United States or Algeria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Απαλόν, με καθαρόν ύπωχρον τρίχωμα, με το ρύγχος του προς τα κάτω και με τους ακινήτως παρατηρούντας το δάπεδον πονηρούς οφθαλμούς του, και με την μικράν ουρίτσαν του και εστριμμένην ως ξεφτισμένην φούνταν, ήτο ως να το έβλεπε κανείς ψητόν επί του λάμποντος ταψίου, με σταυρωμένα τα ποδαράκια του, κυρτωμένον την ράχιν, ροδισμένον, ευωδιάζον τρυφερότητα και νοστιμάδα, το ορεκτικόν και παχουλόν γαλαθηνόν χοιρίδιον.

Κατόπιν ηκολούθησε και η Κρατήρα. Οι κτύποι και αι φωναί επανελήφθησαν. — Νά! Νά! Νά! Και μετά μικρόν επανήλθεν ο Μπάρμπα Σταύρος ωχρός από της οργής, κρατών εις χείρας τεθραυσμένον το τσιμπούκιον και ψελλίζων: — Κρίμα ς' το γουρουνόπουλο! Κατόπιν του ανέβη ο Κομποδήμος έχων εις χείρας του την κεφαλήν του χοιριδίου με ροδισμένον εδώ κ' εκεί το τρυφερόν δέρμα και λέγων: — Μπρε τα παληόγατα!

Οι δε τοιούτοι, μένουσι πλέον άγαμοι, έως θανάτου. — Εν μέσω ήστραπτε το ταψίον, το επιμελώς γανωμένον, με το χοιρίδιον, το εψητόν, διαχέον πανταχού ορεκτικήν ευωδίαν, ελαφρώς ροδισμένον, προκλητικώτατον. Κατελάβομεν τας θέσεις μας. Ο κυρ-Στρατής, καθίσας εν μέσω των δύο χιλιάρικων, ωμοίαζε δικαστικόν, την νύκτα δικάζοντα μεταξύ δύο αρχαίων κηροπηγίων. — Έλα! είπεν.

Τα δάση των ελάτων επάνω εις τα βουνά εχρωματίζοντο με ιώδη και ρόδινα χρώματα, σαν να ήσαν θάλλουσα ερείκη, και όπου έπαυαν τα δένδρα και επρόβαλλε το πέτρωμα, έλαμπε φλογισμένο, σαν να ήσαν διαφανείς οι βράχοι· τα σύννεφα εις τον ουρανόν έλαμπον σαν κόκκινη φωτιά και φλέγων χρυσός· όλη η λίμνη ήτο ως δροσερόν ροδισμένον φύλλον τριανταφύλλου.