United States or Serbia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτωνών εδιηγήθηκα την επιβουλήν που μου έγινε, και τον κίνδυνον που επέρασα, και τους εφάνη τόσον αυτωνών, ωσάν και εμένα, πως εστάθη θαύμα που εγλύτωσα.

Αλλά δεν ηρκέσθη εις τούτο μόνον το αρνητικόν έγκλημα· ηθέλησε να προσθέση και άλλην θετικήν επιβουλήν, και όπου έτυχεν εις τέσσαρα ή πέντε σπίτια, όπου δεν υπήρχον Νικολάκηδες εορτάζοντας, έγραψε με κάρβουνον το σημείον όπου συνήθιζεν ο Αποστόλης.

Αλλά μήπως και αν ήτο, δεν ήθελες την πωλήσει; — Ουχ! έκαμεν ο Γύφτος. — Και επειδή δεν είνε κόρη σου, δεν έχεις πλέον δικαίωμα να την κρατής, αφού εφάνης άπιστος προς αυτήν. — Ε; έκαμεν ο Γύφτος ερεθισθείς. — Και διά τούτο εγώ θα γείνω εγγυητής υπέρ αυτής, επανέλαβεν ο ξένος. — Εγγυητής; — Και θα την παραδώσω εις μέρος ασφαλές, ώστε να μη φοβήται πλέον τίποτε από καμμίαν επιβουλήν.

Και ο Ρωμαίος δυνατά φωνάζει: «χωρισθήτε, σταθήτε, φίλοι»· και γοργά το χέρι του σηκόνει, απ' ό,τι τους τα έλεγε γοργώτερος ακόμη, και χύνεταιτην μέσην των και τους κτυπά με βίαν τα κοπτερά των τα σπαθιά, να τους τα χαμηλώση. Πλην κάτω απ' το χέρι του προκάμνει ο Τυβάλτης και τον καλόν Μερκούτιον θανάσιμα πληγόνει με μιαν επίβουλην σπαθιάν, κ' ευθύς τρεχάτος φεύγει.

Αγανακτήσας διότι μέχρι της ημέρας εκείνης δεν είχε δυνηθή να ανακαλύψη την κατά της δημοκρατίας επιβουλήν εκείνην απέλυσεν αμέσως τον μηνυτήν και τους άλλους, όσους αυτός δεν είχε κατηγορήσει· εκείνους δε που κατήγγειλεν αυτός δικάσας, τους μεν συλληφθέντας απέκτεινε, τους δε διαφυγόντας κατεδίκασεν εις θάνατον και υπεσχέθη χρηματικήν αμοιβήν εις εκείνον, όστις ήθελε τους φονεύσει.

Ο Νεοπτόλεμος, χωρισθείς από την Ανδρομάχην, νυμφεύεται την Ερμιόνην, θυγατέρα του Μενελάου, η οποία μετά του πατρός της Μενελάου συνεννοείται να φονεύσουν τον από του πρώτου γάμου υιόν του συζύγου. Ο πάππος του Πηλεύς τον σώζει, αλλ' ο Μενέλαος μ’ επιβουλήν φονεύει τότε τον Νεοπτόλεμον. Δρ. 1.50 Άλκηστις.

Εγώ μένοντάς μου το λογικόν, και καταλαμβάνοντάς την γνώμην του, εδόθηκα εις μίαν ταχείαν φυγήν, και με όλον τούτο ο σκληροκάρδιος δεν έλειψε που να τελειώση την επιβουλήν του, μα του εστάθη αδύνατον. Ιδού νέα μου συμφορά, που δι' αυτό εκαταστάθηκα να ζω με τα ζώα εις τα βουνά και εις τους λόγγους.

Διότι ένεκα της γονιμότητος της γης αι δυνάμεις αποβαίνουσαι εις τινας μεγαλύτεραι εγέννων φθοροποιάς στάσεις και συγχρόνως επέσυρον ακόμη μάλλον τον φθόνον και την επιβουλήν των αλλοφύλων. Αλλ' η Αττική εξ αρχής διά την αφορίαν αυτής μένουσα αστασίαστος κατωκείτο πάντοτε υπό των αυτών κατά το γένος ανθρώπων.

Πρέπει δε να γνωρίζη και τους αρχαίους θρύλους περί της Αιγύπτου και του Δαναού και την επιβουλήν κατά τον γάμον.

Βλέποντάς με αυτός έτσι θυμωμένην, έρχεται και πίπτει εις τους πόδας μου ζητώντάς μου συμπάθειαν διά το σφάλμα του ομνύοντάς μου πως εις το εξής να μη μου κάμη κανένα παραμικρόν άδικον και επιβουλήν και με αυτά και άλλα γλυκά λόγια με εκατάπεισε διά να τον συμπαθήσω, και να ξαναγαπηθούμεν και διά σημείον της ειρήνης μας με υποχρέωσε να πίω με αυτόν· και τόσον έκαμε που με εμέθυσε.