United States or Argentina ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Κωνσταντής ο Περηφανάκιας, συνάδελφος του Στάθη βοσκός, εξέφερε γνώμην ότι έπρεπε να πάρουν μέγα χονδρόν άγκιστρον, ωσάν αρπάγην, να το δέσουν εις την άκραν του σχοινίου, και εις το άγκιστρον επάνω να περάσουν κλαδιά και χόρτα και βλαστάρια, και διά του δολώματος τούτου να εφελκύσουν τας δυο αίγας, ώστε, ενώ αύται θα εμασούσαν την ορεκτικήν τρυφεράν βοσκήν, το οξύ ακονημένον άγκιστρον θα ήτο πιθανόν να χωθή μέσα εις το κατωσάγωνον της μιας και της άλλης γίδας, και τότε, αιματωμένας μεν, αλλά σωσμένος, θα τας ετραβούσαν επάνω.

Τις έπταιε! Διελογίζετο ο Μπάρμπα-Σταύρος, ου η όρεξις, αναμένοντος τόσας ώρας την πλουσίαν και ορεκτικήν τράπεζαν μετά τόσα παθήματα και τόσην νηστείαν, είχε καταντήσει εις οργήν και λύπην. — Ο Κομποδήμος έπταιε μόνος, ή και η ευλαβής Κρατήρα; Ή μήπως έπταιε περισσότερον όλων ο Μπάρμπα-Σταύρος, αλλ' εντρέπετο και να το σκεφθή τώρα;

Εκ των δυνάμεων της ψυχής τας οποίας είπομεν, είς τινα όντα υπάρχουν όλαι, ως προείπομεν, εις άλλα δε ολίγαι και εις άλλα μία μόνον. Δυνάμεις δε είπομεν την θρεπτικήν, την αισθητικήν, ορεκτικήν, κινητικήν κατά τόπον, διανοητικήν. Υπάρχει δε εις μεν τα φυτά μόνον η θρεπτική, εις δε τα ζώα και αυτή και η αισθητική.

Ο καπετάν-Φαφάνας εσκέφθη να σηκωθή αμέσως και να φύγη· αλλ' έλα πάλιν που ο αέρας της τρικυμίας καταίβαζεν από τον φεγγίτην του πρωραίου χιονοβολήματα, αλειμμένα με την ορεκτικήν οσμήν της μαγειρευομένης σικελικής όρνιθος. Έπειτα μικρός ήτανε, παιδί ήτανε, είπε καθ' εαυτόν, θέλων και μη θέλων λοιπόν ήρχισε να διηγήται: *

Οι δε τοιούτοι, μένουσι πλέον άγαμοι, έως θανάτου. — Εν μέσω ήστραπτε το ταψίον, το επιμελώς γανωμένον, με το χοιρίδιον, το εψητόν, διαχέον πανταχού ορεκτικήν ευωδίαν, ελαφρώς ροδισμένον, προκλητικώτατον. Κατελάβομεν τας θέσεις μας. Ο κυρ-Στρατής, καθίσας εν μέσω των δύο χιλιάρικων, ωμοίαζε δικαστικόν, την νύκτα δικάζοντα μεταξύ δύο αρχαίων κηροπηγίων. — Έλα! είπεν.