United States or Palau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αν ήτο όμως εδώ κανείς εκ των σοφιστών εκείνων, θα σε ηρώτα ίσως πώς λέγεις ότι οι θεοί υπερέχουν, ενώ είνε δούλοι όπως οι άνθρωποι και ευρίσκονται υπό την εξουσίαν των αυτών κυριών των Μοιρών.

Αυτά λοιπόν τα έθιμα ας είναι θεσπισμένα με νόμους ως προς όλους τους χορούς και την μάθησιν αυτών, δηλαδή χωριστά μεν των δούλων, χωριστά δε των κυρίων, εάν συμφωνήτε.

Και ελθούσα έστη πλησίον των ξένων κυριών κομψώς χαιρετίσασα. — Νά τα! Νά τα! Είπε τότε μετ' αγανακτήσεως ο επίτροπος και προσέθηκε: — Τώρα δεν μένει άλλο, παρά να καταιβούνε αι γυναίκες κάτω και ν' αναιβούνε οι άνδρες απάνω.

Και απ' τον αγρό να καταιβούντην πόλι ετοιμαζόνταν ο Οδυσσέας και μ' αυτόν ο θείος χοιροτρόφος. και ωμίλησε ο χοιροβοσκός, ο άρχος των ανθρώπων• «Ξένε, αφού σήμερα ποθείς σφοδρά να παςτην πόλι, 185 ο κύριός μου ως πρόσταξε,—κ' εγώ θα επιθυμούσα ως φύλακας της στάνης μου οπίσω εδώ να μείνης• αλλά πολύ τον σέβομαι, τρέμω μη μ' ονειδίση κατόπι, κ' οι φοβερισμοί πληγόνουν των κυρίων,— ας πάμε, και παρά πολύ προχώρησεν η ημέρα, 190 και, άμα εσπερώση, δυνατά θα πάθης απ' το κρύο».

Ο Αμπού τουλάχιστον αναφέρει ότι επί των ημερών του ο ευνοούμενος των κυριών της ανωτέρας τάξεως των Αθηνών ήτο «ένας καμπούρης καταλυματίας, με πόδια γεμάτα κάλους». Ο δε Θ. Δηλιγιάννης και άλλοι σύγχρονοι διέσωσαν την χαριεστάτην ιστορίαν του μοναδικού πολεμικού επεισοδίου του, το οποίον θα εζήλευε και στρατηγός κωμειδυλλίου.

Εις ταύτα πρέπει να προσθέσω ότι αι μητέρες, αδελφαί, ή θείοι και άλλοι συγγενείς των κυρίων τούτων μ' εδεξιώθησαν διά μειδιάματος, ομοιάζοντος γονυκλισίαν ενώπιον σάκου ταλλήρων. Εις έκαστον των προσκυνητών έδωκα ανά ένα αντίχορον, κατά την διάρκειαν του οποίου δεν έπαυσαν καίοντες προ εμού θυμίαμα τρίτης ποιότητος, ου αι αναθυμιάσεις ολίγον έλειψε να μοι προξενήσωσι λιποθυμίαν.

Όλες οι γυναίκες κοίταζαν προς τα εκεί χαμογελώντας. Τα δόντια γυάλιζαν στην άκρη από το στόμα τους. Εκείνος σηκώθηκε σαν να δραπέτευε από τη φυλακή των δυο γηραιών κυριών, αλλά όταν έφτασε στη μέση της αυλής σταμάτησε αναποφάσιστος.

Να υπάγη μόνος! Και πώς θα παρουσιασθή ενώπιον των δύο Κυριών; Όχι. Τούτο δεν γίνεται!

Χθες λοιπόν ήμουν εις το τραπέζι του, ίσα ίσα την ημέραν που το βράδυ ο ευγενής κύκλος κυρίων και κυριών έρχεται σπίτι του, τον οποίον δεν εσκεπτόμουν και ποτέ δεν επαραξενεύθηκα πώς εμείς οι υποδεέστεροι δεν είμεθα δεκτοί σ' αυτόν. Καλά λοιπόν.

Η άδεια, εννοείται, τοις εδόθη, και μετ' ολίγον οι μετημφιεσμένοι μας ευρίσκοντο εν μέσω ομηγύρεως κυρίων και κυριών, των οποίων . . . . παραδόξως ουδένα κατώρθωσαν ν' αναγνωρίσωσιν. Οι θορυβωδώς υποδεχθέντες αυτούς είχον άψογον την ενδυμασίαν, αλλ' ουχί εντελώς άψογον και την γλώσσαν, ουδέ τους τρόπους υπερβαλλόντως κοσμίους. — Πού διάβολον επέσαμεν! εψιθύριζεν ο είς των δομινοφόρων.