United States or United States Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ολόγυμνη η χαλκόμαβη χυτή σου κορυφή, στα πλάγια σου σα με χλωρά σμαράγδια αριοντυμένο, έτσι χρυσό στο δειλινό καθώς έχεις βαφή, ωσάν ολόφωτο όνειρο φαντάζεις υψωμένο. Ολόρθο ολόφωτο όνειρο που η κορυφή ψηλά ανένοιαστη αν στα πόδια της κοιλάδα πρασινίζει κι αν τραγουδούνε τα πουλιά και το νερό κυλά, ατάραχη προς το γλαυκό περίγυρα αντικρύζει.

Φθάνοντας δε ο Κουλούφ εις την αυλήν του Βασιλέως, ευθύς έτρεξαν οι Οφφικιάλοι του Βασιλέως, και τον ανέβασαν εις το παλάτι, και τον έφεραν εμπρός εις τον Βασιλέα, ο οποίος ήτον ενδυμένος με φορέματα σκεπασμένα από διαμάντια, ρουμπίνια, και σμαράγδια, και εκάθονταν επάνω εις ένα θρόνον από χρυσάφι και φίλδεσι, και τριγύρου του οποίου έστεκαν οι πρώτοι αυθεντάδες της Ταρταρίας.

Οι ταξιδιώτες δεν παραλείψανε να μαζέψουνε χρυσάφι, ρουμπίνια και σμαράγδια. — Πού είμαστε; φώναζε ο Αγαθούλης. Πρέπει τα βασιλόπουλα αυτού του τόπου νάναι πολύ καλά αναθρεμμένα, αφού τα μαθαίνουν να περιφρονούνε το χρυσάφι και τα πολύτιμα πετράδια. Ο Κακαμπός θάμαζε σαν τον Αγαθούλη. Πλησιάσανε τέλος στο πρώτο σπίτι του χωριού· ήτανε χτισμένο σαν ευρωπαϊκό παλάτι.

Ευθύς παίρνω ένα τσεκούρι και το κόπτω από την ρίζαν, και το ευρίσκω που ήτον γεμάτον από διαμάντια, ρομπίνια, σμαράγδια, και άλλα πολύτιμα πετράδια. Έβγαλα τότε την θηλιάν που είχα εις τον λαιμόν μου, και απέρασα από την απελπισίαν εις μεγαλωτάτην χαροποίησιν. Αντί να ξαναδοθώ εις τες ξεφάντωσες ωσάν και πρώτα, απεφάσισα να πιάσω την τέχνην του πατρός μου.

Εις αυτό το νησί εβγαίνουν πετράδια από κάθε είδος, ήγουν διαμάντια, καρβούνια, ρουμπίνια, σμαράγδια και άλλα, πλουσιοπάροχα. Εις τα παραθαλάσσιά του ψαρεύουν οι εντόπιοι πλήθος κογχύλας, από τας οποίας βγάζουν τα πλέον ωραιότερα και μεγαλύτερα μαργαριτάρια.

Μπήκανε σ' ένα σπίτι πάρα πολύ απλό, γιατί η πόρτα ήτανε μόνο από ασήμι και τα κουφώματα των διαμερισμάτων μόνο από χρυσάφι, αλλά δουλεμένα με τόσο γούστο, που τα πλουσιώτερα κουφώματα δε μπορούνε να τους παραβγούνε. Ο αντιθάλαμος, αληθινά, δεν ήτανε στολισμένος παρά μόνο με ρουμπίνια και σμαράγδια, αλλ' η τάξη, που ήσαν όλα βαλμένα αντικαθιστούσε αρκετά αυτή την έσχατη απλότητα.

Οι δυο μας άνθρωποι του άλλου κόσμου διασκεδάζανε κοιτάζοντάς τα: οι αμάδες τους ήτανε πολύ πλατιές και στρογγυλές, κίτρινες, κόκκινες, πράσινες, και λαμποκοπούσαν εξαιρετικά. Τους ήρθε επιθυμία να μάσουνε μερικές· ήτανε μάλαμμα, σμαράγδια, ρουμπίνια, που το μικρότερό τους θα μπορούσε νάναι το μεγαλύτερο στόλισμα του θρόνου της Μογγολίας.

Στην καλύβα με τα πράσινα κλαδιά, τη στρωμένη με δροσερά χόρτα πρώτη ξαπλώθη η Βασίλισσα, και ο Τριστάνος έπεσε δίπλα της, αποθέτοντας το σπαθί του στη μέση, γυμνό. Τυχερό τους που δεν είχανε βγάλει τα ρούχα τους. Η Βασίλισσα φορούσε στο δάχτυλο το χρυσό δαχτυλίδι με τα ωραία σμαράγδια που της είχε δώσει ο Βασιληάς Μάρκος την ημέρα των γάμων.

Επρόσταξεν έπειτα να φέρουν έμπροσθεν το πράγμα που έφερον μαζί μου, και, παρασταίνοντάς το, με περιέργειαν εθεωρούσεν ένα προς ένα, μάλιστα τα ρουμπίνια, τα σμαράγδια, και τα κεχριμπάρια, και εθαύμαζε την μεγαλότητα και ωραιότητα αυτών. Εγώ έλαβα το θάρρος να τον παρακαλέσω διά να εκλέξη τα πλέον εκλεκτότερα διά το βασιλικόν του θησαυροφυλάκιον, και ήθελα το έχει εις μεγάλην χάριν.

Και εις αυτό το αναμεταξύ που αυτός εστοχάζετο έτσι, ο Αμπτούλ εβγήκε από τον χοντζερέ, και εγύρισε με μίαν βέργαν εις το χέρι, και με ένα δενδράκι από χρυσίον, που είχε τα κλωνάρια και τα φύλλα από σμαράγδια, και τους καρπούς από ρουμπίνια, εις δε την κορυφήν του εφαίνονταν ένα παγώνι από χρυσίον καθαρόν, του οποίου το κορμί ήτον γεμάτον από πολύτιμα μυρωδικά ξύλα· απόθεσεν αυτό το δένδρον εις τους πόδας του Καλίφη, και με την βέργαν που είχεν εις το χέρι του εκτύπησε το κεφάλι του παγωνιού, το οποίον ευθύς ετέντωσε την ουράν του, και άρχισε να γυρίζη με μίαν εύμορφην τάξιν, και εις τον γύρον που έκανεν έβγανεν διάφορες ευωδίες από τα μυρωδικά ξύλα που είχεν εις το κορμί του.