Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025


Συγχρόνως ηθέλησε να δώση το σύνηθες ρευστόν εις το πάσχον μωρόν. — Ποιος βήχει; ηκούσθη μία φωνή όπισθεν του μεσοτοίχου. Η γραία δεν απήντησεν. Ήτο Σάββατον εσπέρας, και ο γαμβρός της είχε πίει ένα ρακί παραπάνω, πριν δειπνήση· ομοίως είχε πίει μετά το δείπνον κ' ένα μεγάλο ποτήρι από λάκυρον κρασί, διά να ξεκουρασθή από τα μεροκάματα όλης της εβδομάδος.

Εξύπνησεν από την φωνήν της κόρης της, της Αμέρσας, ήτις ήλθε λίαν πρωί από τον μικρόν οικίσκον, τον γειτονικόν, ανυπομονούσα να μάθη πώς είναι η λεχώνα και το μωρόν, και πώς είχε περάσει την νύκτα η μάνα της.

Ποίον δε από τα δύο νομίζεις, είπεν, ότι διδάσκεται η αρετή, ή ότι είναι έμφυτος; — Διδάσκεται, είπε, όπως εγώ τουλάχιστον νομίζω. — Λοιπόν, είπε, νομίζεις μωρόν εκείνον όστις νομίζει ότι ευχόμενος εις τους θεούς δύναται δια της ευχής ταύτης να γίνη γραμματικός ή μουσικός, ή να λάβη άλλην τινά επιστήμην, την οποίαν θα ήτο ανάγκη να αποκτήση μαθών ταύτην από άλλον, ή αυτός εξευρών ταύτην;•— Συνεφώνησε και εις ταύτην την ερώτησιν.—Λοιπόν, είπε το μειράκιον, συ, ω Πρόδικε, όταν εύχεσαι εις τους θεούς να ευτυχής και να γίνωσιν εις σε όλα καλά, τότε τίποτε άλλο δεν εύχεσαι ή να γίνης καλός και αγαθός, αν βέβαια εις μεν τους καλούς και αγαθούς ανθρώπους συμβαίνη και τα πράγματα να είναι καλά, εις δε τους κακούς κακά.

Αχ! ωραιότερον μωρόν δεν 'βύζαξα ποτέ μου. Να μ' αξιώση ο θεός να ιδώ τα στέφανά σου, και άλλο δεν επιθυμώ. ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Αυτό είν' ίσα ίσα που ήθελα να της ειπώ. — Παιδί μου, Ιουλιέτα, ειπέ μου, η καρδούλα σου τι λέγει περί γάμου; ΙΟΥΛΙΕΤΑ Ούτ' ωνειρεύθηκα ποτέ τέτοιαν τιμήν ακόμη. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Τιμήν! Αν δεν ετύχαινα η μόνη σου βυζάστρα, θα έλεγα πως 'βύζαξες την γνώσιν με το γάλα.

Αφού το μικρόν εβαπτίσθη, και ωνομάσθη Χαδούλα, με τ' όνομα της μάμμης τουτο οποίον έκαμεν εκείνην να μορφάζη σείουσα την κεφαλήν, και να ψιθυρίζη «μην τύχη και χαθή τ' όνομα!» — πάλιν η γραία ηγρύπνει, αν και το μωρόν εφαίνετο να είναι οπωσούν καλλίτερα. Άλλως η αγρυπνία ήτο εν τη φύσει και τη ιδιοσυγκρασία της Φραγκογιαννούς, ήτις εσκέπτετο χίλια πράγματα, και είχε τον ύπνον δύσκολον.

Επόμενον λοιπόν είνε να ομιλής τόσον άσχημα αφού έχεις τόσον μωρόν ακροατήν. Ιδών δέ ποτε ένα μάντιν, όστις έδιδε τας μαντείας του επί πληρωμή, Δεν εννοώ, του είπε, διατί ζητείς πληρωμήν• εάν θέλης να πληρώνεσαι ως δυνάμενος να μεταβάλλης τα προωρισμένα υπό των Μοιρών, όσα και αν ζητήσης θα είνε ολίγα• εάν δε όλα θα γίνουν όπως ο θεός ώρισε, τι αξίαν έχει η μαντική σου;

Από εκείνο το βάθος προερχόμενοι πένθιμοι τόνοι ακούονται και εις αυτήν ακόμη την αλλόκοτον, τραχείαν, απρεπή και άσπλαχνον ομιλίαν του προς τον Πολώνιον, προς τον οποίον φέρεται τόσον σκληρώς διά να απομακρύνη το ταχύτερον από σιμά του έναν ποταπόν υπηρέτην και μωρόν κατάσκοπον του Βασιλέως· αλλά ο μελαγχολικός ρυθμός λαμβάνει όλην την έντασιν, όταν το γενναίον αίσθημα της νεανικής φιλίας προς τους δύο συμμαθητάς του ανοίγει την καρδίαν του και τον αναγκάζει να αποβάλη διά μίαν στιγμήν την προσποιητήν παραφροσύνην και να εικονίση με τα ζωντανότερα χρώματα την κατάστασιν μιας ψυχής, εις την οποίαν ο ενθουσιασμός διά το Ωραίον και το Αγαθόν εσβύσθη, ενέκρωσεν η πίστις εις τον υψηλόν προορισμόν του ανθρώπου, ώστε ο κόσμος δι' αυτόν είναι πνιγηρά φυλακή και η πλάσις όλη παρουσιάζεται ως άρνησις της Τάξεως, του Ωραίου και του Αγαθού.

Βλέπω δε την γυναίκα, αφαιρούσαν τα άνθη του καπελλίνου, απορρίπτουσαν τα κοσμήματα εις την οδόν, και καταβιβάζουσαν το φόρεμα μέχρι του άκρου των ποδών της. Και βλέπω τους χλευάζοντας τέως τον άνδρα, προς το φρενοκομείου να το σύρουν τώρα. Βλέπω δε ακόμη τους θαυμάζοντας την γυναίκα, να την θαυμάζουυ πλειότερον. Και όμως εκείνος είχεν ήδη πνεύμα σοφόν, εκείνη δε είχε πνεύμα μωρόν.

Αλλ' ενώ οι Ευρωπαίοι έχουν τουλάχιστον εθνικάς παραδόσεις, παρ' ημίν ποίος λόγος δύναται να δικαιολογήση τοιούτο μωρόν και άγριον έθιμον; Εγώ τουλάχιστον θεωρώ ως κάλλιον αντιλαμβανόμενον το ζήτημα της τιμής και ως λογικώτερον εκείνον όστις καταφεύγει εις τα δικαστήρια από εκείνον όστις ζητών αμφίβολον ικανοποίησιν από την μονομαχίαν ευρίσκει πολλάκις νέαν προσβολήν.

Ο πάγκοινος και ανεκρίζωτος εκ της καρδίας ημών πόθος μακράς υπάρξεως μ' εφαίνετο κατά την στιγμήν εκείνην τόσον άτοπος και παράλογος, ώστε ησχυνόμην ν' ανήκω εις το μωρόν και τρισάθλιον ανθρώπινον γένος και εζήλευα τας πετώσας υπεράνω του ρεύματος μικράς χρυσαλλίδας, τας οποίας επέμενα να ταυτίζω μετά των τρισολβίων εφημέρων.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν