United States or Tonga ? Vote for the TOP Country of the Week !


Λάμπει ο ήλιος, κελαϊδούν της άνοιξης τ' αηδόνια, Κ' εκείνο μένει ασάλευτο, βουβό από τόσα χρόνια. Κάποια νεράιδα της ερμιάς και μάγισσα ωργισμένη Το καταράστηκε βαριά και μάρμαρο έχει γένει. Και το παλάτι ερήμαξε, το σκέπασαν τα δάση Κι' ως τόρα πόδι ανθρωπινό δεν έχει εκεί περάσει.

Μπορεί να πάη στην Κόλαση παιδί που χαμογελάει της μάννας; Στην Κόλαση πάει η μάννα που το γλυκοχαδεύει; Πες μου· ταηδόνια που κελαϊδούν την αγάπη τους στην Κόλαση μαθές πάνε; Αρετ. Ντροπή και καταφρόνιο μελετάς να μας φέρης, και για πουλάκια μου κουβεντιάζεις; Αυτό το πουλάκι που βλέπεις έχει μάννα κι αδέρφια, και κει να πας να κελαϊδής τα τραγούδια σου. Στεφ.

Το προσεχές θέρος θα εγίνοντο οι γάμοι· συχνά εκουδούνιζαν τα αυτιά του, όσες φορές εμιλούσαν γι' αυτό οι φίλοι του. Μέσα εις τον Μύλον ήτο φέγγος και θαλπωρή ηλίου, έθαλλε το ωραιότερον των Άλπεων Ρόδον, η φαιδρά, η μειδιώσα Μπαμπέττα, ωραία ως η ερχομένη Άνοιξις, η Άνοιξις, που κάνει τα πουλιά να κελαϊδούν θέρος και γάμον.

Πότε σας είδε ο κόσμος;... Σας χαίρονται τάγρια βουνά, κ' έχετε συντροφιά σας Τον πύργο τον σκοταδερό, της ποταμιάς το ρέμμα, Τ' αγέρι, τ' άγρια πουλιά, τον ήλιο και τ' αστέρια. Σας παίρν' η άνοιξ' η γλυκειά και λυόνουνε τα χιόνια, Και λουλουδιάζουν τα βουνά και κελαϊδούν τ' αηδόνια, Κι' ο κόσμος όλος χαίρεται κ' η πλάση αναγεννιέται, Εσείς και τότε θλίβεστε, και κλαίγεστε για ταίρι.

Οπού ξυπνούν η πέρδικες και κελαϊδούν τ' αηδόνια! ...

Για να φανή αφτό, για να το μάθη, για να το μάθω, έπρεπε νάρθη τίποτις ξαφνικά να μας φέρη την αλήθεια. Εκεί που κάθεσαι τη νύχτα και γράφεις, και περνούν οι ώρες και το ξεχνάς, και χαίρεσαι την ησυχία και θαρρείς πως θα τελείωσης προτού ξημερώση, άξαφνα, στη μοναξιά, αρχίζουν τα πουλιά να κελαϊδούν και βλέπεις το σκοτάδι που ασπρίζει.

Εδώ δεν είναι πέρδικες, δεν είναι μήτε κοτσύφια. Εδώ αηδονάκια μόνο κελαϊδούν στις φυλλωσιές. Πάρε το τουφέκι σου, κυνηγέ, και τράβα στη δουλειά σου... — Όμορφη κοπέλλα, της είπε γλυκά ο κυνηγός, εγώ δεν κυνηγώ κοτσύφια μήτε πέρδικες. Κ' εκεί που κελαϊδούν ταηδόνια είναι η λαχτάρα μου. — Πάρε το τουφέκι σου, κυνηγέ, και τράβα στη δουλειά σου.