United States or Falkland Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Στάσου! της χαραυγής, θαρρώ, μυρίζομαι τ' αέρι· σύντομα πρέπει να τα ειπώ.

Η πομπή του θανάτου προχωρεί κι όταν έρχεται η θέση, που μένει ελεύτερη για το νέο, πρέπει να την πάρη κ' η θέση του στη γις μένει αδειανή και κανείς πόθος δεν μπορεί να τον καλέση πίσω. Εκεί όμως που φαίνεται πως τελειώνει η πομπή, ροδίζει μια μεγάλη λάμψη σαν το φως της χαραυγής.

Ας χαίρεται τον άντρα της η Αφροδίτη τώρα· κ' εμείς ας τόνε φέρωμε, πριν καλοξημερώση, με τη δροσιά της χαραυγής, στο περιγιάλι κάτω, κ' εκεί, με τα μαλλιά λυτά και με γυμνά τα στήθια, όλες μαζί ας αρχίσωμε το λιγερό τραγούδι.

Και τα πουλιά που κελαϊδούν λες και την χαιρετούνε, Τα δέντρα που φουρφουλογούν 'ςτής χαραυγής τ' αγέρι, Λες και ξυπνούν, ξαφνίζονται 'ςτής λυγερής το διάβα, Κι' αναμερώντας τα κλαδιά τώνα ρωτάει τ' άλλα Ρωτάει ο γράβος το φτελιά, ο πεύκος το πλατάνι, Το κυπαρίσσι τη ιτιά, κ' η λυγαριά τη δάφνη: — Ποια νάν' εκείνη που περνά, μη νάν' καμμιά Νεράιδα;

Μας φαίνεται εκείνος, ως ο πύρινος νόμος, του οποίου η παράδοσις περικυκλούται δι' αστραπών και βροντών, και διά της φωνής της σάλπιγγος ηχούσης μακρόν και γεγωνοτέρας επί μάλλον γινομένης. Ούτος μας φαίνεται ως ν' αναβλύζη εν θειοτάτη μουσική εν μέσω της γαλήνης και της ηρεμίας της χαραυγής.

Στη ράχη πρόβαινε λαμπρό της χαραυγής τ' αστέρι, Στου λόγγου τα πυκνά δενδρά ξυπνούσαν τα πουλάκια Κι' ανάκραζαν με τους γλυκούς κελαϊδισμούς την πλάση.

Yπό το αβέβαιον φως της χαραυγής ο γέρων Τόσκης ισχνός, τραχύς, με πρόσωπον μακρύ, ιερακωτήν μύτη, οφθαλμούς σπινθηρίζοντας, μακράν γενειάδα, ευρύ μέτωπον και κόμην ξυρισμένην εμπρός και πίπτουσαν εις τσαμπάν ψαρόν επί των ώμων, διεκρίνετο φέρων απαράλλακτον τον τύπον της φυλής του.

Ως τότε το παιδί μου ήξερε πώς είχε ένα πατέρα δυστυχή. Μα από τότε που το φρικτό το σκάνδαλο έσβυσε και το δικό μου τ' όνειρο εκείνο μιας νέας και ευτυχισμένης χαραυγής, από τότε που κι' δικές μου η ελπίδες χάθηκαν, το παιδί μου έμαθε πως δεν είχε πειά πατέρα. Ναι! ήταν φρικτό! Μαρία, γιατί να φύγης και να μ' αφήσης μόνο; Εσύ θα μ' έσωζες, αν έμενες; Μ α ρ ί α. Έφυγα για να σώσω το παιδί μου.

ΤΟ ΜΑΓΕΜΜΕΝΟ ΜΑΝΤΗΛΙ κ. Ευαγ. Γ. Ζαλοκώστα Ώρα γλυκειά της χαραυγής όπου ξυπνάει η πλάσι, Οπού γλυκαγκαλιάζεται το φως με το σκοτάδι.