Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025
Και ελθούσα έστη πλησίον των ξένων κυριών κομψώς χαιρετίσασα. — Νά τα! Νά τα! Είπε τότε μετ' αγανακτήσεως ο επίτροπος και προσέθηκε: — Τώρα δεν μένει άλλο, παρά να καταιβούνε αι γυναίκες κάτω και ν' αναιβούνε οι άνδρες απάνω.
Λοιπόν δεν θα ειπούμεν ότι αυτή είναι άλλη, διαφορετική από εκείνας; Νέος Σωκράτης. Μάλιστα. Ξένος. Αλλ' άραγε από αυτάς δεν πρέπει η μία να διοική την άλλην, ή εκείναι αυτήν ή αυτή να διοική όλας τας άλλας ως επίτροπος; Νέος Σωκράτης. Αυτή πρέπει να διοική εκείνας. Ξένος. Επομένως φρονείς ότι η δίδουσα γνώμην αν πρέπει να μάθωμεν ή όχι, πρέπει να διοική την μανθανομένην, η οποία μας διδάσκει;
— Και τα κεριά, και της γυναίκες, και όλην την εκκλησίαν. Έχω χρέος να υπερασπίσω τα έθιμα. Απήντησε πικρότερον ο επίτροπος. — Φύγε απ' εδώ, αυθάδη! Είπε τότε ο δήμαρχος και ταυτοχρόνως προσέθηκεν: — Από σήμερον δεν είσαι πλέον επίτροπος, σε παύω. — Κουτός είμαι να σταθώ να με παύσης; Είπε τότε ο κυρ-Μανωλάκης πραότατος και γλυκύτατος, αφού πλέον έληγεν η εξουσία του.
Έρχεται κι ο Βασιλικός Επίτροπος, ο Κόμητας Διονύσιος, με ρητή προσταγή ακόμα και να τους ξορίση τους κατηγορημένους αν είναι ανάγκη. Γέμισε η Τύρο φίλους του Ευσεβίου, ενώ οι ορθόδοξοι οι Επίσκοποι μήτε προσκαλέστηκαν. Το τέλος δεν είταν ανάγκη να πάη ο Αθανάσιος στην Τύρο για να το μάθη. Τι να κάμη όμως, που η προσταγή του Κωσταντίνου είταν οριστική.
Φεύγοντες μ' όλον τούτο διεκόπησαν εις διάφορα κόμματα· μέρος μεν, εν οις και ο επίτροπος του αρχηγού του σώματος των Επτανησίων , έφυγον προς τα βουνά και εκείθεν την ερχομένων ημέραν μετέβησαν εις το εν Ελευσίνι στρατόπεδον.
Κι ο κακορρίζικος ο βασιλικός Επίτροπος, αντίς να νοιαστή τον άμοιρο τον τόπο, έβαλε μέσα σε δυο καράβια τους θησαυρούς που είχε αρπαγμένους, έτοιμος πάντα να κάμη πανιά και να ξεκόψη! Όξω φρενών ο Συνέσιος σαν τάκουσε αυτά. «Στρατηγός» έγραψε στο θυμό του απάνω, «στρατηγός, και να στέκεται στο κουπί!
Και ωθών εγώ τον Φαφάναν μαζύ με τάλλα παιδιά, τον έπρωξα έξω εις τον νάρθηκα, οπού ευρέθη χωρίς σχεδόν να θέλη, σαστίσας από την απειρίαν του και την φυσικήν του δειλίαν. Ο νάρθηξ ήτο σκοτεινός. Ένεκα του ψύχους κανείς δεν εστέκετο εκεί. Ο δε κυρ-Γυαλάκιας ο επίτροπος, από την φιλαργυρίαν του είχε σβύσει το φανάρι οπού εκρέμετο εις το μέσον.
Αυτούς λοιπόν πρέπει να λάβη υπ' όψιν του ο επίτροπος και ο άρχων, αν έχη έστω και ολίγον νουν, και να προσέχη και να προφυλάσσεται ως προς την ανατροφήν και την εκπαίδευσιν των ορφανών, και όσον του είναι δυνατόν να τα ευεργετή με όλας του τας δυνάμεις ως να συνεισφέρη έρανον διά τον εαυτόν του και τους ιδικούς του.
Εκεί απάνω ανοίγει η πόρτα, και ποιος να προβάλη; Η Ασήμω. Χύμιξε μέσα σαν ποντίκι. Άξαφνα τους βλέπει και κοντοστέκεται. Είχε κατέβη πάλε να δη και να μάθη. Σα να της ήρθε να ξεχυμίξη και να γυρίση πίσω. Σηκώνεται ο Επίτροπος και σφαλνάει την πόρτα. — Πούθε έρχεσαι τώρα; τη ρωτάει ο Παπάς. — Από της Χουσεήναινας, της χήρας. Έφερα της θειας μου φαεί, αποκρίθηκε χαμηλόφωνα, και χαμηλόβλεπα η Ασήμω.
Κατεβήκανε στης θεια Πασκαλιάς, και τη βρήκανε και συγύριζε κούτσουρα και τσουκάλια πριχού να πλαγιάση. Ανατρόμαξε στην αρχή, θαρρέψαντας πως είτανε Τούρκοι. Κάθισαν κοντά στη φωτιά — λυχνάρι δεν είχε — κι άρχισε και την ψιλορωτούσε ο Επίτροπος το τι ήξερε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν