United States or Mozambique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η ιδία η μητέρα αγοράζει νταντέλλες πέντε λιρών και λέγει εις τον άνδρα της ότι τας ηγόρασε μίαν λίραν. Ψεύδεται λοιπόν η παλαιά γυναίκα. Και είμεθα σύμφωνοι με την συγγραφέα.

Ενθυμούμενος τα παλαιά εκείνα χρόνια, δεν έπαυε να οικτείρη την παρούσαν κατάστασιν του σχολείου, όπου όλα τα παιδιά ήταν μικρά, όλο σμαρίδα, όλο αθερίνα.

Εκεί εις τον ήλιον ήτο μία μεγάλη και παλαιά κατοικία γεωργών, περιτριγυρισμένη από περιβόλια και νερά και σταύλους και ορνιθώνας. Εκεί δε μία πάπια εκάθητο εις την φωλεάν της, και εκλωσούσε τα αυγά της. Αλλ' η πτωχή είχε βαρυνθή πλέον να κάθηται τόσον καιρόν. Δεν ήρχοντο δε και αι συντρόφισαί της να την επισκέπτονται συχνά.

Εκείνη ήνοιξε την ποδιάν της και ο Αντωνέλλος έχυσε μέσα όλα τα τάλληρα του μανδηλιού του. — Να τα κάμης ό,τι θες· επρόσθεσε. Ο γαμβρός του εδόθη εις γέλωτα θορυβώδη. — Γέλα όσο θες, είπεν ο Αντωνέλλος· έχεις ακόμα να μου δίνης εκατό τόσα τάλλαρα, εκείνη τη παλαιά διαφορά! — Καλά, καλά, είπεν ο καπετάν Γιάννης, μη παύων να γελά.

Του είπον εγώ τότε, ότι το πράγμα συνέβη όταν ημείς ήμεθα παιδία ακόμη, δηλαδή την επομένην της ημέρας κατά την οποίαν ο Αγάθων, νικήσας με την πρώτην του τραγωδίαν, εώρταζε τα επινίκια αυτός τε και οι λαβόντες μέρος εις τον χορόν. — Ώστε η ιστορία είνε πολύ παλαιά, ως φαίνεται. Αλλά ποιος σου διηγήθη το πράγμα; ή μήπως ο ίδιος ο Σωκράτης;

Διότι πρέπει να καταστήσωμεν τας περιουσίας μεταξύ των πολιτών αδιαφιλονικήτους οπωσδήποτε, άλλως να μη προχωρούν προηγουμένως εκουσίως εις την άλλην διαρρύθμισιν όσοι έχουν παλαιά παράπονα μεταξύ των και όσοι έχουν έστω και ελάχιστον νουν. Λοιπόν ποίος είναι ο τρόπος της ορθής διανομής; Πρώτον πρέπει να ορισθή ο αριθμός των ατόμων των πόσος πρέπει να είναι.

Η νέα γυναίκα δεν ομοιάζει με τας παλαιάς εις τας τρεις πράξεις του δράματος της κ. Παρρέν. Η παλαιά γυναίκα είνε η μητέρα, η οποία προσπαθεί να επιτύχη τον γάμον του υιού της με μίαν πλουσίαν ύποπτον διά να προικίση από την προίκα της τα γεροντοκόριτσά της. Η ιδία η μητέρα ηνέχθη μέσα εις το σπήτι της την ερωμένην του ανδρός της.

Περπατούσαν πάντα με μικρά διαλείμματα, σταματώντας στις στάνες, όπου ο τυφλός κατάφερνε να τον ακούνε οι βοσκοί, που φαίνεται ότι τους αναγνώριζε «από τη μυρωδιά», όπως έλεγε, διηγούμενος τα πιο συγκινητικά επεισόδια από την Παλαιά Διαθήκη στους απλοϊκούς και τους θεοφοβούμενους, καθώς και εκείνα που η κακή τους ερμηνεία τους έδινε μια γεύση σκανδάλου για τους νέους και τους ακόλαστους.

Μόνον αν συνέβαινε ποτέ να πειραχθή με καμμίαν συνομήλικα η Αφέντρα, έμενεν η παλαιά ηχώ, ήτις κάμνει όλους και όλας να φέρουν εις την όλην την ζωήν των εν παρεγκώμιον, εις τους μικρούς τόπους, όπου ουδέν κρύπτεται ουδενός, και όπου η μετάβασις από της φιλίας εις την έχθραν, είνε τόσον εύκολος και ταχεία.

Αλλά βλέπων όλους ημάς περιέργους και ανυπομόνους να τον ακούσωμεν, ενίκησε τον δισταγμόν του, ανεκάθισεν επί της καθέκλας του, εσήκωσεν από της κεφαλής το καλυμμαύχιόν του, το απέθεσεν επί της τραπέζης, έτριψε δις ή τρις το μέτωπον με την δεξιάν παλάμην του, και στηρίξας το ήρεμον βλέμμα κατά σειράν επί τους οφθαλμούς όλων ημών, ήρχισεν ως εξής την διήγησίν του: — Γνωρίζετε όλοι τα Παλαιά Αλώνια εδώ έξω, προς βορράν του χωρίου.