Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025


Τότες στο Φοίβο γύρισε κι' είπε ο μεγάλος Δίας «Φοίβε μου γιε μου, πήγαινε το Σαρπηδό να βγάλεις αλάργα τώρα απ' τις ρηξές, και πάρε οχ το ποτάμι αγνό νερό και πλύνε του τις ματωμένες σάρκες, άλειψ' τον λάδι αθάνατο κι' άλιωτα βάλ' του ρούχα. 670 Και στείλε διο οδηγούς γοργούς μαζί να τον σηκώσουν, το Χάρο κι' Ύπνο, δίδυμα διο αδέρφια, που σε λίγο θάν τόνε παν ως στης Λυκιάς μες στα χωριά τα πλούσια, κι' εκεί ξαδέρφοι κι' αδερφοί με μνήμα και με στήλη θάν τον στολίσουν· τι πρεσβιό αφτό 'ναι των νεκρώνε675

Εκείνοι δε οίτινες εστάλησαν κατά των Αμμωνίων, αφού εξήλθον από τας Θήβας έλαβον οδηγούς και έφθασαν, ως είναι θετικώς γνωστόν, δι' αμμώδους ερήμου εις την πόλιν Όασιν την οποίαν κατοικούσι Σάμιοι εκ της φυλής της λεγομένης Αισχρωνίας. Ο τόπος ούτος απέχει επτά ημερών οδόν από τας Θήβας, καλείται δε ελληνιστί Μακάρων νήσος.

Έχεις γάλα στο σπίτι; δώσε μου να πιω, διψώ φοβερά. — Έχω κάτι καλύτερο από γάλα! είπε το κορίτσι· και θα σου το δώσω. Χθες ήσαν εδώ ταξειδιώται με τους οδηγούς των, ελησμόνησαν μισή μποτίλια κρασί, τέτοιο, που δεν έχεις συ ακόμη γευθή· δεν θα το πάρουν 'πίσω, εγώ δεν πίνω, πιε συ! Και το κορίτσι έφερε το κρασί κοντά του, έχυσε μέσα σε μια ξυλίνη κούπα και την προσέφερε εις τον Ρούντυ.

Διασκεδαστικά ακάτια με τα φουσκωμένα πανιά των πετούν επάνω από το υδάτινον κάτοπρον σαν λευκές πεταλούδες. Ο διά της Σιγιόν σιδηρόδρομος ήρχισε να &λειτουργή&, πηγαίνει βαθιά μέσα εις την κοιλάδα του Ροδανού. Εις κάθε σταθμόν κατεβαίνουν ξένοι, κρατούν εις τα χέρια των τους δεμένους με κόκκινον δέμα οδηγούς των και διαβάζουν, ό,τι αξιοπαρατήρητον έχουν να ιδούν.

Οι δε θεοί είπαμεν ότι από ευσπλαγχνίαν προς ημάς μας έδωκαν συγχορευτάς και οδηγούς του χορού και τον Απόλλωνα και τας Μούσας, και μάλιστα είπαμεν ότι μας έδωκαν και τρίτον, αν ενθυμούμεθα, τον Διόνυσον. Και πώς δεν ενθυμώμεθα; Λοιπόν, διά μεν τον χορόν του Απόλλωνος και των Μουσών ωμιλήσαμεν, τόρα όμως είναι ανάγκη να ομιλήσωμεν διά τον υπολειπόμενον τρίτον χορόν, του Διονύσου.

Μέγιστος ανήρ! εξαισία εταίρα!» Ω παπουλή μου, δεν είναι αμαρτία να έχωμεν εις το κεφάλι μας αυταίς ταις σκνί- παις, αυτούς τους οδηγούς του συρμού, αυτούς τους pardonnez mois, οπού γυρεύουν τους νεωτερισμούς και δεν ημπορούν να στρογγυλοκαθήσουν εις τα παλαιά μας σκαμνιά! που να τους καθήσουν εις τον λαιμόν τα bonjour των και τα bonsoir των! ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Να τος ο Ρωμαίος! Να τος!

Απάντησε ο θεόμορφος Θεοκλύμενος εκείνου· «Συ να μου δώσης οδηγούς, Ευρύμαχε, δεν θέλω· έχ' οφθαλμούς, έχω κι' αυτιά, κ' έχω τα δυο μου πόδια, 365 και μες τα στήθη μ' είναι νους ως πρέπει μορφωμένος. μ' αυτά θα φύγω εδώθ' ενώ βλέπω κακό 'που φθάνει, 'ς του καθενός την κεφαλή να πέση των μνηστήρων, όσοι μέσατα δώματα του θείου Οδυσσέα υβρίζετ' όλους και φρικταίς εργάζεσθε ανομίαις». 370

Άνευ πλειοτέρων επεξηγήσεων επήρεν έκαστος των χωρικών έν βαρέλιον επί του ώμου του, και εισήλθομεν οι τρεις ομού εις το χωρίον. Εις το μέσον αυτού, εντός μικράς πλατείας, εύρομεν πλήθος χωρικών, οίτινες επερικύκλωσαν τους δύο οδηγούς μου, και ήρχισε χαμηλή τη φωνή μεταξύ των συζήτησις, ήτις έλαβε διά μιας διαστάσεις ζωηράς λογομαχίας.

Εκείνη δε, η οποία επέρασε την ζωήν καθαρά και με εγκράτειαν, αφ' ού απαντήση συνοδοιπόρους και οδηγούς θεούς, κάθε μία, λέγω, τοιαύτη ψυχή θα κατοικήση εις τον τόπον, ο οποίος αρμόζει εις αυτήν. Και ο Σιμμίας είπε· Πώς λέγεις αυτά, Σώκρατες; Διότι βεβαίως και εγώ έχω ακούσει πολλά διά την γην, όχι όμως αυτά, τα οποία σε επληροφόρησαν· θ' ακούσω ευχαρίστως.

Τουλάχιστον είναι επόμενον κατόπιν εκείνοι που συνηντήθησαν να εκλέξουν αντιπροσώπους των, οι οποίοι εξήτασαν τα νόμιμα όλων και από αυτά όσα ήρεσαν περισσότερον εις αυτούς διά την κοινότητα, τα έδειξαν εις τους αρχηγούς και οδηγούς του λαού και τρόπον τινά τους βασιλείς και τα υπέβαλαν εις έγκρισιν, και αυτοί μεν βεβαίως είναι πρέπον να ονομασθούν νομοθέται, διορίσαντες δε τους άρχοντας και ιδρύσαντες κάποιαν αριστοκρατίαν από τας δυναστείας ή και βασιλείαν, θα ζήσουν με αυτό το μεταβληθέν πολίτευμα.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν