Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Γελάσαι, ω Χασάν, ευθύς τον αντέκοψα, αν πιστεύης ότι εγώ θα παραιτηθώ, που να μην πληρώσω την περιέργειάν μου, και με όλον που κατά το παρόν είναι δύσκολον πολλά εις το να ιδώ την Ρετζίαν, δεν θέλω λείψει όμως που να κάμω κάθε τρόπον, διά να εύρω το μέσον.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Τι κακό! Ε συ! αποκοιμήθηκες; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Όχι, μα τον Απόλλωνα. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Τίποτε δεν θυμήθηκες; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Ω, μα τον Δία, τίποτε. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Τίποτε; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Έχω φέρη, — αυτό και μόνο: την ψωλή μέσ' στο δεξί μου χέρι. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Πώς; γρήγορα δεν θα σκεφθής κουκουλωμένος κάτι; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Κανενός τους τόκους να πληρώσω δεν θέλω, και το άκουσες χίλιες φορές.

Ο Αμπτούλ εφάνη περίλυπος διά την ζήτησιν του Καλίφη. Μου κακοφαίνεται, Αφέντη μου, του είπεν, που έχεις τέτοιαν περιέργειαν, την οποίαν δεν ημπορώ να σου την πληρώσω χωρίς να μη σου ήθελε κακοφανή. Δεν βλάπτει, έκραξεν ο Καλίφης, είμαι ευχαριστημένος διά να υποφέρω ότι με ήθελες προστάξει χωρίς εναντίωσιν, και σου τάσσω πως δεν θέλεις το μετανοήσει, που μου τον έδειξες.

Ο ντον Πρέντου συνέχισε: «Ο Τζατσίντο δε θα γυρίσει, ούτε και θα πληρώσει, σου το εγγυώμαι εγώ. Να θυμάσαι όμως τι σου είπα χίλιες φορές: το κτηματάκι το θέλω εγώ. Θα τα πληρώσω όλα εγώ, έτσι θα σας μείνει το σπίτι. Προσπάθησε εσύ να τις πείσεις, τις ξεροκέφαλες.

Καλά φερθήτε μου εσείς, και θα πληρώσω λύτρα. — Έχω πληγήν εις τα μυαλά. Χειρούργους φέρετέ μου. ΑΞΙΩΜ. Θα έχης ό,τι αγαπάς. ΛΗΡ Πού είν' οι άνθρωποί μου; Κατάμονον με άφησαν; Ω! είναι τούτο πράγμα να κάμη κάθε άνθρωπον να κλαίη και να κλαίη, ως που τα 'μάτια του τα δυο να γίνουν ποτιστήρια, την σκόνην του καλοκαιριού να την κατακαθίζουν! ΑΞΙΩΜ. Καλέ αυθέντα μου... ΛΗΡ Αλλά γενναία θ' αποθάνω!

Λοιπόν το φορτίον του γήρατος και των δυστυχιών καταβάλλει τον Γλαύκον από πολλού, εις βαθμόν ώστε ο θάνατος θα ήτο ευεργεσία δι' αυτόν. Τι είναι ο θάνατος κατά τον Σενέκαν, ειμή απελευθέρωσις; Προτείνω, αυθέντα, να απομακρύνωμεν τον Γλαύκον. — Μίσθωσον ανθρώπους, οι οποίοι θα τον φονεύσουν διά ροπάλων. Θα τους πληρώσω. Πόσα σου χρειάζονται;

Ο Ορμώζ ωσάν τους είδε είπεν· ιδού τέλος πάντων που είμαι έτοιμος διά να πληρώσω το τάξιμόν μου· εσείς θέλετε διακρίνει αν εγώ με δίκαιον τρόπον σας είπα πως είμαι ο πλέον δυστυχής βασιλέας του κόσμου.

ΧΡΥΣ. Επομένως δεν είσαι λίθος, αφού είσαι ζώον. ΑΓΟΡ. Ευχαριστώ, αδελφέ, διότι είχαν αρχίση τα πόδια μου να ξεπαγιάζουν και ν' απολιθούνται, όπως της Νιόβης. Τέλος πάντων θα σ' αγοράσω. Αλλά δεν μου λες, πόσον θα πληρώσω; ΕΡΜ. Δώδεκα μνας. ΑΓΟΡ. Λάβε. ΕΡΜ. Μόνος σου τον αγόρασες; ΑΓΟΡ. Όχι, αλλ' όλοι αυτοί που βλέπεις. ΕΡΜ. Είνε πολλοί και με ώμους δυνατούς και άξιοι του θεριστικού συλλογισμού.

Ο Έφις σώπαινε∙ σώπαινε και τον κοίταζε και τα μάτια του ήταν τόσο γεμάτα από πάθος, από τρόμο, από χαρά που ο ντον Πρέντου σοβάρεψε. Προσπάθησε όμως πάλι να αστειευτεί. «Γιατί αναστατώνεσαι τόσο; Πιστεύεις ότι θα σου πληρώσω όσα σου χρωστάνε; Όχι, βέβαια. Εσύ θα τα βρεις με την Έστερ. Εγώ μένω απ’ έξω. Έπειτα είναι και κάτι άλλο…»

Ειμπορώ να το πω ενώπιόν της; Αν θυμώση; Αν λυπηθή; Αν αγριεύση; Η Αϊμά να αγριεύση; Η Αϊμά να θυμώση; Δεν ειμπορεί να θυμώση, αλλ' ειμπορεί να λυπηθή. Και τότε πώς θα την ικανοποιήσω; Είνε ποτε δυνατόν; Και την ζωήν μου όλην να θυσιάσω, και το αίμα μου να χύσω, δεν ειμπορώ να πληρώσω έν δάκρυ της. Αλλά τι λέγω; Δεν θα κάμω τίποτε. Είμαι εις απελπισίαν. Δεν είνε τόσον μεγάλη απελπισία.

Λέξη Της Ημέρας

μεταβατική

Άλλοι Ψάχνουν