Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025


Ως πότε συλλογισμένο ; Ωραία που είν' η ζωή! Ως πότε ακίνητο σαν Αγιορείτης στον όρθρο; Ως πότε θα ζητάς το μεγάλο νόημα; — Η ρίζες σου δεν είνε βαθειές, τρελλή μου λεύκα, είπε το κυπαρίσσι, πρόσεξε, πρόσεξε. — Ωραία πούν' η ζωή! Η ρίζες μου ας μην είνε βαθειές, μα όποια στιγμή κι' αν πεθάνω, θα μπορώ να πω: έζησα.

Εκείνος κρατώντας ορθό το κεφάλι συλλογιέται. — Ξέρω που τ' ολόρθο κυπαρίσσι μιας αυλής της Αθήνας καίγεται από δύσεις αιώνων κι' από εσπερινούς απλών ψυχών! Ξέρω που βράχοι χρυσοί μ' ένα μαύρο κατσίκι στα ύψη κατεβαίνουν σε χαρούμενες θάλασσες. Η ψυχή μου κρατεί το αρχαίο ερείπιο συλλογισμένο μέσα στην ιερή σιωπή της νύχτας. Στην ψυχή μου λαλούν τα τζιτζίκια της Αθήνας.

Αντροπατεί, εξήγησε η αδελφή μου, όπως άκουσε τη μητέρα να λέγη. Εμεγάλωσε· δεν τονε θωρείς; Εγώ ο ίδιος δεν είχα προσέξει σ' αυτή τη μεταβολή της φωνής μου. Αυτή δε η παρατήρηση και τα σχετικά που άκουσα μούδωκαν αφορμή κιάλλων σκέψεων. Συλλογισμένο ήτο και το Βαγγελιό· κενώ τάλλα κορίτσια τραγουδούσαν ή έψαλλαν τροπάρια του επιταφίου, αυτή σιωπούσε.

Στεκότανε σα μεγαλογυναίκα μα την αλήθεια, με λογισμούς ανώτερους και πιο ξεδιαλισμένους από κοινής μαζώχτρας. Δεν τον κοίταγε τώρα κατάματα, παρά χάμου πάλε οι ματιές της. Ίσως και διαλογίζουνταν ακόμα τόνειρο της ζωής της, πώς να το πετύχη καλλίτερα. Ως τόσο το χέρι της τάφινε πάντα στου λεβέντη το χέρι. Μισακκούμπησε τέλος στον ώμο του και το συλλογισμένο κεφάλι της.

Εδώ όμως δε συφωνούσαν, επειδή άλλοι τον ήθελαν άσκημο για να φαίνεται πως έπαθε στον κόσμο, κι άλλοι θεόμορφο καθώς παράσταιναν τους Ολύμπιους. Στην εποχή του Κωσταντίνου ο παραδεγμένος τύπος είταν πρόσωπο συλλογισμένο, ωραία μάτια, σγουρά μαλλιά, μαύρα γένεια.

Σε λίγο σηκώθηκαν, τράβηξαν κατά το συντριβάνι, τις πορτοκαλλιέςως και στις συκαμινιές πήγαν. Παν τα δάκρια αμέσως. Ουρανός Απριλιάτικος. Έτρεχαν από δω κι από κει. Ως και τον τζίτζικα ζητήσανε να τον πιάσουνε πάλι! Και σαν ήρθε ο γέρος, τη βρήκε τη μικρή του στη συκαμινιά μισοσκαλωμένη. Στάθηκε από μακριά και την κοίταζε την κόρη του με συλλογισμένο χαμόγελο.

Φεύγω τώρα... μου σφύριξε στ' αφτί ένα μεσημέρι χειμωνιάτικο, κουφό, καταχνιασμένο κι άχαρο μεσημέρι. Κ' έφυγε· έφυγε στ' αληθινά, πέρασε σαν ίσκιος απάν' από τα δέντρα του κήπου μας, στάθηκε λιγάκι στη μουριά κάπως συλλογισμένο κ' έπειτα χύθηκε στο αντικρυνό μας σπίτι.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν