Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025
Αυτή να φοβηθή τα στοιχειά, ήτις δεν είχε φοβηθή τον αδελφόν της τον Μήτρον, τον κοινώς καλούμενον Μώρον ή Μούρον ή Μούτρον — τον σκιάν εκείνον, τον τρίτον υιόν της μητρός της, τον οποίον η τεκούσα ωνόμαζε συνήθως «το σκυλί τ' Αγαρηνό!» — τον κατά τρία έτη μεγαλείτερον αδελφόν της, όστις την είχε μαχαιρώσει ήδη άπαξ — αλλ' αυτή τον είχε σώσει, μη θέλουσα να τον παραδώση εις την εξουσίαν — και θα την εμαχαίρωνε βεβαίως και δευτέραν φοράν, εάν έμενεν έκτοτε ελεύθερος.
Αλλά πεσόντος του αυταδέλφου έν τινι συμπλοκή και πολλών εκ των εταίρων διασκορπισθέντων, το μεν σώμα ταχέως διελύθη, ο δε Αθανάσιος τυχών αμνηστείας απεσύρθη εις την πατρίδα αυτού, όπου και ετελεύτησε καταλιπών τρεις υιούς τον Μήτρον, τον Κωστούλαν, τον Νίκον, και μίαν θυγατέρα την Στάμω.
Κατενόει ότι δεν ηδύνατο να ζήση πλέον ούτω μεταξύ των χωρικών κ' έλαβεν απόφασιν να πάγη μόνη να συναντήση τον Μήτρον και διά παρακλήσεων είτε δι' απειλών εν ανάγκη, να τον πείση ν' αλλάξη τόπον βοσκής. Είχε πεποίθησιν ότι θα το κατώρθωνε. Διό την τρίτην ημέραν, μόλις ηγέρθη του ύπνου, ητοιμάσθη προς εκτέλεσιν του σκοπού της.
— Για 'με το λες; ηρώτησεν αίφνης, στραφείσα προς τον Μήτρον εν όλη τη αίγλη της μελαχρινής καλλονής της. — Ναι· κατένευσεν ο βοσκός χωρίς να διακόψη το αύλημα. — Κακά κάνεις. Ω! βεβαίως, πολύ κακά έκαμνεν ο βοσκός να παίζη με τόσην τέχνην. Αλλ' έκαμνε χειρότερα η Σμάλτω, ήτις ηκροάτο ακόμη του αυλήματος, το οποίον βαθμηδόν βαθμηθόν ανυψούτο εις τόνον περιπαθείας υπερνέφελον.
— Μη. . . άφσέ με!. . εψιθύρισε προς τον Μήτρον, ο οποίος προσεπάθει να την κρατήση. Κ' έφυγε, σπεύδουσα προς το χωρίον, βλέπουσα όλα πέριξ συγκεχυμένα εκ της καταστάσεώς της αυτής. Ότε το βλέμμα της λυγερής συνήντησεν εμπρός τον οικίσκον της, έμεινεν επί πολύ αναποφάσιστος, αν έπρεπε να εισέλθη ή όχι. Τα ημίκλειστα παράθυρά του ενόμιζεν ότι την εσάρκαζον.
— Σμάλτω! ε, Σμάλτω!. . . ηκούσθη φωνή περιχαρής, ανακόπτουσα αίφνης το βήμα της. Η λυγερή στραφείσα παρετήρησε τον Μήτρον ερχόμενον από μακράν με το ποίμνιόν του. Αλλ' ουδεμίαν ησθάνθη ήδη ταραχήν εις την θέαν του.
Ορθόν κρατούσα ανά χείρας τον κάλαμον, την ακοήν τεταμένην εις ύψιστον έχουσα, αργά πατούσα διά να μη προξενήση κρότον και χάση μίαν στιγμήν τον σκοπόν της φλογέρας, προυχώρησεν ασυνειδήτως προς την σκιάδα, ελκυομένη υπό του ήχου. — Πάλι τη φλογέρα; εφώναξε κατακόκκινη προς τον Μήτρον, τον οποίον εύρε συνεσπειρωμένον όπισθεν ενός στύλου της σκιάδος.
Ό,τι έγεινεν, έγεινεν ήδη. Έπρεπε να προφυλάξη το μέλλον, το οποίον ωρθούτο απειλητικόν ενώπιόν της· να κάμη τον εαυτόν της εγκρατή πλέον από πάσης ξένης επιρροής. Ανεγνώριζεν όμως την αδυναμίαν της· κατενόει ότι διά να γίνη τούτο δεν έπρεπε πλέον να συναντήση εις τον δρόμον της τον Μήτρον. Αλλά πάλιν δεν ηδύνατο αυτή να κλεισθή εντός του οικίσκου της, εις τα καφάσια, ως τούρκισσα.
Διό και παρακατιών φοβούμενος ο Διαμάντης μετά τον πυροβολισμόν μη παρέδραμεν, ερωτά περί τούτου τον Μήτρον. » Θα να τον τρώγη το αίμα. σ. 106 Φράσις εμφαίνουσα κακόν τι προαίσθημα και επικείμενον δυστύχημα. » Ερρέκαξε ο δερβίσης.» σ. 106 Το ρεκάζω , σημαίνει εκπέμπω φωνήν απότομον προκαλουμένην υπό σφοδροτάτου και αιφνιδίου άλγους. Είναι στεναγμός του προσβαλλομένου υπό απροσδοκήτου θανάτου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν