United States or Portugal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Κ. Πλατέας έστρεψε την κεφαλήν προς το καφενείον, ύψωσε το βλέμμα προς τον δύοντα ήλιον, έσυρεν εκ του θυλακίου το ωρολόγιόν του, είδε την ώραν και εστέναξεν ελαφρώς. — Ό,τι θέλεις με κάμνεις, είπε. Οι δύο φίλοι διηυθύνθησαν προς το έρημον καφενείον, προς άκραν ευχαρίστησιν του ιδιοκτήτου, όστις έδραμε προσφέρων τας υπηρεσίας του.

Είδα ολίγον, διά μιας μου γωνίας, ήτις προείχε του θυλακίου του νέου μου κατόχου, το φως του ηλίου, και θα ήκουα ίσως και το άσμα των πτηνών, άτινα εφλυάρουν εις τας λεύκας της οδού, αν δεν με ετάραττον οι βίαιοι παλμοί της καρδίας του κτήτορός μου.

Έπειτα με κίνημα νευρικόν εξήγαγεν εκ του θυλακίου της ρεδιγκότας του λωρίδα αγγλικής εφημερίδος, εφόρεσε τα ματογυάλια του και είπε: — Αυτό δεν το είπε κανείς προφήτης ωσάν κ' εκείνους του έτους 1000, δεν το λέγω εγώ, δεν το λέγει το τραπεζάκι των πνευματιστών, ούτε ο άγγελος Γαβριήλ διά της δεσποινίδος Κουεδόν εις το Παρίσι.

Εξάγει εκ του θυλακίου του έν άλλο γραμμάτιον, το διπλόνει απαραλλάκτως ως το άλλο, και το τοποθετεί εις το βάθος του κιβωτίου, ούτινος τακτοποιεί επιμελώς το περιεχόμενον ως καλή οικοκυρά.

Εγώ, είπε, φίλε μου, ανήκω εις το προοδευτικόν τούτο κόμμα. — Είτα, εξαγαγών του θυλακίου του εν κλειδίον, ήνοιξε το όπισθεν της θύρας, εντός του τοίχου εκτισμένον ερμάριον, και εξακολουθών να ομιλή: — Η ταπεινή μου γνώμη είναι, είπεν, ότι οι συντηρητικοί είναι στάσιμοι, η δε στασιμότης δεν είναι πρόοδος.

Η γενναιοδωρία του δεν είχε χειμώνα, ήτο διαρκής ώρα συγκομιδής, της οποίας η ευφορία ηύξανε περισσότερον διά του θερισμού. Αι διασκεδάσεις του ωμοίαζον προς τας του δελφίνος, ανασκιρτώντος εις την επιφάνειαν της θαλάσσης. Την συνοδείαν του απετέλουν βασιλείς και ηγεμόνες, Βασιλεία και νήσοι ήσαν ως νομίσματα, εκβαλλόμενα εκ του θυλακίου του. ΔΟΛΟΒΕΛΛΑΣ. Κλεοπάτρα...

Και θα μου πης τέλος πάντων τι φιλενάδες είνε αυταίς, και ποίου είδους υπόσχεσιν ταις είχες δώσει; — Παραιτείσαι από την άλλη απαίτησί σου; — Ποιάν άλλη; — Διά να με αντιπροσωπεύσης; — Ω, αυτό το είπα χωρατά, είπεν ο Σκούντας. — Να, διάβολε, τι είνε, είπεν ο Τρανταχτής. Αυτό είνε όλο όλο. Και εκβαλών εκ του θυλακίου του κλείδα νεωστί κατασκευασμένην την έδειξε προς τον ομιλητήν του.

Και εξαγαγούσα εκ του θυλακίου της το κηρίον, όπερ είχε φέρει επίτηδες μεθ' εαυτής, απετύπωσε δι' αυτού το σχήμα του κλειδίου. — Καλήν νύκτα, κόρη μου, είπεν αποσυρομένη. — Καλήν νύκτα, απήντησεν η νέα μη δυναμένη ν' αποσυρθή εκ της θύρας, ης όπισθεν ίστατο. Αλλά μακρυνθείσα δύο ή τρία βήματα η Βεάτη, επέστρεψεν αιφνιδίως πάλιν. — Ελησμόνησα να σ' ερωτήσω πώς ονομάζεσαι, είπε.

&Εκολακεύθη μεν, το ομολογώ, η φιλοτιμία μου εκ της υπερτιμήσεως, την οποίαν ήξιζα ήδη, αλλ' αι καπνού και λίπους απόζουσαι χείρες του νέου μου κυρίου επείραξαν τα νεύρα μου φοβερά. — Ούτος με απέθηκεν επιμελώς εις τα βάθη μεγάλου θυλακίου του πανταχόθεν καταρρέοντος επενδύτου του, όπου, προς μικράν μου καν παρηγορίαν, απήντησα και άλλας εκ των αδελφών μου τεθαμμένας εκεί προ εμού.

Ειπέ του πως είνε ο Κυρ Γιάννης· θα τον περιμείνω εις το γραφείον του. Και εισήλθε πραγματικώς εις την παρακειμένην αίθουσαν, όπου, στρωθείς επί μαλακού ανακλίντρου, άναψε σιγάρον και ήρχισε να μετρή το περιεχόμενον του θυλακίου του.