United States or Trinidad and Tobago ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η πρώτη τους θεωρία με εφόβισεν, αλλ' ολίγον, επειδή με το να βλέπω συχνάκις φοβερά πράγματα, έγινα τολμηρά· και την ερώτησα ποία είνε και αυτή μου απεκρίθη· εγώ είμαι εκείνος ο όφις που ηλευθέρωσες προ ολίγου από τον κίνδυνον· και επειδή έμαθα την επιβουλήν, που μετεχειρίσθησαν οι αδελφές σου εναντίον σου, διά την αμοιβήν της ευεργεσίας εσύναξα πολλάς αδελφάς μου εξωτικά, ωσάν εμένα και ετρέξαμεν εις εκδίκησιν· και αφού μετεφέραμεν όλους τους θησαυρούς, οπού ήσαν εις το καράβι σου, εις Βαβυλώνα και τους εβάλαμεν εις τα μαγαζιά του σπιτιού σου, εβυθίσαμεν το καράβι σου και τις αδελφές σου διά να τας παιδεύσωμεν καθώς τους πρέπει τας μετεμορφώσαμεν εις ταύτας τας δύο σκύλας που βλέπεις έξω.

Και μίαν ημέραν διατρίβοντας εις το περιγιάλι προς τα δυτικά μέρη του νησιού εύρον διάφορα μαργαριτάρια, μεγαλώτατα και λευκότατα, από τα οποία εσύναξα αρκετά τα πλέον ωραιότερα, και μεγαλύτερα, εις βαθμόν που εθησαύρισα ένα πολύτιμον θησαυρόν αλλά στοχαζόμενος ότι εκεί μου ήτον άχρηστος, είχα εις περισσοτέραν τιμήν τους καρπούς των δένδρων και τα χόρτα, παρά εκείνον.

Επρόσφερα του βασιλέως Καλίφη δύο από τα μεγαλύτερά μου πετράδια ως δώρον, ο οποίος τα εδέχθη με μεγάλην χαράν και τα έθεσεν εις το θησαυροφυλάκιόν του, διά πλέον εξαίρετα πράγματα. Διεμοίρασα πολλάς ελεημοσύνας εις τους πτωχούς, από τα πλούτη που εσύναξα και απόκτησα με τόσους κόπους, εξεφάντωσα και εχάρηκα με τους φίλους μου ανεψήφιστα. Αύτη λοιπόν είνε η διήγησις του δευτέρου μου ταξειδιού.

Την αυγήν πάλιν εμβήκα μέσα, και εσύναξα όσα εδυνήθην δακτυλίδια, σκουλαρίκια, και μαργαριτάρια από τους νεκρούς, ομοίως και παρά πολλά φορέματα και τα έβγαλα έξω, τα οποία ήταν ένας πολύτιμος θησαυρός· και πάλιν την δευτέραν εμβαίνοντας εις το υπόγειον εύρον μίαν βασιλικήν κορώναν χρυσήν με πολύτιμα και εξαίρετα πετράδια, ομοίως και άλλα φορέματα χρυσά και καινούρια, τα οποία τα εδίπλωσα, και τα έδεσα όλα μαζί ωσάν να ήταν διά πραγματείαν.

Εγώ ευθύς που είδα τα κομμάτια το κρέας να πέφτουν εις εκείνα τα πετράδια επάνω, όντας μόνος εξουσιαστής εις όλους εκείνους τους πολυτίμους θησαυρούς, εσύναξα τα πλέον μεγαλύτερα και λαμπρότερα διαμάντια και εγέμισα τες τσέπες και τους κόλπους μου και εις όποιο άλλο μέρος των φορεμάτων μου εδυνήθην να βάλλω, των οποίων η τιμή ήτον αναρίθμητος και ανεκτίμητος· έπειτα με το ζωνάρι μου έδεσα επάνω εις τες πλάτες μου ένα μεγάλο κομμάτι κρέας καλά και σφιγκτά και έπεσα ταπίστομα κατά γης χωρίς να κινηθώ παντελώς και εστοχαζόμουν ότι εκείνος ήτον ο καταλληλότερος τρόπος διά να έβγω από εκείνην την άβυσσον, που έως τότε την θεωρούσα διά σκοτεινόν μου τάφον.

Όθεν απεφάσισα να συνάξω γαρούφαλα με τοιούτον σκοπόν, ότι εάν η τύχη με βοηθήση με κανένα μέσον να έβγω από εκεί, με τα γαρούφαλα αυτά ήθελα κερδίσει μεγάλους θησαυρούς από το πλήθος που ήτον· λοιπόν εις ολίγον καιρόν εσύναξα μίαν μεγάλην ποσότητα και τα απόθεσα εις ένα μέρος αρμόδιον.

Όθεν μετά τούτους τους ευέλπιδας στοχασμούς, εκατασκεύασα την καλαμωτήν με καλά και γερά σανίδια, τα έδεσα σφικτά με τριχιές του καραβιού, και εσύστησα ένα στερεόν πλεούμενον με δύο κουπιά· έπειτα εσύναξα τα πλέον εκλεκτά χρυσά μεταξωτά της Ινδίας, που είχαμε φυλάξει από το ναυάγιον, εγέμισα μερικάς σπυρίδας με ρουμπίνια, σμαράγδια, κεχριμπάρια, και έβαλα αυτά όλα εις την καλαμωτήν επάνω εις το νερό και προσαρμόζοντάς τα πάντα καλά, εμβήκα μέσα, και αφιερωθείς όλως εις το θέλημα της τύχης, άφησα την καλαμωτήν επάνω εις τον ποταμόν και την έσερνε το ρεύμα.

το δώμα μου τον πήρα εγώ κ' εκαλοξένισά τον, ως είχε απ' όλα τα καλά το σπίτι μου αφθονία· 195 και αλεύρια, φλογερό κρασί, και βώδια της θυσίας απ' το κοινόν εσύναξα κ' εχάρισά τα εκείνου, μ' όλη την συνοδία του να ευφραίνεται η ψυχή του. δώδεκα ημέραις οι Αχαιοί πρόσμεναν τότε οι θείοι· μέγας τους έκλειε Βορηάς, και ουδέτην γη να μείνουν 200 τους άφινε· κάποιος θεός εχθρός τον είχε στείλει·ταις δεκατρείς, άμ' έπεσεν, εκείνοι εξεκινήσαν».