United States or Benin ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αθάνατος και αυτή κ' αιωνία αλλά κάτισχνος, με πρόσωπον κίτρινον και ζαρωμένον, ως μαραμένον μήλον, σεμνή ως μοναχή, είχεν αποσυρθή του κόσμου, ζώσα εντός ανηλίου κ' ερημικής κοιλάδος, καταμόναχη, εκτός μικράς στακτερής σκύλας, της Ωμορφούλας και δύο παγωνιών. Ήτο μάγισσα και αυτή αλλά κατωτέρα της αδελφής της.

Όθεν οι μήνες ήσαν εις μεγάλην ανησυχίαν ήρχισαν να επιρρίπτουν κατ' αλλήλων την ευθύνην κ' έκαστος εζήτει μέσον όπως αποσυρθή της δυσχερούς θέσεως, εις την οποίαν επεριπλέχθη εξ απερισκεψίας. — Εγώ το είπα, δεν ήταν καλό να τον βαρέσουμε, έλεγεν ο είς. — Εγώ δεν βάρεσα καθόλου, εδικαιολογείτο ο άλλος. — Ναι, εσύ έδωκες την γροθιά που τώπρησες το μέτωπο.

Και εξαγαγούσα εκ του θυλακίου της το κηρίον, όπερ είχε φέρει επίτηδες μεθ' εαυτής, απετύπωσε δι' αυτού το σχήμα του κλειδίου. — Καλήν νύκτα, κόρη μου, είπεν αποσυρομένη. — Καλήν νύκτα, απήντησεν η νέα μη δυναμένη ν' αποσυρθή εκ της θύρας, ης όπισθεν ίστατο. Αλλά μακρυνθείσα δύο ή τρία βήματα η Βεάτη, επέστρεψεν αιφνιδίως πάλιν. — Ελησμόνησα να σ' ερωτήσω πώς ονομάζεσαι, είπε.

Μήπως ωδηγήθην εις το μπουντρούμι να περιμείνω εκεί την προσεχή θυσίαν, ήτις θα ετελείτο μετ' ολίγους μήνας; Αντελήφθην ότι δεν μπορούσε να είναι έτσι. Τα διαθέσιμα θύματα είχον αποσυρθή. Εξ άλλου το παλαιό μπουντρούμι μου είχε, καθώς όλα τα μπουντρούμια εν Τολέδη, λιθόστρωτον το πάτωμα και το φως δεν είχεν εκδιωχθή παντελώς εξ αυτού.

Τι θέλεις; είπε μετ' ολιγωρίας ο Πλήθων, και ητοιμάζετο να κλείση την θύραν και ν' αποσυρθή. — Περίμενε, αφέντη, μίαν στιγμήν. Εγώ δεν φταίγω τίποτε. Δεν ήρθα εγώ μοναχός μου. Άλλος μ' έστειλε. — Ποίος άλλος; — Η καλόγρηαις. — Και τι θέλεις; — Να σου πω ένα πράγμα. — Τι; — Μου είπαν να σου το πω κρυφά εις τ' αυτί σου. — Έλα εδώ.

Το κυριώτερον δόγμα του είνε να καταφρονή τα πάντα και συγχρόνως να επωφελήται τα πάντα και να λαμβάνη την ηδονήν όπου την ευρίσκει. ΑΓΟΡ. Λοιπόν ν' αποταθής εις άλλον από αυτούς τους πλουσίους που έχουν πολλά χρήματα• εγώ δεν είμαι κατάλληλος ν'αγοράσω ένα τέτοιον γλεντζέν. ΕΡΜ. Φαίνεται ότι θα μας μείνη απώλητος αυτός. ΖΕΥΣ. Ας αποσυρθή και φέρε άλλον.

Την νύκτα, όταν πλέον τα μαγαζεία είχον κλείσει και οι άνθρωποι είχον αποσυρθή εις τας οικίας των, φως ανέβαινε την άγαυσαν προς την επάνω συνοικίαν της Παναγίας οδόν, φως φαναρίου φέγγον εις ικανήν απόστασιν και προχωρούν κινούμενον προς τους απέναντι τοίχους κατά σειράν.

Και όταν λοιπόν το νερόν, αφ' ού ορμήση, αποσυρθή εις τον τόπον, ο οποίος ονομάζεται κάτω, διά μέσου της γης τρέχει μέσα εις τα μέρη, τα οποία ευρίσκονται εις εκείνα τα ρεύματα και τα γεμίζει, καθώς όταν εκβάλωμεν νερόν με άντλημα· όταν δε πάλιν φύγη από εκεί και ορμήση προς τα εδώ, γεμίζει πάλιν τα εδώ· αυτά δε, αφ' ού γεμίσουν, τρέχουν διά μέσου των υπονόμων και διά μέσου της γης και, αφ' ού φθάσουν καθέν εις κάθε τόπον, εις τον οποίον διευθύνονται, κάμνουν θαλάσσας και λίμνας και ποταμούς και βρύσεις.

Κατανυγείς την καρδίαν, έκρινεν επίκαιρον να εμφανισθή, και ανοίξας την θύραν, εισήλθε. Το πρώτον κίνημα όπερ έκαμεν, ήτο να νεύση προς τον Πρωτόγυφτον ίνα αποσυρθή. Ούτος δε αφορμήν περιέμενε, και εξήλθεν ευθύς, προτού η Αϊμά προλάβη να τον παρατηρήση. Αλλ' όμως έστρεψεν ακολούθως το όμμα και είδε την αφάνειαν του Γύφτου. Τότε περιέφερε μετά τρόμου το βλέμμα επί του προσώπου του Πλήθωνος.

Η φωνή της Κ. Frigeri ήτο τοσούτον μετριοφρόνως ολίγη και τόσον δειλώς οικονομική, οι δε συμπαραστατούντες αυτή μουσουργοί τοσούτον συμπαθώς είχον αποσυρθή εις τα μύχια βάθη της φαληρικής σκηνής, ίνα μη καταστήσωσι φαίνεται προδηλοτέραν διά της παραβολής την φωνητικήν ανέχειαν της ψαλτρίας, ώςτε η όλη συναυλία δεν υπερέβη την ευάρεστον διαπασών υποκώφου τινός μορμυρισμού, συγχεομένου μυστηριωδώς προς τον ήρεμον φλοίσβον των επί των άμμων του Φαλήρου εκπνεόντων κυμάτων.