United States or Timor-Leste ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την δε επομένην πλεύσασαι ανοικτά εις το πέλαγος αι τριάκοντα Αττικαί νήες και όσαι των Κερκυραίων ήσαν αβλαβείς, διηυθύνθησαν προς τον εν τοις Συβότοις λιμένα, όπου ήσαν ηγκυροβολημένοι οι Κορίνθιοι, θέλοντες να γνωρίσωσιν αν ούτοι εσκόπουν να ναυμαχήσωσιν.

Ο δε Χαλκιδεύς και ο Αλκιβιάδης, αφού κατεδίωξαν τον Στρομβιχίδην μέχρι της Σάμου, ώπλισαν τους ναύτας του Πελοποννησιακού στόλου, τους άφησαν εις την Χίον, τους αντικατέστησαν διά ναυτών εκ της νήσου εκείνης, παρεσκεύασαν ακόμη άλλα είκοσι πλοία, και διηυθύνθησαν προς την Μίλητον, διά να την αποστατήσουν.

Η Ευθαλία ηκολουθείτο από την μητέρα της· ήτο αύτη καλή γερόντισσα, ευσεβής, καταγομένη από την γείτονα νήσον, και ελέγετο ότι ήτο εκ μιας των καλλιτέρων οικογενειών της πατρίδος της. Διηυθύνθησαν προς το μέρος της δασκαλοκαθέδρας, προς το εσώτερον δυτικόν πλάτος του ισογείου, από την θύραν την νοτιοανατολικήν.

Το φορείον εστάθη προ της οικίας του χρυσοχοείου του Ιδομενέως, όπου ο Πετρώνιος κατήλθεν επ' ολίγον, ανήλθε δε πάλιν και διηυθύνθησαν προς την οικίαν του Αούλου. — Είναι περίεργος οικία, απήντησε χαμηλή τη φωνή ο Πετρώνιος. Βεβαίως θα ήκουσες να λέγουν ότι η Πομπονία Γραικίνα ήγειρεν υπονοίας ότι είνε μύστις ανατολικών δοξασιών βασιζομένων επί της λατρείας κάποιου Χριστού .

Ο εξάδελφός μου μετά του Κ. Σπυράκη διηυθύνθησαν προς την λέμβον διά να ίδουν αν ήσαν εν τάξει τα φορτωθέντα ήδη εντός αυτής κιβώτιά μας. Ο Κ. Μελέτης και εγώ επεριπατούμεν βραδέως επί της άμμου, απομακρυνόμενοι της παρά το καφενείον τύρβης. Ο γέρων εφαίνετο ότι επεθύμει κάτι να είπη. Πράγματι, μετά τινων λεπτών σιωπήν, διέκοψε τον περίπατον και μετά της μεμετρημένης φράσεως του,

Μετά ταύτα δε οι άλλοι στρατηγοί των Αθηναίων, οι οποίοι ήσαν εις την Σικελίαν, διαιρέσαντες το στράτευμα εις δύο μέρη, έκαστον των οποίων έλαβεν ένα καθένας από τους δύο με κλήρον διηυθύνθησαν μεθ' όλου του στόλου προς τον Σελινούντα και την Έγεσταν, διά να μάθουν αν οι Εγεσταίοι θα τους έδιδαν τα υποσχεθέντα χρήματα, να επιθεωρήσουν την κατάστασιν των Σελινουντίων και να μάθουν τας μετά των Εγεσταίων διαφοράς των.

Έφευγον δε προς πάσας τας διευθύνσεις και μερικοί ετράπησαν προς την θάλασσαν, ήτις δεν απείχε πολύ, και άμα είδον τα Αττικά πλοία, τα οποία παρέπλεον κατά την ώραν, πού έγινεν η τροπή, διηυθύνθησαν προς αυτά κολυμβώντες, προτιμώντες εις τον τρόμον των να απολεσθούν διά της χειρός των εν τοις πλοίοις, εάν ήτο ανάγκη, παρά διά της χειρός των βαρβάρων και εχθίστων Αμφιλόχων.

Ο Κ. Πλατέας έστρεψε την κεφαλήν προς το καφενείον, ύψωσε το βλέμμα προς τον δύοντα ήλιον, έσυρεν εκ του θυλακίου το ωρολόγιόν του, είδε την ώραν και εστέναξεν ελαφρώς. — Ό,τι θέλεις με κάμνεις, είπε. Οι δύο φίλοι διηυθύνθησαν προς το έρημον καφενείον, προς άκραν ευχαρίστησιν του ιδιοκτήτου, όστις έδραμε προσφέρων τας υπηρεσίας του.

Και τέσσαρα μεν εκ τούτων συνέλαβαν οι Αθηναίοι κενά, διότι τα πληρώματα επρόλαβαν να σωθούν εις την ξηράν, τα δε άλλα κατέφυγαν εις την πόλιν των Τηίων. Μετά τούτο δε οι μεν Αθηναίοι διηυθύνθησαν προς την Σάμον, οι δε Χίοι μετά των επίλοιπων πλοίων και του πεζού στρατού μετέβησαν να αποστατήσουν την Λέβεδον, και έπειτα τας Εράς. Μετά ταύτα ο στρατός και ο στόλος επέστρεψαν εις τα ίδια.

Κατά την ιδίαν λοιπόν νύκτα, μεθ’ όλης της δυνατής ταχύτητας, διηυθύνθησαν προς τον Ελαιούντα, παραπλέοντες την Χερσόνησον και προσπαθούντες να φθάσουν εις το πέλαγος πριν συναντήσουν τους εχθρούς.