United States or Samoa ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν ηξεύρω να έχη όλη η Ιταλία άνθρω- πον πλέον θερμοαίματον από εσένα. Γυρεύεις αιώνια περίστασιν ν' απλώσης το ζωνάρι σου, και απλόνεις το ζωνάρι σου διά να εύρης περίστασιν. ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Τι θέλεις να ειπής με αυτό; ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Θέλω να ειπώ ότι αν είχεν ο κόσμος άλλον ένα ωσάν εσένα, δεν θα επολυχρόνιζε κανείς από τους δυο σας· — ο ένας θα έτρωγε τον άλλον.

Γύρισε και κύτταξε το μαύρο του ράσο, τα μακρυά του γένεια, το πλατύ μεταξωτό ζωνάρι του και του φάνηκε πως έβλεπ' έναν άλλο άνθρωπο, ξένο, κολλημένο με τον εαυτό του, από διαβολική συνέργεια.

Ο μικρός Πρίγκηψ περνώντας στον Πύργο παίζει με το ξιφάκι που έχει στο ζωνάρι του ο θείος του· ο Δούγκαν στέλνει ένα δακτυλίδι στην Λαίδη Μάκβεθ τη βραδυά του φόνου του και το δακτυλίδι της Portia μετατρέπει την τραγωδία του εμπόρου σε κωμωδία γυναίκας.

ΠΡΟΣΠ. Ως δώρο μου λοιπόν, και ως απόκτημά σου, που εκέρδησες γενναία, λάβε την θυγατέρα μου· αλλ' ανίσως της λύσης το παρθενικό ζωνάρι πριν ευλογηθή ο γάμος με όλες τες ιερές ευχές, οι ουρανοί κανένα ράντισμα γλυκό δεν θέλει ρίξουν, να ριζώση τούτος ο δεσμός· αλλά στείρα έχθρητα, καταφρόνεση με μάτι φαρμακερό, και διχόνοια, θα γιομίσουν εκείνη σας την κλίνη με χόρτα τόσο άσχημα, ώστε να σας γένη και των δύο μισητή· φυλάξου λοιπόν έως να φέξουν για σας τα φώτα του Υμεναίου.

Την νύκτα εξηκολούθησεν ο ευνοϊκός άνεμος ισχυρότερος ακόμη. Και ουδέ παρέστη ανάγκη του ρυμουλκού, το οποίον καταγάλαζον μ' ένα πύρινον ζωνάρι είχε διπλαρώσει εις την σκούναν. Υπό τους αισίους αυτούς του πλου όρους ο καπετάν Γιάννης ευχαρίστως παρεχώρησε την ζητηθείσαν άδειαν εις τον λοστρόμον του, όστις ήθελησεν ενωρίτερον να καταβή εις το ράντζο του, ως είπε δικαιολογούμενος, να ησυχάση.

Ο ευπειθής Αργυράκης, όστις μόλις έφθανε μέχρι των ώμων του αναστήματός της, ηγέρθη, εφόρεσεν εις την κεφαλήν του τον &γιοργούλη& του, εζώσθη το κόκκινον ζωνάρι του, τρεις σπιθαμάς πλατύ, υπέδησεν εις τους πόδας τα πέδιλα του και εξήλθεν εις την οδόν. Ταυτοχρόνως είχεν εξέλθει και ο Νταραδήμος, όστις έπιασεν ομιλίαν με τον Αργυράκην της Γαρουφαλιάς. Τοιαύτα ελληνικά ωμίλει ο Νταραδήμος.

Εγώ ευθύς που είδα τα κομμάτια το κρέας να πέφτουν εις εκείνα τα πετράδια επάνω, όντας μόνος εξουσιαστής εις όλους εκείνους τους πολυτίμους θησαυρούς, εσύναξα τα πλέον μεγαλύτερα και λαμπρότερα διαμάντια και εγέμισα τες τσέπες και τους κόλπους μου και εις όποιο άλλο μέρος των φορεμάτων μου εδυνήθην να βάλλω, των οποίων η τιμή ήτον αναρίθμητος και ανεκτίμητος· έπειτα με το ζωνάρι μου έδεσα επάνω εις τες πλάτες μου ένα μεγάλο κομμάτι κρέας καλά και σφιγκτά και έπεσα ταπίστομα κατά γης χωρίς να κινηθώ παντελώς και εστοχαζόμουν ότι εκείνος ήτον ο καταλληλότερος τρόπος διά να έβγω από εκείνην την άβυσσον, που έως τότε την θεωρούσα διά σκοτεινόν μου τάφον.

Μόλις ήρχισε να ροδοκοκκινίζη το ψητόν, μόλις ήρχισε να μυρίζη προκλητικώς το τσιγαριστόν, και ο Γκιουλής, ανασπάσας την μάχαιραν από το πλατύ κίτρινον ζωνάρι του, ήρχισε να κόπτη γενναίους μεζέδες από τα δύο ψητά, και διά της κουτάλας έβγαζε μεγάλα κομμάτια από το τσιγαριστόν.

Και την αυγήν, ευθύς που εξημέρωσε, το όρνεον επέταξε και με εσήκωσε μαζί του έως τα σύγνεφα του ουρανού, τόσον που δεν έβλεπα πλέον την γην και πάλιν εκατέβη με τόσην ταχύτητα που δεν αγροίκησα ποσώς. Όταν εκάθησεν εις την γην, εγώ ευθύς έλυσα το ζωνάρι μου από τον πόδα του και έμεινα λυτός. Τότε το όρνεον άρπαξε με την μύτη του έναν μεγαλώτατον όφιν δράκοντα και επέταξεν.

Ως τόσον το ποδάρι του ήλθεν έμπροσθέν μου, το οποίον ήτο τόσον χοντρόν, που μόλις το αγκάλιαζεν ένας άνδρας· εγώ τότε εδέθηκα καλά από το ποδάρι του Ροκ με το ζωνάρι και με το σαρίκι μου, με τον σκοπόν, ότι αύριον μέλλοντας να πετάξη εκείθεν το όρνεον εκείνο, ήθελε με βγάλει από εκείνο το νησί, και ήθελε με φέρει εις άλλον τόπον, καθώς και εσυνέβη.