United States or Lesotho ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Μανώλης ήθελε να κάμη τον θυμωμένον και να φύγη· αλλά δεν είχε τόσην δύναμιν θελήσεως και αντί ν' απομακρυνθή επλησίασε και σιγά- σιγά εκάθησεν εις το «σανίδι» του τελάρου.

Η κυρά Γιάνναινα καθημερινώς σχεδόν του υπενθύμιζεν ότι πρέπει να εύρη δωμάτιον να φύγη· ετελείωσεν ο μήνας, ο προπληρωμένος, και σαν ήρχισεν ο δεύτερος, ο άνθρωπος με το λαγούτο εδικαιολογείτο λέγων ότι δεν πληρώνει, επειδή θα μετοικίση, και επιφυλάσσεται να πληρώση μόνον της μέραις όπου θα έκαμνον να δίδη την ημέραν, καθ' ην έμελλε να μετακομισθή εις άλλον οίκημα.

Δεν μπορεί να κουνήση, γιατί πρώτα πρέπει να συλλογιστή τι μέρα θα φύγη· αν τύχη να είναι τρίτη, χάθηκε ο κόσμος. Αν άξαφνα το πρωί, εκεί που τρέχει στη δουλειά του, ανταμώση στο δρόμο έναν παππά, γυρίζει πίσω. Κάθεται και πάει να σηκωθή· στέκεται και πάει να καθήση· λέειΤι θέλει ο Θεός, να σηκωθώ ή να καθήσω; Κάνει βίζιτα ενός φίλου του· μα σκουντάφτει στη σκάλα· θα πη πως κάτι θα πάθη.

Ο καπετάν-Φαφάνας εσκέφθη να σηκωθή αμέσως και να φύγη· αλλ' έλα πάλιν που ο αέρας της τρικυμίας καταίβαζεν από τον φεγγίτην του πρωραίου χιονοβολήματα, αλειμμένα με την ορεκτικήν οσμήν της μαγειρευομένης σικελικής όρνιθος. Έπειτα μικρός ήτανε, παιδί ήτανε, είπε καθ' εαυτόν, θέλων και μη θέλων λοιπόν ήρχισε να διηγήται: *

Και μόλις είδ' ο Ιφικλής απάνω απ' την ασπίδα εκείνα τα κακά θεριά, τα σκιαχτερά των δόντια, έκραξεν απ' το φόβο του κ' εκλότσησεν αμέσως το μάλλινό του σκέπασμα γυρεύοντας να φύγη· όμως ο άλλος, ο Ηρακλής, άπλωσ' ευθύς τα χέρια κ' εγίνηκαν τα δάχτυλα χαλκάδες στο λαιμό τους εκεί που τα φαρμάκια τους όλα τα φίδια κρύβουν, τα φίδια αυτά που κ' οι θεοί τα εχθρεύονται για πάντα.

Ο κυνηγός της έδωκε το δίφραγκο και εκινήθηκε προς την Ανατολή, ο σκύλος όμως δεν ήθελε να φύγη· επεισμάτωσε να μυρίζεται τα κλαδιά, ν' αλυχτά και να δείχνη τα φοβερά του δόντια.