United States or Malta ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν εφοβείτο ούτε την μαγευμένην βέργα του διδασκάλου, η οποία αν την ήγγιζεν ηδύνατο να την μαρμαρώση, ούτε τον πυρίπνοα ταύρον του βαλμαδιού, ούτε τον ανήμερον δράκοντα του περιβολιού προ του αδελφικού της φίλτρου. Αλλά δεν τον εύρισκε πουθενά. — Πήγαινε, μωρή·της θειας σου της Καλής είνε! είπε τέλος η μήτηρ της βαρυνθείσα.

Τα δέντρα του περιβολιού που πήγαινα συχνά με το βιβλίο στο χέριτι καλά που το θυμούμαι τώρα! — κουνιούνταν και ψιθύριζαν αγάλια σταφτιά μου «Καλώς ώρισες, παιδί μουΝαι! κ' οι πέτρες στο δρόμο με χαιρετούσαν, και μ' έρχουνταν όλο να τις πω «Πετρίτσες μου αγαπημένες, κακοστρωμένα μου σοκάκια, με τι καρδιοχτύπι σας ξαναπατώ

Παρακάλεσε το χάρο ναρθή να το γλυτώση απ' τα βάσανά του. Μα ο χάρος δεν ερχότανε. Τότε πήρε το ραβδί του, σηκώθηκε με κόπο απ' το χώμα και ξεκίνησε στον καινούριο δρόμο. Τα λουλούδια και οι κύκνοι του περιβολιού τον βλέπανε, που ανέβαινε το έρημο μονοπάτι. Ύστερα τον εχάσανε. Και ρώτησαν τα λουλούδια κ' οι κύκνοι τα ψηλότερα δένδρα: — Περπατάει ακόμα;

Κι όπως στολίδ' είνε της γης ταθέριστο χωράφι, στολίδι του περιβολιού τωλόρθο κυπαρίσσι, στολίδι στο άρμα η ώμορφη θεσσαλική φοράδα, έτσι στη Λακεδαίμονα στολίδι είν' η Ελένη.

Αυτός ήτο η ψυχή του περιβολιού της αδελφής του, καθώς ήτο η ψυχή του καραβιού άλλοτε.

Αισθάνομαι ακόμη πόσον συμπαθητικόν μου ήτο, όταν για πρώτη φορά εισήλθα εκεί ακριβώς ένα μεσημέρι, είχα ελαφρόν προαίσθημα οποία σκηνή ευδαιμονίας και λύπης έμελλε να μου γίνη το δάσος αυτό. Εχάρηκα για μισή σχεδόν ώρα ακόμη τις φλογερές γλυκείες σκέψεις του αποχωρισμού, και του ξαναϊδωμού κατόπιν, όταν τους άκουσα να ανεβαίνουν προς το επάνω μέρος του περιβολιού.

Ο τοίχος του περιβολιού μου είναι χαμηλός και βλέπω πέρα πέρα κάμπους και πρασινάδες. Ο ουρανός από πάνω μοιάζει σα γαλανή πεδιάδα που κοιμάται. Δε γυρέβω να μάθω αν είναι πουθενά κανένας πλανήτης στον ουρανό καλήτερος από το δικό μας. Δε γυρέβω να μάθω αν υπάρχει πουθενά καμιά αιώνια πρασινάδα. Έρημος ο κάμπος για μένα κι ο ουρανός ερημιά. Ξέρω πως η αγάπη πουθενά πια δε θα καρπώση.

Ο Χεδέρ καταλαμβάνοντας μίαν ημέραν την ανησυχίαν μου, είπε· γνωρίζω πολλά καλά, ότι ήθελες να είσαι εις την Μπάσραν και με το να μην είναι αρκετές οι ηδονές ετούτου του περιβολιού να σε κρατήσουν πλέον, αποφάσισα να πληρώσω την επιθυμίαν σου. Λέγοντας έτσι, εσήκωσε τους οφθαλμούς του εις τον αέρα και βλέποντας ένα μικρόν σύννεφον επάνωθέν μας το εσταμάτησε και το ερώτησε πού πηγαίνει.

Και φιληθήκανε στο στόμα. Μήνες περάσανε. Ο Παύλος έφυγε μακρυά να πάη να βρη το μεγάλο διαμάντι. Μακρυά, στους άφταστους, άγριους τόπους, εκεί που στα βάθυα της γης βρίσκονται τα πλούσια πετράδια. Κ' η Παυλίνα, ξαπλωμένη σαν και πρώτα στον ψάθινο καναπέ του περιβολιού, περίμενε κι' όλο περίμενε το μεγάλο διαμάντι, πιο μεγάλο απ' το μεγαλύτερο πετράδι που στόλιζε το διάδημα της βασίλισσας.

Ιππείς και τακτικοί επεριπλέχθησαν, ώστε και οι εις τον τοίχον του περιβολίου Έλληνες δεν εδύναντο να πυροβολήσωσι διά τον φόβον του να βλάψωσι και τους οικείους των· εις ολίγων στιγμών διάστημα όσοι εκ των τακτικών επρόλαβον, κατέφυγον εις τους οικείους των· οι δε περικυκλωθέντες, οι οποίοι ήσαν έως τεσσαράκοντα, κατεκόπησαν και αιχμαλωτίσθησαν.