United States or Egypt ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σα μεγάλο μαύρο όρνεον η γόνδολά μας παρεσύρετο σιγά σιγά προς την &Γέφυραν των στεναγμών&. Ξάφνου πολλές, πολλές λαμπάδες φάνηκαν στα παράθυρα και την μεγάλην σκάλαν του παλατιού, κ' ένα φως ωχρό και τρεμοσβύνον διέλυσε την σκοτεινιά. Ένα παιδάκι είχε ξεγλιστρήσει απ' τα χέρια της μάνας του και απ' το παράθυρο του τελευταίου πατώματος του υψηλού παλατιού γκεμίσθηκε στην σκοτεινή διώρυγα.

Ως τόσον το ποδάρι του ήλθεν έμπροσθέν μου, το οποίον ήτο τόσον χοντρόν, που μόλις το αγκάλιαζεν ένας άνδρας· εγώ τότε εδέθηκα καλά από το ποδάρι του Ροκ με το ζωνάρι και με το σαρίκι μου, με τον σκοπόν, ότι αύριον μέλλοντας να πετάξη εκείθεν το όρνεον εκείνο, ήθελε με βγάλει από εκείνο το νησί, και ήθελε με φέρει εις άλλον τόπον, καθώς και εσυνέβη.

Και όταν ανεχώρησαν, ήλθε το όρνεον Ροκ και με εσήκωσεν έως εις τα σύγνεφα· έπειτα κατεβαίνοντας με απόθεσεν εις ένα βουνό.

Σωκράτης Ήκουσα λοιπόν ότι περί την Ναύκρατιν της Αιγύπτου εγεννήθη τις εκ των εκεί παλαιών θεών, του οποίου είναι ιερόν το όρνεον, όπερ καλούσιν ίβιν· το όνομα δε του θεού τούτου είναι Θευθ.

Εις ταύτα τα λόγια το Τελώνιον έλαβε το σπαθί και ευθύς την απεκεφάλισεν έπειτα μου λέγει· ιδού τα Τελώνια πώς τιμωρούν τας γυναίκας των, που δεν τους αγαπούν και αν μεν ήξευρα βέβαια ότι αυτή εντρόπιασε το κρεββάτι μου μαζί σου εις ταύτην την στιγμήν ήθελα σε θανατώσει· λοιπόν διά να σου κάμω χάριν, ευχαριστούμαι να σε μεταμορφώσω εις ένα ζώον, ή σκύλλον, ή όνον ή λέοντα, ή όρνεον, ή άλλο τι, και έκλεξε όποιον θέλεις, σου δίδω αυτήν την εξουσίαν.

Εις τούτο το φαινόμενον εγώ φοβηθείς έμεινα εκστατικός, τόσον μάλιστα που εκατάλαβα πώς εκείνο το σκότος επροξένησεν ένα μέγιστον όρνεον, το οποίον πετώντας εις τον αέρα επλησίαζε προς εμένα.

Αλλά το άλλο όρνεον Ροκ ήλθε τόσον ίσια και κατ' ευθείαν επάνω εις το καράβι, που ρίχνοντας την μεγάλην πέτραν, έπεσε επάνω και εκαταβύθισε το καράβι, συντρίβοντάς το εις χίλια κομμάτια, εις βαθμόν που εκαταβυθίσθησαν όλοι οι σύντροφοι, πραγματευταί και ναύται.

Και την αυγήν, ευθύς που εξημέρωσε, το όρνεον επέταξε και με εσήκωσε μαζί του έως τα σύγνεφα του ουρανού, τόσον που δεν έβλεπα πλέον την γην και πάλιν εκατέβη με τόσην ταχύτητα που δεν αγροίκησα ποσώς. Όταν εκάθησεν εις την γην, εγώ ευθύς έλυσα το ζωνάρι μου από τον πόδα του και έμεινα λυτός. Τότε το όρνεον άρπαξε με την μύτη του έναν μεγαλώτατον όφιν δράκοντα και επέταξεν.

Αφού δε δοκιμάση, ορύττει το ωόν και θέτει τον πατέρα του εντός αυτού· έπειτα, με άλλην σμύρναν πληροί το σχηματισθέν κενόν, εις τρόπον ώστε το ωόν να επανεύρη τα αρχικόν βάρος του, και τέλος φέρει αυτό ως έχει εις τον εν Αιγύπτω ναόν του Ηλίου. Ταύτα λέγουσιν ότι πράττει αυτό το όρνεον.

Και μετ' ολίγον βλέπομεν το όρνεον Ροκ, και κατεβαίνοντας εκεί άρπαξε και τα δύο εκείνα θηρία εις τα νύχια του και σηκώνοντάς τα υψηλά, τα έφερεν ίσως, εις την φωλεάν του.