Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Τρεις χρόνους αγαπούσα κόρην ώμορφη, Και λόγο δεν της πήρα, κι' ουδέ φίλημα. Μια μέρα 'ςτό ποτάμι την απάντησα· Της κρένω, δε μου κρένει, κι' ουδέ με τηρά, Της ρίχνω ένα λουλούδι, δεν το δέχτηκε, Της ρίχνω το μαντήλι, κρυφοθύμωσε... Με συνεπήρε ο πόνος, μάνα, κι' ο καϋμός· Πεζεύω, 'ςτά πλατάνια δένω τ' άλογο Κι αρπαχτικά την πιάνω και την φίλησα.
— Αυτό που σου κρένω! επέμενεν ο πρώτος . . . Κάμε κείνο που σε χουιάζουνε! Ο δεύτερος χωροφύλαξ, καίτοι νωθρός ολίγον, έτρεξε κάτω όσον ταχύτερα ημπόρεσε, διά να κλείση την θύραν του ισογείου, ή διά να παραμονεύση. Αλλ' ήτον ήδη αργά. Ο Μούρος εν τω μεταξύ είχεν ανοίξει την κλαβανήν, αποσύρας την μικράν κασσέλαν, την οποίαν είχε βάλει επάνω της, και είχε πηδήσει κάτω.
— Μα κει που θα μου πάρης την ψυχή, αδερφούλη μου, κάλλια το σελάχι! ξεφώνησε ντροπαλά ο δύστυχος Καναβιός, κ' εγύρισε κατά μας, συχνοσηκώνοντας με μεγάλη στενοχώρια τους ώμους. Ο Κυρ-Λοχίας τόρα οπού εκατάλαβε τι τρέχει άναψε. Γύρισε κατά τον Ψυχομάνη στην άλλην άκρη. — Τ' είν', ωρέ, παλιόσκυλο; του λέει· τ' έχς για, ωρέ, και κάνς έτσι; Ο Ψυχομάνης τάχασε. — Ωρέ, γω σ' κρένω, τι χαλιέβς εκεί;...
Δεν είναι έτζι, κυρ Ταλιαπιέρα, Ή λέγω τάχα τη νύχτα ημέρα; Ανίσως, φίλε, θαρρής πως σφάλλω, Εγώ τζοπαίνω, δεν κρένω άλλο. Κι' ο Παπαγιάνης αυτήν την κρίσι, Σαν Ιερέας ας μας χωρίση. Πώς λες Ζαγόρι, οπού γνωρίζεις, Καλά σε ταύτα, να 'ποφασίζης; Για το τραπέζι, για το ποτήρι, Ποτέ δεν κάνεις τινός χατήρι. Κι' αυτό σα θέλεις να το διαλέξη Αφίνω πάλε τον κυρ Αλέξη.
Όντας με βλέπης μη προγγάς, κρίνε μου όντας σου κρένω Και γέλα μ' όντας σου γελώ, κι' όντας απλώνω χέρι Γείρε μου εσύ 'ς την αγκαλιά, δος μου τα δυο σου αχείλη. Τ' άκουσα που το τραγουδούν απάνου 'ς τα λουμάκια Του λόγγου τ' άγρια πουλιά πώς αγαπά η καρδιά σου, Πως διάλεξε αγαπητικόν τον δράκοντα τον Ήλιο.
Όλαις η νηαίς παντρεύονται και πέρνουν παληκάρια, κ' εγώ η Γιαννούλα η ώμορφη πήρα το μαραζιάρη. Σιμά του πάντα κάθομαι· του κρένω δεν μου κρένει· ψωμί του δίνω δεν το τρώει, κρασί και δεν το πίνει. Η κλαγγή της φωνής της, καίτοι δεν έχει πλέον την δρόσον της πρώτης νεότητος, έχει όμως σπάνιον αληθώς το κάλλος.
Μισώ των φίλων συνοδιαίς, στη μοναξιά ησυχάζω· Με σένα κρένω και γελώ εκεί που συλλογιάζω. Αυτή 'ναι η περιδιάβασι, αυτή ναι η χαρά μου, Κι' αυτό είναι που ορέγεται με πάθος η καρδιά μου. Εσένα να φαντάζομαι ποτέ δεν αποσταίνω· Το μοναχό υποκείμενο οπού δεν το χορταίνω. Να ήταν τρόπος άκοπα να σ' ήβλεπα μπροστά μου, Και το 'να χίλια να βλεπαν τα μάτια τα δικά μου.
Τι λέει το τραγούδι; Σου κρένω, δε μου κρένεις. Έτσι να κάμουνε είναι και πιο σωστό. Να μην τους δίνουμε απάντηση τους δασκάλους.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν