United States or Caribbean Netherlands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πόσον διήρκεσε φυσικά δεν κατώρθωσα ν' αντιληφθώ, αλλά παρετήρησα ανοίξας τα μάτια μου μίαν φοράν ακόμη ότι τα πέριξ αντικείμενα ήσαν ορατά. Μία λάμψις παράδοξος, θειαφένια, της οποίας δεν κατώρθωσα να διακρίνω την προέλευσιν, μου επέτρεπε να διακρίνω την έκτασιν και το σχήμα της φυλακής μου. Είχα απατηθή οικτρώς, ως προς την έκτασιν αυτής.

Ο ιερεύς, ανοίξας το περικάλυμμα, ανέγνωσε μεγαλοφώνως το εν αυτώ έγγραφον, το οποίον πραγματικώς ήτο η ιδιόχειρος διαθήκη του γέροντος. Της διαθήκης ταύτης ούτε το πρωτότυπον διεσώθη, ούτε αντίγραφον αυτής ελήφθη ποτέ· ώστε μη δυνάμενος να καταχωρήσω αυτήν ενταύθα, θέλω αναφέρει όσας εκ των διατάξεών της διετήρησεν η μνήμη μου.

Και ανοίξας την θύραν πάραυτα είδεν υψηλόν εμπρός τοίχον εκ χιόνος, κοκκωτής αυτής, ουχί βαμβακοειδούς, ως αποκρυσταλλωθείσης εν τη στενή και ψυχρά αυλή. Κοντός ως ήτο ο Μπάρμπα-Σταύρος έκαμνε να ίδη προς τα έξω, αλλά πού να φθάση εκείνο της χιόνος το ύψος. Και ηκούετο μετά πόνου ο γρυλλισμός του χοιριδίου, το οποίον ανεστέναζε κάτω από τα ψυχρά εκείνα έγκατα της χιόνος.

Ανέσυρεν εκ της ζώνης την κλείδα, και ανοίξας την θύραν του ναού εισήλθε. Τι είδε τότε; Δυστυχώς έμεινε βωβός έκτοτε, και δεν ηδύνατο να το διηγηθή. Δυστυχέστερος του Ζαχαρίου, πατρός του Προδρόμου, δεν ελύθη την γλώσσαν μετ' εννέα μήνας από του συμβάντος τούτου, και ουδέν διηγήθη προφορικώς προς τους ενορίτας του.

Αφού δε αρκετά εφρόντισε διά τας ευχάς, επήγεν εις τον επόμενον θρόνον και ανοίξας την δευτέραν θυρίδα ήρχισε ν' ακούη τους όρκους και τους ορκιζομένους. Τακτοποιήσας δε και τούτους και κεραυνοβολήσας τον Επικούρειον Ερμόδωρον, μετέβη εις τον επόμενον θρόνον διά να φροντίση περί των μαντείων, των φημών και των οιωνών.

Εάν δ' ανοίξας τας υαλίνας θυρίδας διεξέλθη τις τους χιλίους και πλέον τόμους, θα ίδη ότι έκαστος εξ αυτών είνε κατάστικτος σκέψεων, σημειώσεων και παραπομπών.

Ο έπαρχος ελησμόνησε την προσβολήν ή την εσυγχώρησε, καθόσον μάλιστα δεν ήτο παρούσα πλέον η κομψή κυρία. Ανοίξας το ωρολόγιόν του είδε πάλιν την ώραν. — Τι να έχη άρά γε το παιδάκι της; ηρώτησεν η Κυρά Λοξή. — Α! ανεφώνησεν ο έπαρχος πλήρης ευχαριστήσεως. Βλέπεις ότι και συ ερωτάς διά πράγματα οπού δεν σε μέλει; Κ έπειτα πειράζεσαι και θυμώνεις εάν σ' ερωτήσουν!

Όταν όμως ο Δαρείος έκαμε κατά τα συμπεφωνημένα γενικήν έφοδον κατά του τείχους εξ όλων των μερών, όλος ο δόλος του Ζωπύρου απεκαλύφθη· διότι, ενώ οι Βαβυλώνιοι από των τειχών ημύνοντο και απέκρουον τον στρατόν, ο Ζώπυρος, ανοίξας τας Κισσίας και τας Βηλίδας καλουμένας πύλας, εισήγαγε τους Πέρσας εις το κέντρον της πόλεως.

Στραφείς δε προς τον τυφλόν τον έλαβεν εκ της χειρός, τον έφερε πλησίον του παραθύρου, και ανοίξας διά των δακτύλων τα βλέφαρά του εξήτασεν επί μίαν στιγμήν προσεκτικώς τους αφωτίστους οφθαλμούς του. Έπειτα βλέπων την γραίαν, ήτις παρηκολούθει ατενώς την εξέτασιν, εκίνησεν οριζοντίως την χείρα ως αν έλεγε: τετέλεσται! Η γραία έθεσε τον δάκτυλον εις τα χείλη και ήνωσε παρακλητικώς τας δύο χείρας.

Αλλά τι λέγω; Και κλειστούς εάν έχης τους οφθαλούς και αυτός πλησίαση και είπη τι, ανοίξας το μελίρρητον εκείνο στόμα, και εκπέμψη την συνήθη του φωνήν, θα εννοήσης ότι δεν είνε κανείς όμοιος με ημάς τους άλλους θνητούς, «οι αρούρης καρπόν έδομεν> , αλλά πνεύμα ουράνιον με δρόσον ή με αμβροσίαν τρεφόμενον.