United States or Egypt ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο καπετάν Μοναχάκης έρριχνε πού και πού μια λοξή ματιά στον τιμονιέρη, που ζητούσε να φυλάξη κάθε κύμα που πλάκωνε. Ο τιμονιέρης, γεροντάκι και αυτός μα γερό κόκκαλο, στεκότανε ακούνητος σαν κολώνα, απίκου, προσμένοντας το κύμα, έτοιμος να ορτσάρη ή να το ποδίση. Εκεί, τραβέρσο το κρατούσανε... Βόηθα, Παναγία μου!

Οι οφθαλμοί του δεν είχον βλέμμα, τα δε χείλη του δυσκόλως ηνοίγοντο. Και όμως ήθελεν η κυρά Λοξή να τον εξυπνίση ολίγον τον δυστυχή, τώρα μάλιστα ότε επρόκειτο να τον ίδη ο ιατρός. — Είδες πώς τρέχουν οι άνθρωποι από παντού να τον ιδούν, επανέλαβε. Τόσην ώραν προσμένομεν!.. Μεγάλος ιατρός, αλήθεια! θα σε ιατρεύση κ' εσένα, Γιάννη, πρώτα ο Θεός! Ακούς; Αντί πάσης απαντήσεως ο γέρων εστέναξεν: Αχ!

Η Κυρά Λοξή ένευσεν αρνητικώς την κεφαλήν και έφερε την χείρα πρώτον εις τους οφθαλμούς της. τους οποίους έκλεισεν, έπειτα δε επί της καρδίας. Ο έπαρχος ενόησεν ότι κατέχει τον γέροντα η λύπη, αφότου απώλεσε την όρασιν. Ο σιωπηλός ούτος διάλογος συνεφιλίωσεν εντελώς τον έπαρχον και την γραίαν χωρικήν.

Ο έπαρχος ενόμισε την στιγμήν πρόσφορον όπως λάβη κ' εκείνος τον λόγον, αλλ' η γραία δεν τω έδωκε τον αναγκαίον προς τούτο καιρόν. — Δεν φορούμεν φράγκικα, εξηκολούθησε, και δεν είμεθα πλούσιοι, αλλά κάτι σημαίνομεν και 'μείςτον τόπον μας. Ας κοπιάση εκεί του λόγου της να μάθη αν είναι της ελεημοσύνης η Κυρά Λοξή...... Διέκοψε την γραίαν η θύρα του ιατρού, η οποία ηνοίχθη τρίζουσα.

Η Κυρά Λοξή δεν είπε τίποτε, αλλά διά νευρικής κινήσεως ανέσυρεν επί των ώμων το σάλι της. Ο έπαρχος ανύψωσεν επί της μύτης του τα ομματοϋάλια. — Άνδρας σου είναι; ηρώτησεν. — Όγεσκε, απεκρίθη η γραία ξηρά ξηρά. Δεν είναι άνδρας μου. — Περίεργον πράγμα, εξηκολούθησε λέγουσα.

Πλάνα, πλάνα! ανέκραξε μειδιών ο ιατρός· και ανοίγων την επιστολήν του συναδέλφου του εστράφη προς το δωμάτιόν του. Η Κυρά Λοξή σύρουσα τον τυφλόν, έρριψε βλέμμα θριαμβευτικόν επί της μαγειρίσσης, και ηκολούθησεν εις το δωμάτιόν του τον ιατρόν αναγινώσκοντα την επιστολήν. Ιδού το περιεχόμενόν της: «Σεβαστέ μου και φίλε καθηγητά. «Σας συνιστώ ενθέρμως την επιφέρουσαν το παρόν.

Έτσι ίσους μας μην μου ζητάς να βγάλεις τους γονιούς μας» 410 Τότες με μια λοξή ματιά του λάλησε ο Διομήδης «Αδρέφι, κλείσ' το στόμα σου, τ' ακούς; Τον Αγαμέμνο εγώ δεν τον κατηγοράω, πούναι αρχηγός μας όλων, αν τους γενναίους Αχαιούς να πολεμάν τους βιάζει.

Η κυρά Λοξή διηγήθη διά μακρών τας περιπετείας του τελευταίου εκλογικού αγώνος εις την νήσον της, δεν απέκρυψε δε το ενεργόν μέρος το οποίον έλαβεν υπέρ του αποτυχόντος υποψηφίου βουλευτού της αντιπολιτεύσεως, ουδ' απεσιώπησε τας ελπίδας της περί προσεχούς ήττης της υπουργικής μερίδος.

Όλαι αι κεφαλαί εστράφησαν προς την θύραν, εκ της οποίας εξήλθεν ο πελάτης και μετ' αυτόν ο ιατρός. Ο πελάτης διασχίσας την τραπεζαρίαν ανεχώρησεν, ο δε ιατρός, σταθείς εις το κατώφλιον της θύρας του, είδεν ένα προς ένα τους περιμένοντας και ένευσε προς τον φοιτητήν, όστις εισήλθεν εν βία εις το δωμάτιον. Η θύρα εκλείσθη και πάλιν. Η Κυρά Λοξή είχεν εγερθή, άμα είδε την θύραν ανοιχθείσαν.

Κάηκε σαν τον είδε εκεί, κι' έρηξε εφτύς της Ήρας λοξή ματιά και τρομερό της μίλησε ένα λόγο «Άσφαλτα ο δόλος σου, άπιστη, τον Έχτορα απ' τη μάχη μούπαψε εκεί ο κακόβουλος και τσάκισε τους Τρώες. 15 Δεν ξέρω αλήθια αν πρώτη εσύ δεν πρέπει να πλερώσεις τα μπλέκουδά σου με βεργιές και ναν τους δεις τη γλύκα.