United States or Madagascar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ημείς ακούοντες τας φωνάς εκείνων των ταλαιπώρων ετρέξαμεν εις βοήθειάν των, και ένας από τους ιδικούς μας, ο πλέον τολμηρός και πρακτικός, με οξύ και κοπτερόν κοντάρι εκτύπησε το κήτος πρώτον εις την καρδίαν, έπειτα εις τον μυελόν της κεφαλής και όταν το κήτος αγροίκησε τας θανατηφόρους πληγάς· εν τω άμα εξέρασε το πλοιάριον, όμως σχεδόν συντριμμένον και ακατάλληλον διά να αρμενίση.

Όταν εγυρίσαμεν πίσω εγώ κρατών το κηρίον, ο Κωνσταντής κρατών τον Μπαλήν, τον οποίον και έδεσε προχείρως εις την ρίζαν θάμνου αντικρύ μας, ο Κωστής εξέχασε πού είχε βάλει το μαχαίρι καθώς το είχε βγάλει από το ζεμπίλι, διά να κόψη ψωμί, και ψωμί δεν έκοψε, αλλ' ετρέξαμεν αποτόμως προς ανεύρεσιν του Μπαλή.

Ενθαρρυνθέντες υπό της παύσεως των πυροβολισμών ετρέξαμεν όλοι πάλιν προς την θάλασσαν, θα προφθάσωμεν όλοι να σωθώμεν ; θα φανώσιν εκ νέου επί του λόφου οι Τούρκοι ; Προσωρμίζετο σχεδόν επί των βράχων η λέμβος, ότε είδα τον πατέρα μου πλησιάζοντα εις τον ναύκληρον.

Ο όμιλος των προσφύγων εσκορπίσθη, και ετρέξαμεν όλοι εις του λόφου τας υπωρείας, όπως προφυλαχθώμεν υπό των βράχων τας εξοχάς. Οι τέσσαρες ναύται μόνοι έμειναν εις την άκραν της θαλάσσης, και υψώσαντες τα όπλα εσκόπευσαν και επυροβόλησαν διά μιας και οι τέσσαρες. Οι Τούρκοι άνωθεν δεν ανταπεκρίθησαν εις τον χαιρετισμόν τούτον.

Επειδή δε πρέπει να τιμώμεν την αρετήν και αυτών των εχθρών, πολλώ δε μάλλον των φίλων μας, σας προτείνω να πλέξητε δύο στεφάνους, τον μεν από κλάδους δρυός, τον δε από κλάδους μυρσίνης, διά να προσφέρωμεν αυτούς προς τον Ανδρέαν, τον μεν προς τιμήν της ανδρίας του, τον δε προς τιμήν της φιλίας, την οποίαν απέδειξε σήμερον προς τον Φίλιππον. — Ναι, ναι, εφωνάξαμεν άπαντες, και αμέσως ετρέξαμεν προς ανεύρεσιν κλάδων δρυός και μυρσίνης.

Ενώ δε ταύτα εγίνοντο, ο Γεροστάθης ήρχισε να καταβαίνη τον λόφον, τρέχων προς βοήθειαν των μικρών αυτών φίλων, και παρακολουθούμενος παρ' όλων ημών. Αλλ' ότε είδομεν τον θρίαμβον του Ανδρέου, και την σωτηρίαν του Φιλίππου, ο Γεροστάθης χειροκροτών εφώναξενΕύγε! Εύγε, Ανδρέα! ημείς δε πλήρεις χαράς ετρέξαμεν προς τον Ανδρέαν και τον Φίλιππον.

Αι τάξεις διεσπάσθησαν αμέσως και πάντες ετρέξαμεν εις βοήθειαν του κινδυνεύοντος φίλου μας, ενώ επρόβαλε πνευστιών ο Κάρλος εξ άλλης οδού. Αλλ' ήτο πλέον αργά. Ο Πλούτων, του οποίου εξήντλησαν τας τελευταίας δυνάμεις η ορμή του δρόμου, ο τρόμος και οι λιθοβολισμοί, κατέπεσε πλησίον της πύλης του νεκροταφείου, μόλις που φθάσας να γλείψη τας χείρας του παιδιού πριν ή εκπνεύση προ των γονάτων του.