United States or Cuba ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΒΑΚΧΙΣ. Τι λες; δεν ζη πια μαζή σου, αλλ' έμπλεξε πάλι μ' εκείνην που έγεινε αφορμή νάρθη στα μαχαίρια με τους γονείς του; Γι' αυτήν δεν ηθέλησε να πάρη εκείνην την πλουσίαν που είχε, ως έλεγαν, προίκα πέντε τάλαντα. Θυμάμαι που μου τάλεγες.

Και έπειτα να λούση την κατάμαυρον πλουσίαν κόμην της μέσα εις την δροσεράν πηγήν του Αγίου Γεωργίου, της οποίας το ύδωρ διαυγές και ηγιασμένον αναβλύζει από μέσα από το άγιον βήμα του ναΐσκου. Να πλύνη το πρόσωπόν της τωχρανθέν από τον πόνον και την κάκωσιν.

Ετάφη όχι εις υπόγειον, αλλ' εις ένα συνήθη τάφον, εις το κοιμητήριον του γενεθλίου της τόπου. Κυριευμένος από την απελπισίαν, και πάντοτε φλεγόμενος από την ανάμνησιν της βαθείας συμπαθείας του, ο νέος ερωμένος εγκαταλείπει την πρωτεύουσαν διά την μακρυνήν επαρχίαν, όπου ήτο το χωρίον αυτό, με το ρωμαντικόν σχέδιον να ξεθάψη την νεκράν και να πάρη αυτός ο ίδιος την πλουσίαν κόμην της.

Εν τω μεταξύ δε τούτω ανεκάλυψαν και μίαν γυναίκα πλουσίαν, Μακέτιν ονομαζομένην, η οποία ήτο μεν περασμένη την ηλικίαν, αλλ' ήτο ακόμη φιλάρεσκος• και επί τινα καιρόν ετρέφοντο παρ' αυτής• και την ηκολούθησαν εκ της Βιθυνίας εις την Μακεδονίαν.

Αλλά και πάλιν το ζώον δεν εβάδιζε καλώς, με όλους τους κτύπους όσους του κατέφερε με μίαν λεπτήν βέργαν εις τα οπίσω του. Απεφάσισε λοιπόν ν' απαλλαγή της συντροφίας, ήτις θα ήτο μάλλον βάρος ή βοήθεια δι' αυτόν, και να δέση κάπου το ζώον διά να το αφήση να βοσκήση. Εζήτησε μέρος κατάλληλον διά να το δέση, αλλά δεν εύρεν εις τον επάνω Άι- Γιαννάκην πλουσίαν βοσκήν.

Πρωταγόρας Τι από τα δύο, είπε, θέλετε με μόνον εμέ να ομιλήσητε ιδιαιτέρως, ή εν ώ είναι μαζί μου και οι άλλοι; Πρωταγόρας Ποία λοιπόν, είπεν, είναι η αιτία, διά την οποίαν ήλθετε; Σωκράτης Αυτός εδώ ο Ιπποκράτης, είναι μεν εντόπιος, υιός του Απολλοδώρου, από μεγάλην και πλουσίαν οικογένειαν· αυτός δε φαίνεται ότι κατά τα φυσικά προτερήματα είναι ωσάν κάθε ένα της ηλικίας του.

Αλλ' όταν δεν είχον εργασίαν εν τη κώμη, τότε όλην την ημέραν διήρχοντο εν τη εξοχή μετά της μητρός των, ως αγαθού φρουρού, την δ' εσπέραν θαμπά-θαμπά επανήρχοντο φαιδραί, δροσεραί, με την πλουσίαν ξανθήν κόμην των αόρατον υπό την λευκήν ελαφράν μανδήλαν, πλήρεις αγροτικής ευωδίας και καλλονής ως άνθη του βουνού, τα οποία δρέπει τις εις την κορυφήν αποτόμου πέτρας.

Αι νεάνιδες και το δεύτερον δεν ήκουσαν. Εξηκολούθουν και αι τέσσαρες να ξεκλαδώνουν με χαράν και να τραγουδούν εύμορφα δίστιχα, χαιρετίζουσαι ούτως την πλουσίαν των κουκκουλίων εσοδείαν, την ευφρόσυνον απόλαυσιν τόσης φροντίδας, αλλά συνάμα και την αιτίαν τόσης ανακουφίσεως προς την πενομένην οικογένειάν των.

Αφού εσύναξα και ετοίμασα όλα μου τα αναγκαία διά τον μισευμόν, εναύλωσα ένα πλοίον, και το εφόρτωσα όλην την πλουσίαν κληρονομίαν μου, και εμίσευσα διά την πατρίδα· και μετά πολλούς κινδύνους και κόπους έφθασα τέλος πάντων εις την Βαβυλώνα, και ευθύς επαραστάθην εις τον βασιλέα Καλίφην, διά να του δώσω λογαριασμόν διά την επιστασίαν της πρεσβείας που με είχε στείλει.

Εστάθη πολλά ολίγος ο ύπνος του, επειδή και έξαφνα εξύπνησαν από τον ήχον μιας αρμονίας που τους έκαμε να ακούσουν ολίγον ξέμακρα απ' αυτούς· και διά μεγαλύτερόν τους θαυμασμόν, βλέπουν ένα μεγαλοπρεπές παλάτι με πλουσίαν φωτοχυσίαν, το οποίον δεν ημπορούσε να ήτον καμωμένον από χέρια ανθρώπινα.