United States or Namibia ? Vote for the TOP Country of the Week !


O γέλως δε των χωρικών εξέσπασε παταγώδης, όταν η Μαργή έκαμψε την γωνίαν της εκκλησίας και απεμακρύνθη μετά της μητρός της, ο δε Αστρονόμος, μιμούμενος τας κινήσεις και την φωνήν της, επανέλαβεν: «Αντίο σας! ... .Έλα μητέρα ... .» Και είπεν έπειτα με την αυτήν επίσυρτην φωνήν: — Τι δέντρο κάνει το στάρι;

Πλην όσοι των χωρικών ήκουσαν άλλοτε το καρυοφύλλι του Χειμάρρα και αυτός ο γέρων, από την εκπυρσοκρότησιν εκείνην ευθύς ηννόησαν ότι το όπλον δεν εξεπλήρωσε τον σκοπόν του.

Ναι, τόρα θα φύγωμε. . . . . . — Τόρα αμέσως! δεν βλέπεις; Η Μάρω στραφείσα είδε τας ετοιμασίας των χωρικών κ' ενόησε τον κίνδυνον. Έλυσε τον Γιάννον από του πάλου και χωρίς να χάνωσι καιρόν εξήλθον του πύργου, από του αντιθέτου μέρους της αυλής.

Άνευ πλειοτέρων επεξηγήσεων επήρεν έκαστος των χωρικών έν βαρέλιον επί του ώμου του, και εισήλθομεν οι τρεις ομού εις το χωρίον. Εις το μέσον αυτού, εντός μικράς πλατείας, εύρομεν πλήθος χωρικών, οίτινες επερικύκλωσαν τους δύο οδηγούς μου, και ήρχισε χαμηλή τη φωνή μεταξύ των συζήτησις, ήτις έλαβε διά μιας διαστάσεις ζωηράς λογομαχίας.

Νεκρός ίππος έμελλε να πρωταγωνιστήση κατά την πανήγυριν της νυκτός εκείνης, ουδ' εβράδυνε να εμφανισθή επί της σκηνής, συρόμενος διά σχοινίων μέχρι του κέντρου του αμφιθεάτρου υπό τεσσάρων τω συνοδευόντων ημάς χωρικών.

Ο είς των χωρικών εχειρονόμει, κ' εδείκνυε προς τα εκεί, και ισχυρίζετο ότι το χωράφιον το ιδικόν του είχε σύνορον ακριβώς τον τρίτον βράχον προς τα δεξιά. — Εγώ το ηύρα παππουδικό μου, έλεγε· δε ρωτάς και το Γιάννη της Ψαροδήμαινας, που είμαστε γειτόνοι, εδώ και τριάντα χρόνια...

Αλλά τότε φεύγοντες δεν ηδυνάμεθα να προΐδωμεν, ότι παραιτούμεν την εστίαν μας διά παντός και ότι θα διέλθωμεν όσα διήλθομεν. Καθ' όσον απεμακρυνόμεθα της πόλεως συνηντώμεθα μετά των χωρικών, οίτινες αθρόοι κατέβαινον προς αυτήν. Ήσαν άοπλοι, αλλ' υπήγαινον επί σκοπώ να παραλάβωσιν εκ του στόλου όπλα. Εγνώριζον εκείνοι όσα ημείς δεν εγνωρίζομεν.

Ήρχετο απεσταλμένος των γονέων της, των παιδικών της συντρόφων, της φύσεως αυτής η οποία ανθεί πέριξ των γρεκίων της, να την αποσπάση εκ της ασφυκτικής ζωής του χωρίου, της κενής ιδεών και αισθημάτων αναστροφής των χωρικών, της πενιχράς τύρβης του και την μεταφέρη εις την προτέραν.

Ο Δημήτρης περιέφερε το βλέμμα πέριξ θολόν χωρίς να διακρίνη τι κ' αίφνης ετράπη φεύγων διά της αγοράς ταχέως, ίνα μη ίδη και ακούση τα σαρκαστικά βλέμματα και τας ύβρεις των χωρικών. . . Η απελπισία του Δημήτρη δεν είχε πλέον όρια.

Οι Τούρκοι δεν ενόησαν διόλου την αναχώρησιν των Ελλήνων, την έμαθον δε από ένα των εντοπίων χωρικών, όστις αυτομόλησεν εις τους εχθρούς· δεν ετόλμησαν όμως να καταδιώξωσιν εξ οπίσω τους Έλληνας την νύκτα, αλλά μόνον το πρωί περί τα ξημερώματα εφάνη μέρος του ιππικού των περί τα Χώστια.