Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Ο Τριστάνος, ο αντρείος, ο τίμιος, πέθανε. Ήτανε ανοιχτοχέρης στους φτωχούς, και βοηθούσε όσους υπέφεραν. Ποτέ τέτοια συφορά δεν έπεσε σ' αυτόν τον τόπο, άλλοτε. Τον ακούει η Ιζόλδη, δίχως να μπορή να βγάλη μιλιά. Ανεβαίνει πατά το παλάτι. Πέρνει τον ανηφορικό δρόμο. Ο μπούστος της έχει ξελυθή. Οι Βρεττανοί την κυττάζουν θαυμάζοντας. Ποτέ τους δεν είχαν ιδή τόσο ώμορφη γυναίκα.
Είτα έφθασεν ο Πέτρος, και με την συνήθη ορμητικότητά του, απροσεκτών προς τας περί μολυσμού διατάξεις και προς πάσαν άλλην σκέψιν, ειμή την αγάπην και την έκπληξίν του, εισήλθεν εις τον τάφον. Ο Ιωάννης τον ακολούθησε, και είδε, και επίστευσε· και οι δύο Απόστολοι έφεραν οπίσω την αναμφίβολον βεβαιότητα προς τους θαυμάζοντας αδελφούς των.
Εφάν' η ροδοδάκτυλη Ηώ του όρθρου κόρη, και το νησί θαυμάζοντας γερνούσαμε άνω, κάτω. και η νύμφαις, κόραις του Διός, απ' τα όρη ξεκινήσαν τα γίδια, ναύρουν έτοιμο το γεύμα οι σύντροφοί μου. 155 τα τόξ' αμέσως τα κυρτά και τα μακρυν' ακόντια απ' το καράβι πήραμε, και, εις τρεις βαλμένοι τάξεις, ρίχναμε, κ' έδωσε ο θεός ευφραντικό κυνήγι. μ' ακολουθούσαν δώδεκα πλοία, και εις το καθένα εννέα γίδες έμειναν, αφού μου δώσαν δέκα. 160 αυτού τότ' εκαθόμασθε, ολημέρα ως το δείλι μ' άφθονο κρέας, με κρασί γλυκό φαγοποτώντας. ότι το κόκκινο κρασί δεν είχε λείψει ακόμη 'ς τα πλοία, τ' είχαμε ο καθείς γεμίσει ταις λαγήναις, την ιερή 'σαν πήραμε την πόλι των Κικόνων. 165 και των Κυκλώπων βλέπαμε την γη, 'που ήταν πλησίον, και τον καπνό, και την φωνήν αυτών και των προβάτων. και ο ήλιος άμα εβύθισε κ' ήλθε κατόπ' η νύκτα, εμείς αναπαυθήκαμε 'ς την άκρα της θαλάσσης. εφάν' η ροδοδάκτυλη Ηώ του όρθρου κόρη, 170 κ' έκαμα εγώ συνάθροισι και μέσα εις όλους είπα• «σεις οι άλλοι φίλοι σύντροφοι, να μείνετ' εδώ τώρα• εγώ με τα καράβι μου και με τους ιδικούς μου συντρόφους θέλα πάω να ιδώ να μάθω τίνες είναι οι άνθρωποι τούτοι, είναι υβρισταίς, άγριοι και όχι δίκαιοι, 175 ή τε φιλόξενοι και αυτών θεόφοβ' είναι η γνώμη».
Ο φρόνιμος γέροντας θαυμάζοντας μίαν τέτοιαν παράξενην κλίσιν, ανάμεσόν του έλεγε· κάνει χρεία, δα εις ετούτον τον τόπον δεν είναι γυναίκες, οπόταν μία γραία είναι αρκετή, που να ελκύση προς αγάπην τον αρχιστράτηγον, και να την εκλέξη εις αγαπητικήν του.
Παρών δε ο Ιωάννης παρετήρει μειδιών και χαίρων τα έργα του, καθώς μειδιά και χαίρει φιλόστοργος πατήρ, οσάκις τρυφερώς ατενίζη τους οφθαλμούς επί των καλώς ανατεθραμμένων τέκνων του. Ο Γεροστάθης, βλέπων ημάς θαυμάζοντας τας ωραιότητας του κήπου, μας ηρώτησεν αν ευρίσκωμεν ομοιότητά τινα μεταξύ του κήπου του και του μεγάλου Αλεξάνδρου.
Ο βαστάζος κοίταξε γύρω του, θαυμάζοντας τα πάντα· αλλά ιδίως κοίταζε μια τρίτη κυρά που καθόταν στον θρόνο και ήταν ακόμα πιο όμορφη από τις άλλες. Κατάλαβε, από τον σεβασμό που της έδειξαν οι άλλες, ότι ήταν η μεγαλύτερη. Το όνομά της ήταν Ζωηδία, αυτής που άνοιξε την πόρτα ήταν Σεραφεία και της ψωνίστρας Αμινά.
Βλέπω δε την γυναίκα, αφαιρούσαν τα άνθη του καπελλίνου, απορρίπτουσαν τα κοσμήματα εις την οδόν, και καταβιβάζουσαν το φόρεμα μέχρι του άκρου των ποδών της. Και βλέπω τους χλευάζοντας τέως τον άνδρα, προς το φρενοκομείου να το σύρουν τώρα. Βλέπω δε ακόμη τους θαυμάζοντας την γυναίκα, να την θαυμάζουυ πλειότερον. Και όμως εκείνος είχεν ήδη πνεύμα σοφόν, εκείνη δε είχε πνεύμα μωρόν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν