United States or Canada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τώρα, ποίος προστάτης, ποίος πολιτευόμενος, ποίος βουλευτής είνε ιπποτικώτερος; Εκείνος όστις εκ του ιδίου ταμείου αγοράζει τας ψήφους των εκλογέων, ή εκείνος όστις τας αγοράζει εκ του δημοσίου θησαυρού; Εκείνος όστις πληρώνει εκ τον θυλακίου του ή εκείνος όστις πληρώνει εκ των χρημάτων του έθνους, χρημάτων ξένων, τα οποία εις την Ελλάδα μάλιστα εσυνηθίσαμεν όλοι να θεωρούμεν έρμα και σκοτεινά; ποίος είνε πλέον γαλαντόμος;

Αρχίσανε να μαλλώνουν κι αναμεταξύ τους. Αυτό ζητούσε κι ο Θεοδόσιος. Ήρθε η ώρα του να το λύση το ζήτημα. Βγαίνει λοιπόν και τους αγοράζει έναν έναν τους Αρχηγούς με δώρα και μ' αξιώματα, και τους παίρνει μέσα στον Αυτοκρατορικό το στρατό. Ένας τους τότες, ο Μοδάρης, τόσο πιστός έμεινε στον Αυτοκράτορα, που βγήκε ύστερα και χτύπησε τους πατριώτες του κ' έσφαξε ως τέσσερεις χιλιάδες τους.

Καλά σου το επλήρωσαν, είπεν ο μεγάλος Κλώσος, και αμέσως τρέχει οπίσω, αρπάζει τον πέλεκύν του και σκοτόνει και τα τέσσαρά του άλογα. Έπειτα τα έγδαρε και υπήγε με τα δέρματά των εις την πόλιν, και εφώναζεν εις τους δρόμους: Δέρματα! δέρματα! ποίος αγοράζει δέρματα! Οι υποδηματοποιοί και οι βυρσοδέψαι έτρεχαν κατόπιν του και ερωτούσαν πόσα θέλει.

Αφού δε δύο είνε τα καλά τα οποία δύναται κανείς ν' αποκτήση εκ των συγγραμάτων των αρχαίων, να ομιλή καλώς και να πράττη τα πρέποντα μιμούμενος τα άριστα και αποφεύγων τα χειρότερα, όταν ούτε τα μεν ούτε τα δε φαίνεται κανείς ωφελούμενος εκ των βιβλίων, εις τι άλλο χρησιμεύουν τα βιβλία τα οποία αγοράζει παρά ως κατοικίαι των ποντικών και των σκόρων και διά να τιμωρούνται ως οι αμελούντες δούλοι; Δεν σκέπτεσαι δε εις ποίαν ελεεινήν θέσιν θα ευρεθής εάν σε συναντήση κανείς κρατούντα βιβλίαπάντοτε δε κάτι κρατείςκαι, σ' ερωτήση τίνος ρήτορος ή συγγραφέως ή ποιητού είνε; Συ γνωρίζων από την επιγραφήν δεν θα δυσκολευθής ν' απαντήσης• αλλ' έπειτα, ως συνήθως συμβαίνει, η ομιλία θα προχωρήση, και εκείνος μεν θα επαινέση ή θα κατηγορήση κάτι εκ των περιεχομένων του βιβλίου, συ δε θα ευρεθής εις αμηχανίαν και δεν θα έχης τίποτε να είπης.

Ο ναύτης τρέχει αβάσταχτος μέσα στα χαλάσματα, αντιμετωπίζει το θάνατο για ναύρη χρήματα, βρίσκει, τα παίρνει, μεθά, κι' αφού κοιμήθηκε για να χωνέψει το κρασί, αγοράζει την εύνοια της πρώτης καλόβολης κοπέλλας, που συναντά πάνω στα ερείπια των γκρεμισμένων σπιτιών κι' ανάμεσα στους πεθαμένους και σ' αυτούς που ξεψυχούσαν.

Κάμνει εν γένει τον μεσίτην, μεσίτην χρεωγράφων, συναλλαγμάτων, οικοπέδων, μισθώσεων, έστω εν ανάγκη και υπηρετριών, μαγείρων και θαλαμηπόλων. Αγοράζει ευθηνά και μεταπωλεί όσον ακριβώτερα εύρη όπλα παλαιά, αρχαιότητας παντοειδείς, ήτοι αρχαίας και νέας, υφάσματα εξ ανατολής και πινάκια εκ Ρόδου, νομίσματα και κειμήλια περίεργα.

Η ιδία η μητέρα αγοράζει νταντέλλες πέντε λιρών και λέγει εις τον άνδρα της ότι τας ηγόρασε μίαν λίραν. Ψεύδεται λοιπόν η παλαιά γυναίκα. Και είμεθα σύμφωνοι με την συγγραφέα.

Οι δάσκαλοι όμως, κουκκί απ' αυτά δεν απεικάζουν. Αυτοί παραπονούνται μονάχα πως το έθνος δεν έχει όρεξη να διαβάζη. «Εν Ελλάδι δεν υπάρχουσιν αναγνώσται». Δεν τις αγοράζει κανένας τις μούμιες. Ας του φτειάξουν όμως έργα που να καθρεφτίζεται η ψυχή του κ' η γλώσσα του, και να δουν. Κοίταξε πώς τα χάφτει ο λαός τα λίγα ψύχουλα που εδώ και κει του σκορπούνε.

Προστατεύει με το αζημίωτόν του τους ζητούντας θέσιν και εργασίαν αργούς, γράφει αναφοράς, απαλλάττει στρατευσίμους, υπερασπίζεται καταδικασμένους, προμηθεύει μάρτυρας, επισκέπτεται συχνά την εισαγγελίαν και τον οικονομικόν έφορον, και δανείζει τα περισσεύματά του με τόκον αρκετά χριστιανικόν, ασφαλιζόμενος δι' ενεχύρων, άτινα αγοράζει εικονικώς υπό τον όρον της εξωνήσεως.

Ίσως για τούτο και τα λόγια μου δεν τους αρέσουν. Εμένα πάλε μ' αρέσει η Τήνο με το παραπάνω, όταν κάθουμαι ήσυχα στην Αθήνα, στο βιβλιοπωλείο της «Εστίας», με τον καλό τον Κασδόνη, που είναι και κείνος Τηνιακός, και μου λέει για την Τήνο. Στου Κασδόνη μαζέβουνται ταπόγεμα κάθε μέρα όσοι γράφουν ή στίχους ή παραμύθια. Βιβλία κανείς δεν αγοράζει.