United States or Dominican Republic ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αίφνης εν μέσω δύο γογγυσμών, έβαλλε μίαν φωνήν, κ' έκραζεν από της κλίνης προς την εκτός του ισογείου θαλάμου πηγαινοερχομένην και υπηρετούσαν παιδίσκην·Μη χύνης στην αυλή τα νερά· χίλιαις φοραίς σ' το είπα, στο νεροχύτη!

Η μικρά οικοδομή εις την βορειοανατολικήν εσχατιάν της πολίχνης, συνορεύουσα με κήπους, μυρίζουσα εξοχήν και άνοιξιν, συνίστατο από έν ανώγεων μετά ισογείου κάτω και από έν υπερώον εις το οποίον ανήρχετό τις διά σκάλας έξ επτά βαθμίδων. Λέγομεν &ανήρχετό τις&, απλώς διά το σύνηθες της εκφράσεως, διότι άλλως είνε πολύ αμφίβολον, εάν τις «ανήρχετό» ποτε εις το άδυτον εκείνο.

Παρήλθον δέκα λεπτά της ώρας, και γενναίον πετροβόλημα άρχισε να δέρνη την στέγην, τας ξυλώσεις και τας δοκούς του αφατνώτου πατώματος της ερήμου οικίας. Πολλοί λίθοι με υπόκωφον δούπον, διερχόμενοι διά των δοκών, και άλλοι διά της θύρας, έπιπτον εις το έδαφος του ισογείου.

Η Ευθαλία ηκολουθείτο από την μητέρα της· ήτο αύτη καλή γερόντισσα, ευσεβής, καταγομένη από την γείτονα νήσον, και ελέγετο ότι ήτο εκ μιας των καλλιτέρων οικογενειών της πατρίδος της. Διηυθύνθησαν προς το μέρος της δασκαλοκαθέδρας, προς το εσώτερον δυτικόν πλάτος του ισογείου, από την θύραν την νοτιοανατολικήν.

Ένα πρωί η ντόνα Έστερ, που κοιμόταν στο δωμάτιο του ισογείου για να τον προσέχει, σηκώθηκε νωρίς, τακτοποίησε τα πράγματα παραμιλώντας χαμηλόφωνα, και σκύβοντας για να του δώσει να πιεί μια μικρή κούπα γάλα του είπε: «Άντε, Έφις, να είσαι χαρούμενος! Σήμερα ο Πρέντου θα ορίσει τη μέρα του γάμου. Είσαι ευχαριστημένος

Αισθανθείσα τον ψυχρόν σίδηρον, η Αμέρσα αφήκε σπαρακτικήν κραυγήν. Οι δύο χωροφύλακες δεν είχον ακόμη απομακρυνθή, αλλ' είχαν κοντοσταθή έξω της θύρας του ισογείου, ως να εσυμβουλεύοντο τι να κάμουν. Ήκουσαν την κραυγήν εκείνην του τρόμου, εκύτταξαν επάνω κ' έτρεξαν. Τότε ανέβησαν μετά κρότου την σκάλαν κ' έφθασαν εις το χαγιάτι. Έσεισαν βιαίως την θύραν. — Εν ονόματι του Νόμου! ανοίξατε!

Και με τον λόγον ο Ταχίρ έφερεν από τα δεξιά διά χαμηλής, ισογείου σχεδόν κλίσεως εις τ' αριστερά το γιαταγάνι και αναταθείς κατέφερεν αυτό αστραπιαίως επί της κεφαλής του Ζάχου. Αλλ' όσον επιτηδείως, όσον υπούλως και ταχέως ενήργησεν ο αλβανός, το παλληκάρι εμάντευσεν ευθύς εξ αρχής τον σκοπόν του κ' αι δύο λεπίδες συνηντήθησαν υψηλά άγριαι, φοβεραί, λυσσασμέναι.

Περιλαμβάνει δε ως επί το πλείστον μίαν τετράγωνον αυλήν περίφρακτον, εντός της οποίας προσδένονται τα ζώα και φυλάσσονται την νύκτα ασφαλώς, και έν χαμηλόν ισόγειον προς διαμονην των οδοιπόρων. Το λ ε β ά ν, ήτοι το σανιδόστρωτον έδαφος του ισογείου, είνε ανυψωμένον ένα πόδα υπέρ την επιφάνειαν της αυλής.

Έψαξε της τσέπαις των δύο παιδιών, και συγχρόνως τα έσυρε προς την θύραν του ισογείου της κατηρειπωμένης οικίας οπόθεν είχεν εξέλθει, ως φαίνεται, το παράδοξον ον. Εκεί έβαλε τον Νάσον υπό κράτησιν όπισθεν της θύρας, ισχύρωσε το άνοιγμα με το ίδιον σώμα του και έψαξεν εν ανέσει τον Άγγελήν. Εύρε δεκαπέντε ή είκοσι πεντάραις και δεκάραις εις τα θυλάκιά του.

Αυτό που σου κρένω! επέμενεν ο πρώτος . . . Κάμε κείνο που σε χουιάζουνε! Ο δεύτερος χωροφύλαξ, καίτοι νωθρός ολίγον, έτρεξε κάτω όσον ταχύτερα ημπόρεσε, διά να κλείση την θύραν του ισογείου, ή διά να παραμονεύση. Αλλ' ήτον ήδη αργά. Ο Μούρος εν τω μεταξύ είχεν ανοίξει την κλαβανήν, αποσύρας την μικράν κασσέλαν, την οποίαν είχε βάλει επάνω της, και είχε πηδήσει κάτω.