United States or Fiji ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μωρέ μούτρα και μπαίνουν με τσ' ανθρώπους! Ου! να μου χαθής! Και με ταχείαν κίνησιν του έστρεψε τα νώτα και εκλείσθη εις το σπίτι, ο δε Μανώλης έμεινεν αποσβολωμένος εις τον δρόμον. Τόσον βεβαίας ελπίδας είχεν εις την εντύπωσιν της ποδιάς, ώστε η αγανάκτησίς του υπήρξε μεγάλη. Θαπηλπίζετο δε εντελώς, αν δεν ενεθάρρυνε την επιμονήν του με τους πειστικούς και διερεθιστικούς της λόγους η χήρα.

Πρώτον ησύχασε προς καιρόν ο κόσμος, και δεύτερον, δεν εκλείσθη το στάδιον των δύο προμνημονευθέντων πολιτευτών, οίτινες έμελλον να συνεχίσωσιν επί μίαν εισέτι περίοδον της διακεκριμένας υπηρεσίας των ο είς διά τα γενικά του έθνους συμφέροντα, ο έτερος διά τα δημόσια έργα της επαρχίας.

Όλαι αι κεφαλαί εστράφησαν προς την θύραν, εκ της οποίας εξήλθεν ο πελάτης και μετ' αυτόν ο ιατρός. Ο πελάτης διασχίσας την τραπεζαρίαν ανεχώρησεν, ο δε ιατρός, σταθείς εις το κατώφλιον της θύρας του, είδεν ένα προς ένα τους περιμένοντας και ένευσε προς τον φοιτητήν, όστις εισήλθεν εν βία εις το δωμάτιον. Η θύρα εκλείσθη και πάλιν. Η Κυρά Λοξή είχεν εγερθή, άμα είδε την θύραν ανοιχθείσαν.

Οι Τούρκοι δεν ηκολούθησαν επί πολύ την καταδίωξιν των τραπέντων εις φυγήν, βλέποντες διαμένον ακόμη ακέραιον περί τον Καραϊσκάκην έν μέρος της στρατιάς του. Οι δε τραπέντες εις φυγήν Έλληνες βλέποντες ότι δεν ήτον ο Καραϊσκάκης μαζή των εις την φυγήν, και εννοήσαντες ότι εκλείσθη, εστράφησαν οπίσω με σκοπόν να δώσωσι βοήθειαν εις αυτόν διά να δυνηθή να φύγη.

Ανοίγοντες κατά τύχην τους επί της τραπέζης ημών τόμους, αποσπώμεν μόνον τα παριστώντα τι περίεργον εκ των εν αυτοίς απειραρίθμων παραδειγμάτων προώρου ταφής. Κατά τον Μαλαλάν, τον Μανασήν, τον Πάγην και τους άλλους χρονογράφους, ο αυτοκράτωρ Ζήνων ο Ίσαυρος αναισθητήσας εκ της μέθης και υποληφθείς νεκρός εκλείσθη εν τω τάφω.

Είτα κατήλθεν η νυξ, ηρέμα επί των πλευρών του όρους, σπείρουσα παντού το βαθύ και άρρητον μυστήριόν της, και οι έμψυχοι κρότοι και ψίθυροι της φύσεως, εξηγέρθησαν εις τας ράχεις, εις τους λόγγους, εις τας φάραγγας, και η οφρύς του βουνού ητμίσθη και συνεστάλη υγρά και το βλέφαρον του λόφου κατήλθε, και εκλείσθη εις έν βουνόν ρεμματιά και κάμπος.

Την εσπέραν της παραμονής των Χριστουγέννων του έτους . . . η δεκαοκταέτις κόρη το Ουρανιώ το Διόμικο, μελαγχροινή, νοστιμούλα, εκλείσθη εις την οικίαν της ενωρίς, διότι ήτο μόνη.

Ο γηραιός στρατηγός διέταξε να του ετοιμάσουν έν φορείον και μέχρις ότου ετοιμασθή τούτο, εκλείσθη μετά της Πομπονίας εις την πινακοθήκην. — Άκουσέ με, Πομπονία, είπεν ούτος· πηγαίνω εις του Καίσαρος, αν και πιστεύω ότι το διάβημα τούτο είναι μάταιον.

Τας ήκουσα βαθμηδόν απομακρυνομένας, μέχρις ου εκλείσθη μετά κρότου η εξώθυρα της οικίας. Ότε εστράφην προς τα οπίσω, ο Νίκος όρθιος εν τω μέσω του δωματίου, εσταυροκοπείτο. Είχεν αποκοιμηθή επί τέλους και αυτός, αλλά τον ανήσυχον ύπνον του διέκοψεν η εντός της οικίας κίνησις. Δεν είχεν εισέτι συνέλθει εντελώς εκ του ύπνου ότε, υπό το κράτος των νυκτερινών εντυπώσεών του, με εξύπνησε κατάτρομος.

Και η Μάρω ητένιζεν αυτόν τρυφερώς, περιλαμβάνουσα αυτόν ολόκληρον εντός του βλέμματός της, μη κινουμένη καθόλου, τρέμουσα μήπως τον χάση. . . Μετ' ολίγον ο οφθαλμός της εσπαρτάρισε, τα εν τω δωματίω της παρεστάθησαν αμυδρά, συγκεχυμένα, κάτι ωσεί κινουμένη άμμος και τέλος ο οφθαλμός εκλείσθη κουρασθείς. Μικρόν κατά μικρόν κάρωσίς τις κατέλαβε τα μέλη της και απεκοιμήθη εκεί.