United States or Croatia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η ίδια· πιο σκοτεινά. Ο Στεφανής ανάμεσα στις πορτοκαλιές. Η Αρετούλα στο παράθυρο δίχως να τονε βλέπη. Αρετ. Ήθελα να ξέρω, σα με γεννούσε η μάννα μου, τι πουλί να κελαϊδούσε μέσα σ' αυτοδά το περιβόλι, και με μάγεψε, και να κλείσω το βράδυ παράθυρο δεν μπορώ δίχως να σκύψω και να το γλυκοδώ!

Όταν στην Πύλο ο Μέλαμπος έφερε το κοπάδι από την Όθρυ, έγειρε στην αγκαλιά του Βία η ωραία Πειρώ, της γνωστικής Αλφεσιβοίας η μάννα. Και μήπως τάχα ο Άδωνις, μέσ' στα βουνά τσοπάνης, δε μάγεψε τόσο τρελλά την ώμορφη Αφροδίτη που και νεκρό στον κόρφο της σφικτά τον εκρατούσε;

Μα την αλήθεια, αφέντη, είμαι σύμφωνη με τη γνώμη σας τώρα και παίρνω πίσω ό,τι έλεγα χθες. Ο κύριος Διαφουαρούς, ο πατέρας, και ο κύριος Διαφουαρούς, ο γυιός, έρχονται να σας κάνουν επίσκεψι. Τι έξοχο γαμπρό που θα κάνετε! Θα 'δήτε τον πειο καλοκαμωμένο και τον πειο έξυπνο νέο του κόσμου. Με δυο λόγια που μούπε με μάγεψε και η κόρη σας θα μείνη καταμαγεμένη μαζί του. Μη φύγετε, κύριε.

Ό,τι λοιπό βγήκε το συνηθισμένο το γλυκό κι ο καφές, να κι ο νοικοκύρης ο Γιάνης και μπαίνει, και μας καλωσορίζει κι αυτός. Αποθέτει το τουφέκι, καθίζει, αρχινάει η κουβέντα. Με μάγεψε μα την αλήθεια αυτός ο άνθρωπος, που καθώς είπα, είνε της Κρητικής της ομορφιάς και της λεβεντιάς εικόνα πιστή. Ο μαυριδερός μου ο Γιάνης, ο λιγόλογος, ο αρχοντικός.

Δεν είτανε μήτε το πιστόλι, μήτε τη ζωή του που συλλογίστηκε ο Μιχάλης. Συλλογίστηκε πρώτα πρώτα τη Βασιλική του ο δύστυχος. Την ανυποψίαστη τη γυναίκα του, που μήτε να τηνε δη δε γύρισε τρέχοντας νανταμώση τον αδερφό του. Μάρμαρο έμεινε ο Μιχάλης. Λες και τονε μάγεψε ο Δημήτρης με την παγωμένη ματιά του, με την απάνθρωπή του φωνή.

Τελικά, λέγανε οι κακές γλώσσες, από υπηρέτης που ήταν ανέβηκε στην κατηγορία του συγγενή, ή καλύτερα του προστάτη των κυριών Πιντόρ. Αυτό που έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση ήταν η συναίνεση του ντον Πρέντου, ο οποίος εδώ και λίγο καιρό έμοιαζε διαφορετικός, μέχρι που είχε αδυνατίσει κιόλας και μια παράξενη φήμη κυκλοφορούσε ότι τον μάγεψε κάποια μάγισσα με τα ιερά βιβλία.

Μάγεψε μου την, Μάγισσα, και ζήτησε ό, τι θέλεις, Διαμάντια για τους κόπους σου, φλωριά για τες ορμήνιες Κι’ είμαι ικανός και πρόθυμος να σε καλοπληρώσω. Τότε γυρίζει η Μάγισσα και σιγανά του λέγει: — Αν ίσως αγαπάς πολύ, κι’ αν ίσως είσαι κι’ άξιος.

Μην κοιτάζης μοναχά του Παρθενώνα τα αιώνια τα κάλλη, — αυτά κι α δεν τα λατρέψης όσο τους πρέπει, δεν πολυκολάζεται η ψυχή σου. Το πολύ θαπορέση ο κόσμος που δε σε μάγεψε η θεία δύναμη της Ομορφιάς, δε σε μέθυσε ως εκεί η εθνική η περηφάνεια.

Κι' απ' την ημέρα που σκοτώθηκε για την αγάπη της, το πήρε σαν παράπονο και συχάθηκε η ίδια την ομορφιά της. Μα δεν έλεγε τίποτε σε κανένα κ' έλυωνε μοναχή της. Οι γειτόνισσες, που την βλέπανε αχνή και λυπημένη, την πειράζανε περισσότερο, αντί να την παρηγορήσουν, της λέγανε για την αγάπη του άσχημου άνθρωπου, για την ομορφιά της, που μάγεψε ένα σκιάχτρο, για τον άγριο σκοτωμό του.