πέσητην βαρυκαρδίαν, εκείθετην νηστείαν, κείθετην αγρύπνια, εκείθετην αδυναμία, και πάλι εκείθετην ελαφρομυαλιά, κ' έτσι μ' αυτό 'πού λέγω το κατρακύλισμα ερροβόλησετην τρέλλαν, οπού δέρνεται ο νους του και όλοι εμείς τον κλαίμε. ΒΑΣΙΛΕΑΣ Φρονείς πώς είναι τούτο;

Ούτω άμα ήνοιξε και ο Φρουμέντιος τους οφθαλμούς, ητοιμάσθη να προσφέρη εις την αχάριστον Ιωάνναν την συνήθη δακρύων σπονδήν, αλλά παρά πάσαν προσδοκίαν οι οφθαλμοί του ευρέθησαν ξηροί και να προγευματίση μάλλον ή να κλαύση ησθάνετο όρεξιν μετά πολυήμερον νηστείαν ο καλός Βενεδικτίνος.

Μετά τριήμερον νηστείαν και αγρυπνίαν έφαγεν ως λάμια και απλωθείς έπειτα εις την κλίνην του ερουχάλισε μακαρίως μέχρις ου ήλθε την επιούσαν να τον εξυπνήση ο επί της εκτελέσεως αποσπασματάρχης.

Δεν ήτον η θάλασσα που με εφόβιζεν απεκρίθη ο άγριος άνθρωπος χαμογελώντας· επειδή και είμαι αρκετός να σταθώ εις αυτήν διά πολλούς χρόνους χωρίς να κακοπάθω· μα εκείνο που πλέον με τυρανεί είνε η μεγάλη πείνα που έχω, με το να είναι έξη ώρες που δεν έφαγα· ετούτη είνε μία διορία πολλά μακρυνή διά έναν άνθρωπον ωσάν εμένα· ώστε κάμε μου την χάριν όσον ογλήγορα ημπορέσης διά να μου φέρης φαγητά να φάγω ότι δεν ημπορώ να υποφέρω μίαν νηστείαν τόσον μακρυνήν· και μη χαλεύης να φέρης φαγητά εξαίρετα, ότι εγώ τρώγω ό,τι εύρω, με το να μην έχω ψιλό στομάχι.

Όταν ήκουσε τους κώδωνας, επόθησε να παραστή εις την ωραίαν ακολουθίαν των Χριστουγέννων, ν' ακούση τους ωραίους ψαλμούς και να ευφρανθή μετά τόσην νηστείαν. Πλην εφοβήθη να εκτεθή εκ νέου εις το υπερβολικόν ψύχος της νυκτός και εις τον παγετόν των πλακών του ναού. Ουχ ήττον υπεχρέωσε την συζυγόν του να μεταβή αύτη, διότι του εφαίνετο πολύ σκληρόν να λείψουν και οι δύο από την πανήγυριν.

Είπε μίαν πρωίαν, μετά διήμερον νηστείαν. — Δεν σ' έπνιγα, μαθές; απήντησε και η μητέρα της, ξηροκαταπίνουσα την θλίψιν της ως πικράν κινίνην.

Τις έπταιε! Διελογίζετο ο Μπάρμπα-Σταύρος, ου η όρεξις, αναμένοντος τόσας ώρας την πλουσίαν και ορεκτικήν τράπεζαν μετά τόσα παθήματα και τόσην νηστείαν, είχε καταντήσει εις οργήν και λύπην. — Ο Κομποδήμος έπταιε μόνος, ή και η ευλαβής Κρατήρα; Ή μήπως έπταιε περισσότερον όλων ο Μπάρμπα-Σταύρος, αλλ' εντρέπετο και να το σκεφθή τώρα;

Καϋμένη! είπεν ο Γιάννος με λύπην, ατενίζων αυτήν εις τους οφθαλμούς· μη λες ψέμματα, γιατί μας ακούει ο Θεός. Η Μάρω εχαμήλωσε την κεφαλήν υπό το εταστικόν βλέμμα του αδελφού της. Αλλά ο Γιάννος είχε μεγαλειτέραν ανάγκην να φάγη· οι οφθαλμοί του είχον βαθύνει από την νηστείαν τόσον ημερών.

Μετά την νηστείαν του όθεν την τεσσαρακονθήμερον, όσον και αν υπεστήριζον τας δυνάμεις του οι βαθείς λογισμοί και η υπερφυσική βοήθεια, η πείνα την οποίαν ησθάνθη ήτο μεγάλη.

Τωόντι από της ανοικτής κλαβανής ανήρχετο από του κατωγείου ευώδης οσμή ψητού· και μάλιστα ψητού χοιριδίου. Ενόμιζέ τις ότι η ευσεβής Κρατήρα, επανελθούσα από την θείαν λειτουργίαν των Χριστουγέννων, εκόμισε μεθ' εαυτής και το χορταστικόν άρωμα της κρεωφαγίας μετά την τεσσαρακονθήμερον νηστείαν.