Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025


Ποταμάκια μικρά και χαριτωμένα περνούσαν γύρω στις ρίζες των ψηλών δένδρων και μικρές λίμνες, σπαρμένες μέσα στην πρασινάδα, καθρέφτιζαν τα πυκνόφυλλα κλαδιά με τους χρυσούς καρπούς. Και τα φιδωτά δρομαλάκια του περιβολιού ήσαν στρωμένα με ψιλή άμμο, από διαμάντια και ζαφείρια, που λαμποκοπούσαν στον ήλιο με χίλια χρώματα.

Ο Γκορνεβάλης και οι εκατό ιππότες θρηνούσαν από τέσσερες ημέρες που έχασαν τον Τριστάνο. Και πολύ χάρηκαν με την παραγγελία του. Ένας-ένας, στην αίθουσα όπου άρχιζαν να μαζεύονται αναρίθμητοι οι βαρώνοι της Ιρλανδίας, μπήκαν και κάθησαν γραμμή στην ίδια σειρά. Και τα πολύτιμα πετράδια λαμποκοπούσαν απάνω στα πλούσια πορφυρά ενδύματά τους, τα μεταξωτά και βελουδένια.

Τα λιθοσώρια οπ' άσπριζαν ολονυχτής στο βουνό απάνου, λαμποκοπούσαν τώρα στο περιαύλι της εκκλησιάς· και γύρα τους ολόρθος ο κόσμος του χωριού, ξεφορτωμένος και κατακόκκινος και χαριτωμένος κι ώμορφος και λαμπρός, εδέχονταν με χαρές και με παινετικά λόγια τους αντρειωμένους, οπού στερνοί στερνοί κατέβαζαν στους στοιχειωμένους των ώμους απάνου ολόβολα χάλαρα, ακέριους βαριοκομμένους βράχους.

Από τον Άη Γεώργη, αψηλά, βλέπαμε λίγο παρέκει τον κατήφορο με τις πεφκιές ίσια με το γιαλό, και πέρα πέρα τα κύματα που γυάλιζαν και φωτοβολούσαν. Ο ήλιος με τις αχτίδες του τα περεχούσε, τα γέμιζε φλόγες, τάκαμνε πυρκαγιά· λες πως έπεφτε να ξαπλωθή στο πέλαγος απάνω και πως το πέλαγος είχε γίνη κανένας ήλιος γιγαντωμένος. Λαμποκοπούσαν και τότες τα νερά· τα συχνοτηρούσαμε και τότες.

Και θάμα φόρεσε σκουτί που η Αθηνά της τόχε ψιλοδουλέψει και πολλά τούχε βαλμένα ξόμπλια· και με χρυσές το κούμπωσε στα στήθια ομπρός καρφίτσες. 180 Έπειτα τρίπετρα φοράει στ' αφτιά της σκουλαρίκια ροδόχρωμα, π' απ' την πολλή λαμποκοπούσαν χάρη.

Και πήρε διο του τροχιστώ γερά κοντάρια μ' άκρες χαλκένιες, π' ως στον ουρανό ψηλά λαμποκοπούσαν. 45 Και μπουμπουνίσανε οι θεές, η Αθηνά κι' η Ήρα, τιμώντας της πολύχρυσης το βασιλιά Μυκήνας. Τότες παράγγειλε ο καθείς στον αμαξά του, τ' άτια ναν τους βαστούνε εκεί ήσυχα με τάξη στο χαντάκι, κι οι ίδιοι ομπρός ροβόλησαν με τ' άρματα οπλισμένοι πεζοί· κι' ακούστηκε άσβυστη με την αβγή η αντάρα. 50

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν