United States or Cayman Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τα πουλιά που κελαϊδούν λες και την χαιρετούνε, Τα δέντρα που φουρφουλογούν 'ςτής χαραυγής τ' αγέρι, Λες και ξυπνούν, ξαφνίζονται 'ςτής λυγερής το διάβα, Κι' αναμερώντας τα κλαδιά τώνα ρωτάει τ' άλλα Ρωτάει ο γράβος το φτελιά, ο πεύκος το πλατάνι, Το κυπαρίσσι τη ιτιά, κ' η λυγαριά τη δάφνη: — Ποια νάν' εκείνη που περνά, μη νάν' καμμιά Νεράιδα;

»Τότ' εξεφύτρωνες σαν κυπαρίσσιτα καταράχια μας τρομαχτικό, Τον ίσκιο σου έστελνες να φοβερίση Κάτου τα Σάλονα ... και τώρα εδώ.» »Ο Ζάχος έπεσε .. κήταν γραμμένο Εγώ, Αστραπόγιαννε, πάλ' ορφανό Το ξυλοκρέββατο για σε να γένω Για σε, πατέρα μου, γη να ζητώ

Το ψηλό το κυπαρίσσι, που έβλεπε πίσω απ' το βουνό, το μεγάλο κάμπο, αποκρίθηκε: — Το χορτάρι που πατεί γίνεται κόκκινο απ' το αίμα των ποδαριών του μα περπατάει ακόμα. Ύστερα τον έχασε και το ψηλό το κυπαρίσσι, που έβλεπε το μακρυνό κάμπο. Και είπανε όλα τα δένδρα μαζή και τα λουλούδια κ' οι κύκνοι: — Τι να γίνεται το δυστυχισμένο το βασιλόπουλο!...

Έπρεπε, 'σάν τον έλατο τρανός, να ζήσω τώρα Πέραεκείνα τα βουνά, 'ς τη σκλαβωμένη χώρα, Και όχι 'σάν τον ταπεινό το μαύρο κυπαρίσσι, Τώρα να ζω καλόγηροςαυτό το 'ρημοκκλήσι... Ποιος ήμουν...και ποιος έγεινα! — Και πάλι ο γέρως πάλι Έσκυψε πάλι κλαίγονταςτο βράχο το κεφάλι. ς'. Ποιος ήταν και ποιος έγεινε; Ήταν απ' τ' άγιο χώμα.

Ως πότε συλλογισμένο ; Ωραία που είν' η ζωή! Ως πότε ακίνητο σαν Αγιορείτης στον όρθρο; Ως πότε θα ζητάς το μεγάλο νόημα; — Η ρίζες σου δεν είνε βαθειές, τρελλή μου λεύκα, είπε το κυπαρίσσι, πρόσεξε, πρόσεξε. — Ωραία πούν' η ζωή! Η ρίζες μου ας μην είνε βαθειές, μα όποια στιγμή κι' αν πεθάνω, θα μπορώ να πω: έζησα.

Το αηδόνι πήδησε πάλι στο ψηλό του κλαδί και σώπασε. Όταν ήρθε η αυγούλα, η όμορφη χήρα ήτανε ακόμα ξαπλωμένη στη ρίζα του κυπαρισσιού. Και δεν ξύπνησε πια. Ανοίξανε ένα λάκκο δίπλα στον άλλο και τη βάλανε να κοιμηθή κοντά στον καλό της. Το ψηλό κυπαρίσσι σαλεύει λυπητερά πάνω στα ζευγαρωτά τα μνήματα.

Απορώ μόνον τι της εζήλεψεν ο στρατιώτης αυτός, εκτός αν είνε θεόστραβος και δεν είδε ότι τα μαλλιά της έχουν μισομαδήση κι' έχει αρχίση να κάνη φαλάκρα πάνω από το μέτωπον• τα χείλη της είνε ωχρά και νεκρικά, ο λαιμός της αδύνατος και φαίνονται η φλέβες και η μύτη της είνε μεγάλη. Το μόνο καλό που έχει είνε το ανάστημα• είνε ψηλή και ίσια σαν κυπαρίσσι και το χαμόγελό της έχει πολύ γλυκάδα.

Κι όπως στολίδ' είνε της γης ταθέριστο χωράφι, στολίδι του περιβολιού τωλόρθο κυπαρίσσι, στολίδι στο άρμα η ώμορφη θεσσαλική φοράδα, έτσι στη Λακεδαίμονα στολίδι είν' η Ελένη.

Και εις ετούτα τα λόγια αυτή έκραξε μίαν από τες γυναίκες που ήτον εκεί κοντά κρυμμένη οπίσω εις ένα κυπαρίσσι, η οποία ερχομένη εκατάλαβα από την φωνήν της, ότι εκείνη ήτον η σκλάβα, που ενόμιζα διά βασιλοπούλαν Τζελίκαν.

Κι' όποιος διαβαίνει οχ' το χωριό, ψηλά στο κυπαρίσσι Όλοι του δείχνουνε και λεν: «η Μαγεμμένη Βρύση». Τ' έφταιξε η βρύση; Έφταιξεν η μάγισσα η παρθένα. Οπού την βρύση εμάγεψε κ' εμάγεψε κ' εμένα. Σαν έρθη τώρα η 'μορφονιά που μάγεψε τη βρύση Και μ' ένα φίλημα γλυκό τα μάγια μου ξορκίση, Θα γειάνη ο πόνος που με τρώει βαθιά και με μαραίνη, Και θα να πάψουνε να λεν την βρύση μαγεμμένη.