United States or Guyana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έφερεν εις την οικίαν της, εξ όσων της έδιδον δι' αμοιβήν των εκδουλεύσεών της, ένα σάκκον με σίτον, ως μίαν οκάν τυρίου, δύο όρνιθας, ένα μάλλινο χράμι, το οποίον της εχάρισαν, και ολίγας δραχμάς μετρητά. Εκ τούτων επλήρωσε γενναιοφρόνως και τον ναύλον της Πορταΐταινας, διά να υπάγη κι' αυτή εις την εστίαν της.

Η Δελχαρώ έτρεξε ν' ανοίξη το ερμάριον, κ' έλαβεν εκείθεν ολίγα παξιμάδια. — Δώσε μου και το καλάθι μου. . .κ' ένα μαχαιράκι, επανέλαβεν εν άκρα βία η Φρακκογιαννού . . . Βάλε μου κ' ένα χράμι μάλλινο μέσα . . . και τη μανδήλα μου . . . τα παληοτσόκαρά μου . . . Δώσε μου και το ραβδί μου . . . ψάξε να το βρης! Η Δελχαρώ, εν άκρα σιγή και υπομονή, επροσπάθει να εκτελέση όλας τας ετοιμασίας ταύτας.

Ο ένας παππάς, ο πιο γέρος, κρύωνε κ' είχε ρίξει αποπάνω απ’ το φελόνι του ένα μαύρο μάλλινο σαλάκι που τούπεσε εκεί που φιλούσε. Τον πήγαν οι φίλοι το Νίκο να φιλήση.

Αλλά ποτέ δεν εστάθη τον χειμώνα εις την θύραν της πτωχός γέρων ή γραία, χωρίς να δώση εις αυτόν ολίγαις πήχαις ζεστό μάλλινο ύφασμα διά να ενδυθή· ποτέ δεν ήλθε μητέρα με γυμνό παιδάκιτα χέρια της, χωρίς να το εφοδιάση με όσα εχρειάζετο· πολλάκις μάλιστα τα έρραπτεν η ιδία. Διά τούτο, όταν η καλή αυτή γυναίκα απέθανε, την εθρήνησεν όλο το χωριό.

Και μόλις είδ' ο Ιφικλής απάνω απ' την ασπίδα εκείνα τα κακά θεριά, τα σκιαχτερά των δόντια, έκραξεν απ' το φόβο του κ' εκλότσησεν αμέσως το μάλλινό του σκέπασμα γυρεύοντας να φύγη· όμως ο άλλος, ο Ηρακλής, άπλωσ' ευθύς τα χέρια κ' εγίνηκαν τα δάχτυλα χαλκάδες στο λαιμό τους εκεί που τα φαρμάκια τους όλα τα φίδια κρύβουν, τα φίδια αυτά που κ' οι θεοί τα εχθρεύονται για πάντα.

Ένοιωθε ν’ αφήνει εκεί πάνω το καλύτερο κομμάτι του εαυτού του, τη δύναμη που δίνει η μοναξιά, το ξεμονάχιασμα από τον κόσμο, και ανηφορίζοντας τη δημοσιά που περνούσε ανάμεσα από ρείκια, βούρλα και χαμηλές σκλήθρες στο μήκος του ποταμού, του φαινόταν πως είναι προσκυνητής, με το μικρό μάλλινο δισάκι στον ώμο και με ένα μπαστούνι από κουφοξυλιά στο χέρι, να κατευθύνεται σ’ έναν τόπο μετάνοιας: στον κόσμο.